Δεν είχε ιδιαίτερο κρύο εκείνη την ημέρα, όμως τα χέρια μου ήταν γεμάτα γρατζουνιές και χαρακιές από τα καλώδια, και στα πόδια μου υπήρχαν ακόμη ανοιχτές πληγές από την λεπίδα που χρησιμοποίησα πάνω μου την Πέμπτη, την μέρα που γύρισα από το νοσοκομείο. Έτσι, με ένα φαρδύ ανθρακί τζιν παντελόνι, ένα εξίσου φαρδύ μαύρο φούτερ, και τα δάχτυλά μου γεμάτα δαχτυλίδια για να αποσπούν τη προσοχή από τα σημάδια των καλωδίων, πήγα στο σχολείο έτοιμη για να πληγωθεί το μέσα μου.

Η Winona και ο River ήταν στο πλάι μου, ενώ το ξανθό αγόρι μόλις είδε τα σχόλια του κόσμου για εμένα έμπλεξε τα δάχτυλά μας μεταξύ τους σε σημείο που να μην μπορεί κανένας να το δει. Ούτε καν η Winona που βρίσκονταν στα αριστερά μου, έτοιμη για πόλεμο.Έκλεισα τα μάτια μου και πήρα μια βαθιά ανάσα. Ο χρόνος κυλούσε βασανιστικά αργά, και μετρούσα τα δευτερόλεπτα για το πότε θα χτυπήσει το κουδούνι. Οι δάσκαλοι, απόντες. Ωστόσο, συμμετείχαν έμμεσα στην γελοιοποίησή μας. Ήταν πρώτοι στα μαθητικά φεστιβάλ,στο να καυχιούνται για την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου και τους μαθητές-υπόδειγμα, στο να μας λένε κάθε μέρα το ποιηματάκι της αγάπης στον συνάνθρωπο, όμως σε κάτι τέτοια συμβάντα έκαναν τα στραβά μάτια.

Μεγαλύτερη αξία έχει να βάλεις είκοσι παιδιά να παπαγαλίσουν τρεις σελίδες για την διατροφή των αρχαίων Ελλήνων από το να ενημερώσεις τους μαθητές και τους γονείς για τον σχολικό εκφοβισμό και την παιδική ψυχολογία. Μεγαλύτερη αξία είχαν οι καλοί βαθμοί από τον πόλεμο που δέχονταν τρία παιδιά από όλο το σχολείο. Εκ των οποίων παιδιών συμπεριλαμβάνονταν η αγαπημένη μου αδερφή.

Ο άνθρωπος που θα έπρεπε να μπει στη μέση και να με βοηθήσει, να πει στον αχρείο μπροστά μου να σκάσει και να ενημερώσει κάποιον καθηγητή, κάθονταν εκεί. Με σταυρωμένα τα χέρια δίπλα στις φίλες της, κι ένα βλέμμα απροσδιόριστο. Δεν την αναγνώριζα. Δεν ήξερα αυτό το κορίτσι που ζούσε στο ίδιο σπίτι μαζί μου. Δεν με παραξένεψε ούτε στο ελάχιστο όλο αυτό που συνέβαινε. Η παγωμένη ματιά της Kat ήταν μαχαιριά στην καρδιά. Ήθελα να πάω μπροστά της και να της δώσω ένα χαστούκι, να της φωνάξω μέσα στα μούτρα και να την ρωτήσω τι διάολο της είχα κάνει κι εκείνη δέχονταν να με ταπεινώνουν έτσι. Δεν υπήρχε λογική εξήγηση. Το φταίξιμο ήταν όλο δικό μου. Δεν ήταν δυνατόν η ίδια μου η οικογένεια να με απεχθάνονταν. Δεν μπορούσε να το χωρέσει ο νους μου. Μόνο εγώ έφταιγα. Θα είχαν τους λόγους τους για να μην θέλουν να με βλέπουν μπροστά τους.

Running On EmptyWhere stories live. Discover now