Part 39

252 17 0
                                    

Το πρωί ξύπνησα από την δόνηση του κινητού μου.

Σηκώθηκα και το σήκωσα από το κομοδίνο που ήταν λίγο πιο μακρυά από το κρεβάτι.

-Ναι;

Είπα αγουροξυπνημενη.
Δεν είχα δει ποιος ήταν οπότε το σήκωσα.

-Μωράκι;

-Στέφανε;

Το χαμόγελο είχε επανέλθει στα χείλη μου μόλις άκουσα την φωνή του.

-Τι κάνει η αγαπη μου;

-Καλά είναι. Εσύ που χάθηκες;

-Είχα κάτι δουλειές ματιά μου. Λοιπόν. Τι λες να έρθω να σε πάρω να πάμε έξω μια βόλτα; Θέλω να σου μιλήσω κιόλας.

Ακουγόταν αγχωμένος.

-Ναι αμε. Τι ώρα περίπου;

-Σε κανένα δίωρο;

-Έγινε. Σαγαπω.

-Και εγώ μωράκι μου.

Έτρεξα γρήγορα στο μπάνιο και έκανα τα απαραίτητα. Αφού δεν χωρούσα σχεδόν σε κανένα από τα ρούχα μου, έβαλα κάτι ρούχα της εγκυμοσύνης ειδικά.

Η ώρα ήταν 12, οπότε θα ερχόταν σε ένα μισάωρο.

Τα παιδιά δεν είχαν ξυπνήσει ακόμα. Παράξενο για αυτούς. Μια φορά να σηκωθούν νωρίς.

Το κινητό μου δονηθηκε και κατάλαβα πως ήταν ο Στέφανος που μου έλεγε να κατέβω κάτω.

Αρπαξα την τσάντα μου και κατέβηκα σιγά σιγά τα σκαλία. Είμαι και σε μια προχωρημένη εγκυμοσύνη.

Βγήκα και είδα τον Στέφανο να είναι ακουμπισμένος στο καπό και να με περιμένει. Θεέ μου πόσο πιο κούκλος πέζει να είναι. Άννα μαζεψουυυ.

-Kαλημερα ομορφια μου.

Ηρεμησα ειναι η αληθεια οταν τον ειδα να μου χαμογελαει. Τα πραγματα ηταν λιγο περιπλοκα μεταξυ μας. Τουλαχιστον ετσι νομιζα.

Τον πλησιασα και του χαμογελασα γλυκα.

-Καλημερα και σε εσενα. Που θα παμε τοσο νωρις;

Μου χαμογελασε απλα και μπηκαμε στο αμαξι για εναν αγνωστο προορισμο για εμενα.

Η διαδρομη ηταν αρκετα μεγαλη αλλα ευχαριστη. Ειχαμε πλεον βγει εκτος Αθηνων. Το τοπιο ηταν καταπληκτικο. Ημασταν καπου στην εξοχη. Θαυμαζα τα λουλουδια και τον ηλιο που αντανακλουσε στο παραθυρο μου. Μερικες φορες γυρνουσε το κεφαλι του και με κοιταζε γλυκα στα ματια.

Επιτελους μετα απο περιπου 2 ωρες ειχαμε φτασει εξω απο ενα νεοκλασικο σπιτι. Φαινοταν πως εκει εμενε καποιος πλουσιος. Ο κηπος που υπηρχε εκει ηταν απλα καταπληκτικος. Ειχε ολων των ειδων τα λουλουδια και μπορουσες να καταλαβεις πως καποιος τα περιποιουνταν συχνα.

Ειχαμε παρκαρει ακριβως απεναντι και δεν ειχαμε βγει ακομα εξω. Κανενας απο τους δυο μας δεν μιλησε. Εμοιαζε σαν να ειχε αγχος.

-Αγαπη μου ειναι ολα καλα;

-Ν-ναι. Βασικα θελω να σου πω.

-Πες μου.

Γυρισε και με κοιαξε.

-Εδω απεναντι .....μενουν οι γονεις μου.

Δεν πιστευα αυτο που ακουγα. Δεν ηξερα αν επρεπε να χαρω, η να αγχωθω , η ακομα καλυτερα να θυμωσω με τον Στεφανο που δεν με ειχε προετοιμασει για την πρωτη συναντηση με του γονεις του.

-Τους εχω πει για εσενα. Θελουν πολυ να σε γνωρισουν. Πιστεψε με θα τους λατρεψεις. Δεν εχεις να αγχωθεις για τιποτα.

Μου επιασε τα χερια και με φιλησε στοργικα στα χειλια.

-Ναι αλλα ξερουνε για την βεντετα ετσι δεν ειναι;

Με μια γρηγορη κινηση με επιασε και με φίλησε. Kαταλαβα πως το εκανε για να με ηρεμησει και τα καταφερε μια χαρα.

-Καλυτερα;

-Ν-ναι.

Ειπα καθως προσπαθουσα να ελεγξω τις ανασες μου. Μετα απο λιγη ωρα βρισκομασταν ακριβως εξω απο το κατωφλι τους. Ο Στεφανος μου επιασε το χερι και μου το εσφιξε.

Χτυπησαμε το κουδουνι και μετα απο λιγα λεπτα ακουσα γρηγορα βηματα και μουρμουριτα να πλησιαζουν.

Η ωρα της αληθειας Αννα.....

Γειά σας λουλουδάκια μουυυυ!! Μου λείψατε! Σας εύχομαι χρόνια πολλά και Χριστός ανέστη! Να περνάτε καλά..


Ματωμένα ΔάκρυαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα