~Κεφάλαιο 14ο~

529 50 0
                                    

[Κεφάλαιο 14ο]

Περπατούσα προς το σπίτι μου, όταν άκουσα φωνές από ένα στενό. Δεν ήμουν σίγουρος αν έπρεπε να πλησιάσω, αλλά ίσως να χρειάζονταν βοήθεια κάποιος άνθρωπος. Προχώρησα γρήγορα και είδα έναν τύπο πάνω από μια κοπέλα. Όταν πλησίασα κι άλλο κατάλαβα πως η κοπέλα αυτή ήταν η Άννα. Τον χτυπούσε με δύναμη στο στήθος φωνάζοντάς του: «Όχι πάλι, όχι πάλι! Σε παρακαλώ!». Τι στο διάολο συμβαίνει;

Αμέσως έπιασα τον τύπο από το χέρι του και τον χτύπησα με δύναμη στην κάτω γνάθο του. Πριν προλάβει να αντιδράσει το ξανά χτύπησα και έπειτα τον κλώτσησα στην κοιλιά. Τον άφησα στο πάτωμα και έτρεξα στην Άννα. Η μπλούζα της είχε σκιστεί και φαινόταν το στήθος της. Εκείνη κατάλαβε που κοιτούσα και μαζεύτηκε όσο μπορούσε. Την έπιασα από το χέρι και τρέξαμε μέχρι το σπίτι μου. Ξεκλείδωσα γρήγορα και την έβαλα μέσα. Την πήρα αγκαλιά και τότε ένιωσα την καρδιά της να χτυπάει δυνατά στο στήθος μου όπως και η δικιά μου. Ένιωσα επίσης τα δάκρυά της στον λαιμό μου. Την απομάκρυνα και πήγαμε να καθίσουμε στο σαλόνι. Ανέβηκα γρήγορα στο δωμάτιο και της έφερα μια μπλούζα μου. Άλλαξε στο μπάνιο και όταν βγήκε πήγαμε στην κουζίνα. Αφού κάθισε, της έφερα λίγο νερό και έκατσα δίπλα της.

«Τι έγινε;» ρώτησε μέσα στην ανησυχία.

«Τι… τίποτα.» η φωνή της με το ζόρι έβγαινε.

«Άννα, πες μου!» ο τόνος μου απαιτητικός.

«Είναι μεγάλη ιστορία και…»

«Έχω όλη την νύχτα να την ακούσω.»

«Γιατί ενδιαφέρεσαι;»

«Εεμ συγγνώμη που πριν λίγο σε βρήκα έτοιμη να σε βιάσουν, με εσένα να φωνάζεις «όχι πάλι» και σε έσωσα. Δηλαδή συγγνώμη που θέλω να μάθω τι έγινε.» την ειρωνεύομαι.

«Πφφ… δεν ξέρω αν μπορώ… φοβάμαι!» δεν με κοιτάει στα μάτια.

«Φοβάσαι τι;»

«Την αντίδρασή σου και γενικά.. βασικά δεν ξέρω.» ένα μελαγχολικό χαμόγελο έκανε την εμφάνιση του.

«Πες μου…» της λέω και της πιάνω το χέρι, όμως αμέσως το βγάζω.

«Ωραία… λοιπόν, ο άνθρωπος που έχω θαμμένο στο νεκροταφείο είναι  μητέρα μου. Πέθανε πριν ένα χρόνο, όταν προσπάθησε να με σώσει από τον πατέρα μου. Οι γονείς μου εδώ και μερικά χρόνια δεν τα πήγαιναν καλά. Τσακώνονταν συνέχεια και για τα πάντα… μια μέρα, πριν από περίπου ένα χρόνο, ο πατέρας μου ήρθε μεθυσμένος σπίτι. Η μητέρα μου και ο Λουκ έλειπαν. Έτσι, όταν άνοιξα την πόρτα τον βρήκα σε ένα μεγάλο χάλι. Προσπάθησα να τον βοηθήσω, όμως δεν ήθελε. Άρχισε να με χτυπάει και πήγε να με… να με βιάσει όταν μπήκε μέσα η μητέρα μου. Τον έσπρωχνε και τον βαρούσε, ώσπου την έσπρωξε με δύναμη. Εκείνη έπεσε και χτύπησε στην γωνία στο τραπέζι. Το αίμα της κυλούσε παντού γύρω της και εκεί κατάλαβα πως ήταν νεκρή. Ο πατέρας μου έφυγε, όμως μετά από μερικούς μήνες γύρισε για να μας ζητήσει λεφτά , από τον Λουκ και εμένα δηλαδή, για να πληρώσει την δόση του. Εγώ έστειλα τον Λουκ στο δωμάτιό του και τότε ο πατέρας μου βρήκε την ευκαιρία και… και με βίασε. Μέσα από τον πόνο μου είδα τον Λουκ να με κοιτάει από την μισάνοιχτη πόρτα. Τα δάκρυα από τα μάτια και τον δυο ήταν πολλά και ασταμάτητα. Από τότε ο Λουκ είναι παντού μαζί μου και δεν με αφήνει σχεδόν ποτέ μόνη. Τον πατέρα μου δεν τον έβρισκε ποτέ η αστυνομία και σήμερα… σήμερα με βρήκε που γυρνούσα από το τρέξιμό μου. Και… και παραλίγο να γίνει αυτό που σταμάτησες. Γι’ αυτό σ’ ευχαριστώ πολύ Χάρρυ!» είπε και με αγκάλιασε, αλλά δεν ανταπέδωσα. Νομίζω πως βρισκόμουν σε σοκ.

«Λυπάμαι τόσο πολύ Άννα… τόσο πολύ! Τώρα καταλαβαίνω γιατί είσαι έτσι σκληρή. Συγ…»

«Σσσσς.» με πήρε μια σφιχτή αγκαλιά. Μόλις απομακρυνθήκαμε, βρεθήκαμε σε απόσταση αναπνοής. Ακούμπησε το κούτελό της στο δικό μου, όμως γύρισα από την άλλη και απομακρύνθηκα.

«Νομίζω πως ήρθε η ώρα να μοιραστώ και εγώ την δική μου ιστορία εε;» την κοίταξα στα μάτια και εκείνη κούνησε καταφατικά το κεφάλι της.

Ο Γείτονας 2: Kill me or Save me!Where stories live. Discover now