Κεφάλαιο 3: Το χρίσμα Α'

138 17 18
                                    

Ένας νέος κόσμος ξεδιπλωνόταν μπροστά στα μάτια μου. Έβλεπα πολλά καινούρια πράγματα από παράθυρο του ξενώνα της σχολής που με είχαν βάλει προσωρινά μέχρι να πάρω το χρίσμα και να μπορέσω να ενεργοποιήσω τις δυνάμεις με τις οποίες είχα γεννηθεί. Ήθελα να βγω έξω, να εξερευμήσω και να μάθω νέα πράγματα. Αλλά αυτό ήταν αδύνατο μιας και δεν μου επέτρεπαν να βγω. Ήμουν σαν φυλακισμένη από χθες το βράδυ. Μου είχαν πει όμως ότι για καλό δικό μου πρέπει να είμαι έτοιμη πριν μπορέσω να περπατώ μόνη μου στους δρόμους.

Η πόρτα του δωματίου μου χτύπησε και μέσα στο μπήκε ένας φίλος ξανθός άντρας. Στάθηκε δίπλα μου και μου είπε "Είστε η Λίλεν Ρόουζ;"

"Από ότι μου λένε, αυτή είμαι." Απάντησα, δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τον εαυτό μου και γέλασα χαμηλόφωνα.

"Να λείπουν τα αστεία δεσποινίς. Έχουμε να κάνουμε πολλά σήμερα." Απάντησε με αυστηρό και ταυτόχρονα επικριτικό βλέμμα. "Ακολουθήστε με, παρακαλώ." συνέχισε χωρίς να μου αφήσει περιθώριο να του απαντήσω.

Τον ακολούθησα χωρίς να του μιλάω σε όλη την διαδρομή. Περνούσαμε από διάφορους διαδρόμους μέσα στην σχολή και είδα πάνω από δέκα πόρτες οι οποίες έλεγαν από πάνω ότι ήταν διδακτικές αίθουσες. Όποιος ήταν στην θέση μου και έβλεπε όλα αυτά θα ήθελε να μπει σε κάθε αίθουσα ξεχωριστά και να την εξερευνήσει. Μετά από λίγο φτάσαμε στην μεγάλη εξώπορτα. Ο άγγελος γύρισε με κοίταξε και μου είπε "Δεν θα απομακρυνθείς από κοντά μου. Είσαι ακόμη άνθρωπος και κανένας άγγελος δεν θέλει ανθρώπους σε αυτό το μέρος."

Κούνησε καταφατικά το κεφάλι μου χωρίς να του πω κάτι. Περπατούσαμε στον δρόμο και διάφορα πάρκα που έβλεπα ήταν γεμάτα με μικρά μωρά και παιδιά τα οποία είχαν φτερά μεγαλύτερα από αυτά και πετούσαν στο αέρα παίζοντας το ένα μαζί με το άλλο. Ήταν ένα από τα καλύτερα πράγματα που είχα δει μέχρι στιγμής. Μετά από αρκετή ώρα φτάσαμε σε ένα μεγάλο λευκό κτήριο και αρχίσαμε να περπατούσε πιο σιγά. Φτάσαμε κοντά σε ένα γραφείο που έμοιαζε με γραφείο επιστάτη και ο άγγελος είπε σε αυτόν που καθόταν εκεί "Είμαι εδώ για την Λίλεν Ρόουζ."

Ο τρόμος στα μάτια του επιστάτη φάνηκε και μας έδειξε γρήγορα με το χέρι του που να κατευθυνθούμε. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς φοβούνταν όλοι όταν με έβλεπαν. Ήμουν απλώς μια κοπέλα, σαν όλες τις άλλες.

Περπατούσαμε σε έναν ατελείωτο διάδρομο, που στο βάθος αχνοφαινόταν μια λευκή πόρτα. Καθώς πλησιάζαμε έβλεπα ότι πάνω στην πόρτα αυτή υπήρχαν χρυσά σύμβολα που δεν ήξερα τι σημαίνουν μιας και δεν τα είχα ξαναδεί. Αυτό που με είχε κουράσει όμως ήταν ότι σήμερα όλη μέρα περπατούσα σε διαδρόμους και δρόμους.

"Λίλεν, όταν μπούμε μέσα δεν θέλω να ρωτήσεις ή να πεις κατι άσχετο. Είμαστε σε ιερό χώρο που μέσω του Υψίστου Αγγέλου θα ενεργοποιήσεις την αγγελική σου μορφή." Μου είπε αυστηρά ο άγγελος που ακόμα δεν είχα μάθει το όνομά του. Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου και μπήκαμε μέσα στην αίθουσα.

Ήταν ένας περίεργος χώρος που θύμησε εκκλησία αλλά δεν έμοιαζε και πολύ. Ακριβώς μπροστά από την πόρτα υπήρχαν διαφορά ξύλινα παγκάκια τα οποία έφταναν μέχρι και την μέση της αίθουσας. Μετά έβλεπες διάφορες εικόνες της θρησκείας μας και αμέσως μετά έναν μεγάλο χρυσό θρόνο. Πάνω στον οποίο καθόταν ένας αρκετά ηλικιωμένος άντρας.

"Καλή σας ημέρα σεβασμιότατε!" Αναφώνησε ο άγγελος κάνοντας μια μεγάλη υπόκλιση και κάνοντας μου νόημα να τον μιμηθώ.

"Καλωσορίσατε στην οικεία του Υψίστου πιστοί αδελφοί μου." είπε με βαριά αλλά ταυτόχρονα επιβλητική και αξιοθαύμαστη φωνή.

"Ήρθαμε για να δωθεί στην Λίλεν Ρόουζ το ιερό χρίσμα, σεβασμιότατε." Απάντησε ο άγγελος.

"Ραούλφ, η τελετή δεν θα διαρκέσει πολύ αλλά πρέπει να έχουμε την συγκατάθεση της μικρής μιας και μπορεί να μην καταφέρει να επιβιώσει μετά από αυτή." Είπε ο ηλικιωμένος άντρας στον άγγελο.

"Μπορείτε να την ρωτήσετε και μόνος σας, σεβασμιότατε." Απάντησε ο άγγελος και όσο απαντούσε συνειδητοποίησα ότι αυτός ο άγνωστος που με ταλαιπωρούσε όλη μέρα λεγόταν Ραούλφ.

"Νεαρή μου;" είπε ο ηλικιωμένος άντρας και περίμενε απάντηση.

Στην αρχή τα έχασα γιατί δεν καταλάβαινα τι ακριβώς με ρωτούσε αλλά συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να του δώσω την συγκατάθεση μου. "Την έχετε, σεβασμιότατε."

"Τότε ας αρχίσουμε." Είπε ο ύψιστος άγγελος καθώς σηκώθηκε από τον θρόνο του. "Πλησίασε νεαρή μου."

Άρχισα να περπατάω τρομαγμένη χωρίς να ξέρω τι θα ακολουθήσει. Δεν ήξερα αν θέλω να το κάνω αλλά έπρεπε. Άλλοι θα σκότωναν για να ήταν στην θέση μου αυτή την στιγμή. Όταν έφτασα δίπλα του, σήκωσε το χέρι του και ακούμπησε το μέτωπο μου και άρχιζε να λέει μια ακαταλαβίστικη φράση τρείς φορές "Άλφους γιούρους. Ίνγκριμ Αλέξιους. Λίλεν Ρόουζ." Μόνο το όνομά μου κατάλαβα από όλη την φράση.

Ένας εκοφανταστηκός ήχος ακούστηκε και όταν σταμάτησε ο ηλικιωμένος άντρας έφερε ένα χρυσό ποτήρι και μου το έδωσε για να πιώ "Πιες το όλο καλή μου."

Άρχισα να πίνω και για κάποιον περίεργο λόγο είχε μια πολύ ωραία γεύση. Όταν ήπια όλο το περιεχόμενο του ποτηριού άρχισα να ζαλίζομαι, η καρδιά μου να χτυπά πιο δυνατά και όλο το σώμα μου να τρέμει. Άκουγα τις φωνές των δύο αντρών αλλά δεν καταλάβαινα τι έλεγαν. Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω άλλο και έχασα τις αισθήσεις μου.

ANGELS: The AcademyWhere stories live. Discover now