Κεφάλαιο 32ο

499 60 79
                                    


𝒜𝓂𝑒𝓁𝒾𝒶

Όταν η Αμέλια ξύπνησε της πήρε μερικά δευτερόλεπτα να θυμηθεί που ήταν, τι είχε συμβεί και ποια ηλιθιότητα της αυτήν την φορά την είχε φέρει σε αυτήν την θέση. Το κεφάλι της ήταν ακόμα βαρύ όμως μπορούσε να αισθανθεί ότι είχαν σοβαρέψει τα πράγματα · βρισκόταν πλέον καθισμένη στην αναπαυτική καρέκλα του Ιθούριελ όμως τα χέρια της ήταν δεμένα μεταξύ τους και τα κρατούσε ο Ζαβιάν πάνω στην επιφάνεια του γραφείου όσο ο Ιθούριελ στεκόταν δίπλα του με ένα βλέμμα ψυχοπαθή κρατώντας μία βαριοπούλα. Η Αμέλια είχε βρεθεί πολλές φορές σε επικίνδυνες καταστάσεις, όμως ποτέ σε κάτι τέτοιο. 

''Τι κάνεις; Είσαι τρελός;'' του ούρλιαξε η Αμέλια κλαίγοντας τόσο δυνατά που νόμιζε πως θα πέθαινε από αυτό πριν προλάβει να της σπάσει τα χέρια. 

''Αμέλια, όλοι οι καλλιτέχνες κουβαλάνε μία τρέλα. Και οι μεγάλοι καλλιτέχνες; Ακόμα αναρωτιέμαι γιατί μας κρατάνε έξω από τα άσυλα'' της αποκρίθηκε και πήρε φόρα σηκώνοντας την βαριοπούλα. 

Η Αμέλια ούρλιαξε όσο πιο δυνατά μπορούσε αν και ήξερε πως όποιος και να έρθει, θα ήταν πλέον πολύ αργά. Ίσως έμπαιναν σε λίγα δευτερόλεπτα η αστυνομία με τις μυστικές υπηρεσίες και όποιος άλλος τον κυνηγούσε και την έβρισκε ακόμα ζωντανή και τον έκλειναν φυλακή και όλα γίνονταν όπως πριν. Μόνο που η ζωή της θα ήταν μισή ζωή, η ζωή της δεν θα ήταν καθόλου ζωή. Διότι η Αμέλια ποτέ δεν ήταν καλή σε τίποτε εκτός από το να δημιουργεί μπελάδες και μαρμάρινα αγάλματα τόσο αληθινά που κάποιες νύχτες κοιμόταν μαζί τους στα όνειρα της. Όπως κάποιος ερωτευμένος αισθανόταν πως η ζωή του ήταν λειψή χωρίς το άλλο του μισό, εκείνη τα λίγα κλάσματα δευτερολέπτου πριν ακουμπήσει η βαριοπούλα στο χέρι της καθώς φαντάστηκε την ζωή της χωρίς την τέχνη της, ξαφνικά δεν ήταν σίγουρη ότι άξιζε τόσο να την ζήσει. 

Το μυαλό της έτρεξε στους τρόπους όπου μπορούσε να σωθεί. Η μόνη διέξοδος ήταν να κάνει υπομονή και να σπάσει τις φωνητικές της χορδές ουρλιάζοντας μέχρι να τελείωνε όλος ο εφιάλτης και ύστερα να ανέβαινε στην ταράτσα και να πηδούσε. Σε αυτήν την περίπτωση απλά ήλπιζε η Έλενορ να καταλάβαινε γιατί θα το έκανε, ήλπιζε η μαμά της να την συγχωρούσε, ήλπιζε ο Έιντζελ να προχωρούσε με την ζωή του και η διμοιρία να μην νιώθει σαν βάρος τον θάνατο της, ήλπιζε πως θα γινόταν επιτέλους γνωστή. 

Πριν γίνουν όλα τα σενάρια που φανταζόταν βέβαια στο μυαλό της η Αμέλια, την στιγμή που η βαριοπούλα βρισκόταν λίγα εκατοστά μακρυά από τα αδύναμα της λευκά χέρια σταμάτησε αμέσως. Στην αρχή δεν κατάλαβε γιατί, όταν όμως μέσα στα δάκρυα της παρατήρησε τον Ιθούριελ και τον Ζαβιάν να συνομιλούν κατάλαβε πως κάποιος βρισκόταν μαζί τους. Πριν καν ανοίξει το στόμα της ο Ιθούριελ της έδωσε μία μπουνιά και την έστειλε πίσω κάνοντας της νόημα να κάνει ησυχία. 

Πριν σβήσουν τ' αστέριαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα