Part 5

347 22 0
                                    

Κρήτη, Σφακιά
Κυριακή, νωρίς το πρωί

Το πρωί ξύπνησα από το ξυπνητήρι της μαμάς. 6 η ώρα το χάραμα! Ο Χριστός και η Παναγία! Πετάχτηκα ως απάνω.
Η μάνα μου αν δεν σηκωθεί νωρίς να τα ετοιμάσει όλα και να δει και τις ταιλευταιες λεπτομέρειες, δεν ησυχάζει.
"Ελεος ρε μάνα πρωινιατικα!" φώναξε ο Άγγελος αγουροξυπνημενος, κατεβαινοντας τα σκαλιά. Εγώ με την μαμά είμασταν είδη στην κουζίνα για το πρωινό. Ο μπαμπάς σιγά μην ξυπνουσε.
"Τι θες παιδι μου και φωνάζεις;"
"Τι να θελω ρε μάνα.. ΕΛΕΟΣ. Γιατί έπρεπε να μας ξυπνήσεις από τα άγρια χαράματα; Ο γάμος είναι το μεσημεράκι μωρέ!"
"Παιδί μου πρέπει να ετοιμάσω ένα σωρό γλυκά που μου παρειγγειλαν τα παιδιά".
"Ε και έπρεπε να τα κάνεις τόσο πρωί;"
"Αυτά θέλουνε χρόνο γιόκα μου. Δεν είναι έτσι απλά".
"Καλά σου λέει μωρέ. Τι θες και χώνεσαι;"είπα με παράπονο
"Οχου μωρέ είστε και οι δύο κουζουλες. Παω να κοιμηθω, ξανά!".... Αφού ο γκρινιάρης αδερφός μου πήγε για ύπνο, εγώ με την μαμά μου πιάσαμε δουλειά! Δύο ώρες μετά είχαμε τελειώσει με τα γλυκά και πιάσαμε τα αλμύρα. Τα φαγητά της κυρά-Μαρίας, το ξέρουν όλο το χωριό πως είναι καταπληκτικα. Εγώ πάντως, δεν πήρα το ταλέντο της μαμάς στην μαγειρική. Ξέρω μόνο να κάνω κάτι πραγματακια εδώ και εκεί και τέλος. Δεν έχω πολύ ταλέντο δηλαδή.... Κάναμε κάτι μεζεδάκια από εδώ και από εκεί και η ώρα είχε είδη παει 11!Ποτε πέρασε κιόλας η ώρα; Σε μια ώρα θα ερχόταν ο γαμπρός με όλο μας το σόι. Αυτό θα πει, χωρος, τραγούδια, μαντινάδες, ρακες και τσικουδιες. Εμείς θα πηγαιναμε να παραλάβουμε την νύφη με τραγούδια και θα πηγαίναμε όλοι μαζί στην εκκλησία και από εκεί στο γλέντι..... Η ώρα είχε περάσει και έπρεπε να ετοιμαστώ με την Αφροδίτη μαζί. Βάλαμε τα φόρεματα μας, βαφτηκαμε και κατεβήκαμε κάτω. Ήταν όλοι πια μαζεμένοι στο σαλόνι. Όταν κατεβήκαμε, έτρεξα να αγκαλιάσω τον Σηφη. Μου έχει πολύ αδυναμία. Και εγώ το ίδιο.
"Που είσαι ρε ξαδέρφη! Μας έλειψες!" μου είπε ο Σηφης όσο άνοιγε τα χέρια του για να χωθώ στην αγκαλιά του.
"Σπουδές βλέπεις. Νομική είναι αυτή".
"Η καλύτερη θα γίνεις σε όλη την Κρήτη Αννιω μου".
"Αλίμονο"...
Το γλέντι συνεχίστηκε για ώρα μέχρι τις 3!Ύστερα έφτασε η ώρα για να παραλάβουμε την νύφη. Ο Σηφης είχε πολύ άγχος. Ε πρώτη φορά τον παντρευαμε. Και με τα μαντάτα νέα που θα του πει η Χρύσα, θα μείνει! Θέλω να είμαι από μια μεριά να δω τι θα κάνει. Μέχρι την άλλη εβδομάδα θα γλεντάμε... Αφού όλοι είχανε φύγει για το σπίτι της νύφης, εγώ με την Αφροδίτη μείναμε τελευταίες για να κλείσουμε το σπίτι, αφού η μάνα μας εμπιστεύτηκε. Έτσι όπως έκλεινα την πόρτα πίσω μου, ένιωσα κάτι να δονιζεται στο μικρό τσαντάκι που φορούσα.
"Τι θα γίνει ρε Νανα θα το σηκώσεις;".. Εγώ δεν το είχα καταλάβει ακόμα, αν και το είχα νιώσει. Η Αφροδίτη όμως το άκουγε που δονουσε. Έκανα να το βγάλω και μόλις είδα το όνομα, μου έπεσε από τα χέρια εκείνη την στιγμή.
"Τι έπαθες παιδάκι μου και κοκαλοσες έτσι; Και μάζεψε το τηλέφωνο αντε και έχουμε αργήσει".
Δεν μπορούσα να ανασανω. Μάζεψα το κινητό από κάτω και το κρατούσα όσο αυτό συνέχιζε να χτυπάει. Ήταν αυτός. Αυτός που είχα να του μιλήσω εδώ και μια εβδομάδα. Αυτός που έκανε το κορμί μου να ανατριχιαζει σε ένα μόνο του άγγιγμα... Το σήκωσα με τρεμαμενα χέρια. Η Αφροδίτη καθόταν και με κοιτούσε. Περίμενε να τελειώσω έτσι ώστε να προχωρήσουμε.
"Ν-ναι;"
"Γειά σου Αννα. Ο Στέφανος είμαι. Συγνώμη που δεν σε πήρα ένα  τηλεφώνημα απλά ήμουνα λίγο απασχολημένος."
"Ναι σε καταλαβαίνω και εγώ ήμουνα. Είχα πολλά διαβάσματα. Τι κάνεις;"
"Καλά....να... Ήθελα.....να κανονίσουμε να βρεθούμε αλλά απο εβδομάδα αν γίνεται γιατί τώρα είμαι σε έναν γάμο. Να τα πούμε. "
"Ξέρεις.. Είμαι και εγώ σε ένα γάμο και δεν νομίζω να μπορω γιατί είμαι εκτός Αθηνών"
"Δεν έχω σταματήσει να σε σκέφτομαι Αννα!Θέλω να σε ξαναδώ μου έχεις λείψει".
"Αχ και εγώ βρε Στέφανε, απλά....ειναι περίπλοκα τα πράματα....ειμαι εκτός Αθηνών αυτή την στιγμή και δεν ξέρω πότε θα γυρίσω ακόμα".
"Οπότε γυρίσεις Αννα. Εγώ θα περιμένω. Πάρε με τηλέφωνο να συναντηθουμε".
"Εγινε Στέφανε. Τώρα πρέπει να σε κλείσω. Τα λέμε".
Και με αυτο είχαμε κλείσει το τηλέφωνο. Οι παλμοί μου είχαν αυξηθεί για τα καλά. Του έλειψα! Με σκεφτόταν. Ήθελα πολύ να  τον ξαναδώ. Τα συναισθήματα μου δεν ήξερα ακόμα αν είναι αληθινά αλλά θα το ανακαλυπτα...
"Ποιος ηταν"; ρώτησε η Αφροδίτη. Πήρα μια βαθιά ανάσα και απάντησα.
"Ο.. Στέφανος".
"ΕΠΙΤΈΛΟΥΣ βρε παιδί μου!"
"Αφροδίτη... μου είπε πως του έλειψα και πως δεν έχω βγει από το μυαλό του".
"Καταρχάς πάρε βαθιά ανάσα γιατί είσαι έτοιμη να λοιποθυμισεις και κατά δεύτερον... ΣΟΒΑΡΆ;;; Τέλεια! Παμε όμως τώρα και μου τα λες στον δρόμο τα υπόλοιπα".... Αφού περπατούσαμε, έτρεμα ολόκληρη. Δεν το πίστευα αυτό που ζούσα. Τον ήθελα. Τον ήθελα όσο τίποτα άλλο. Ήθελα πολύ να τον ξαναδώ, να με σφίξει στην αγκαλιά του του και να είμαστε μαζί. Μαζί ενάντια στον κόσμο. Το ξέρω πως είναι νωρίς. Το ξέρω πως ακόμα δεν τον γνωρίζω καλά, απλά νιώθω πως τον ξέρω χρόνια. Είναι λες και τον έψαχνα ολόκληρη την ζωή μου χωρίς καν να το ξέρω. Είναι τρελό αλλά ταυτόχρονα συναρπαστικό...

Είμασταν είδη στο πατρικό της Χρύσας, και αφού είχα βρει την ευκαιρία, την άρπαξα..

"Δεν μου λες κοπελιά, πότε σκοπεύεις να του το πεις";
"Σσσσ! Θα με κάψεις καημένη! Σου είπα δεν είναι ακόμα η ώρα".
"Και πότε θα είναι ρε Χρύσα; Όταν το παιδί πάει για σπουδές;"
"Ηρέμησε και μην φωνάζεις. Σου υπόσχομαι πως πριν φύγουμε από το γλέντι, θα το έχει μάθει.
"Μπορώ να αρκεστώ σε αυτό". Την αγκαλιασα αφού δεν μου αρέσει να μαλωνουμε. Δεν ήθελα να την βλέπω έτσι... Αφού είχαμε φτάσει στο περίβολο της εκκλησίας, ένα ρίγος με διαπέρασε. Έπιασα το χέρι της Αφροδίτης..
"Είσαι καλά Νανά;"
"Ν-Ν-ναι απλά.... τίποτα μην δίνεις σημασία".
"Οτι πεις κούκλα μου".
Αφού πλησιασαμε για να μπούμε στην εκκλησία, μια φιγούρα ανθρώπου μου τράβηξε το ενδιαφέρον. Δεν μπορεί......

Γειά σας κουκλάκια μου! Τέλειο το πάρτ 5? Πείτε μου στα σχόλια. Η συνέχεια ξέρετε που😏

Ματωμένα ΔάκρυαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα