Κεφάλαιο 3ο

Start bij het begin
                                    

Αν και η Αμέλια αντιστάθηκε στην αρχή ο Ακιχίρο την ενημέρωσε πως σήμερα ήταν μία από τις κακές μέρες του διοικητή και πως είχε πάρει αυτά τα αρχεία σπίτι του κατά λάθος. Αν έβλεπε ο Μπρουκς πως έλειπαν θα έχανε τις υπερωρίες τους για τουλάχιστον δύο εβδομάδες. Η Αμέλια έτσι σαν καλός άνθρωπος που δεν θα παραδεχόταν ποτέ ότι ήταν σηκώθηκε και οδήγησε μέχρι το διαμέρισμα του Ακιχίρο που από εκεί πήρε τα αρχεία. Στον δρόμο της για το τμήμα σταμάτησε σε ένα καφέ και παράγγειλε τους καφέδες που επίσης της ζήτησε ο Ακιχίρο μιας και θα ερχόταν στο τμήμα. 

Έτσι φορτωμένη και με έναν φόβο ότι η ζωή της θα τελειώσει πριν καν φτάσει στο γραφείου του ξαδέλφου της μπήκε μέσα στο αστυνομικό τμήμα και ανέβηκε με τα πόδια μέχρι τον τέταρτο όροφό. Δεν ήθελε να πάρει το ασανσέρ από φόβο μήπως συναντήσει την Μοράλεζ και η κοπέλα εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι κανένα δεν μπορεί να την σταματήσει. 

''Αμέλια'' άκουσε την φωνή της αρχιφύλαξ καθώς την είδε να κατεβαίνει τις σκάλες .

''Καλημέρα'' της είπε και σταμάτησε εκεί που βρισκόταν. 

''Είναι μεσημέρι'' της αποκρίθηκε μπερδεμένη η γυναίκα. 

''Καλημέρα'' επανέλαβε η Αμέλια και της έσκασε ένα χαμόγελο. 

''Ξέρεις ότι θα σε σκοτώσει, έτσι;''  την ρώτησε η Αχμάρ με το συνηθισμένο της χαμόγελο. 

''Δεν έχω άλλη επιλογή'' της είπε ''Ο Ακιχίρο ήθελε αυτά τα έγγραφα''. 

''Κατάλαβα'' της είπε και την κοίταξε από επάνω μέχρι κάτω ''Χάρηκα που σε γνώρισα''. 

''Τόσο άσχημα είναι;'' ρώτησε η Αμέλια και αισθάνθηκε μία έντονη επιθυμία να γυρίσει πίσω. 

Η αστυφύλαξ αντί να της απαντήσει της έδωσε ένα στραβό χαμόγελο και συνέχισε την πορεία της. Η Αμέλια με ένα διστακτικό περπάτημα έφτασε στον τέταρτο όροφο και για μία στιγμή κανένα κεφάλι δεν στράφηκε προς το μέρος της. Μάλλον θα είχε την τύχη να περάσει απαρατήρητη και να ακουμπήσει τα έγγραφα στο γραφείο του γραμματέα. 

''Αμέλια εδώ!'' της φώναξε ο Ακιχίρο και κάθε ελπίδα που είχε καταστράφηκε. 

''Ξέρω βλαμμένε που είναι το γραφείο σου, δεν χρειάζεται να μου φωνάξεις'' μουρμούρισε καθώς τον πλησίασε, άφησε τους βαρύς φακέλους και τους καφέδες πάνω στο γραφείου και έκανε να φύγει. Κάποιοι είχαν γυρίσει ήδη το κεφάλι τους και την κοιτούσαν. 

Πριν σβήσουν τ' αστέριαWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu