~Κεφάλαιο 12ο~

549 47 0
                                    

[Κεφάλαιο 12ο]

Το πρωί δεν ήθελα να σηκωθώ… ένιωθα τόσο κουρασμένος χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Έτριψα για λίγο τα μάτια μου και σηκώθηκα από το κρεβάτι μου. Πλύθηκα και ντύθηκα γρήγορα. Έφυγα από το σπίτι και κατευθύνθηκα προς το νεκροταφείο. Πήρα κλασσικά μερικά τριαντάφυλλα και αντικατέστησα τα άλλα. Χάιδεψα λίγο το χαραγμένο όνομά στην πλάκα και άφησα κάτω τα λουλούδια.

«Χει Φαμπ… ελπίζω όλα να είναι καλά. Εδώ ήρεμα… γνώρισα μια κοπέλα που έχει το όνομά σου, όμως την φωνάζουν Άννα. Είναι πολύ καλή κοπέλα, σκληρή, αλλά καλή. Δεν έχετε καμία σχέση. Έχει ένα μεγάλο μυστικό, μια ιστορία… δεν ξέρω αν είναι σαν την δικιά μας, αλλά είναι μεγάλη και την έχει πονέσει πολύ… είδα τα χέρια της. Είχε ουλές από χαρακιές Φαμπ… σαν εκείνες που είχες κάνει εσύ τότε με τον Τζακ θυμάσαι; Ελπίζω να είναι και εκείνος καλά και να έχεις παρέα εκεί πάνω. Έχει και έναν αδελφό τον Λουκ. Είναι πολύ γαμάτο παιδί, μπήκε στην παρέα μας αμέσως. Ταίριαξε άσχετα που είναι μερικά χρόνια μικρότερος από εμάς. Αντιμετώπισε ένα πρόβλημα με την κοπέλα που του αρέσει. Το έκανε μαζί του για ένα στοίχημα, όπως με εμάς, μόνο που εκείνου ήταν η πρώτη του φορά. Ένιωσα απαίσια όταν τον είδα έτσι και κατάλαβα πως ένιωθες εσύ και γιατί έκανες όσα έκανες. Γι’ αυτό θέλω να σου πω πως λυπάμαι και πως ήμουν πολύ μαλάκας τότε, αλλά δεν είμαι έτσι πια, γιατί εσύ με άλλαξες. Καλύτερα να πηγαίνω. Θα τα πούμε σε μια εβδομάδα. Σ’ αγαπώ, ποτέ μην το ξεχάσεις!»

Σηκώθηκα να φύγω, όταν απέναντι είδα την Άννα με τον Λουκ. Αυτή την φορά κανείς από τους δυο δεν έκλαιγε. Ο Λουκ της κρατούσε το χέρι και εκείνη άφηνε ένα μπουκέτο λουλούδια. Σαν να κατάλαβε πως την κοιτούσα, σήκωσε το κεφάλι της και τα βλέμματά μας συναντήθηκαν. Έσκυψα αμέσως το κεφάλι μου και γύρισα να φύγω. Άκουσα που με φώναξε, αλλά δεν έδωσα σημασία. Συνέχισα ώσπου έφτασα στο σπίτι μου. Είδα τον Τάιλερ από έξω να κάθεται στα σκαλιά και να μαδάει ένα λουλούδι. Εντάξει κάτι συμβαίνει…

«Τι έγινε ρε;» ρωτάω αμέσως μόλις τον φτάσω και καθώς ανοίγω την πόρτα να μπω μέσα. Κάθεται στον καναπέ και εγώ από δίπλα του.

«Ε… έκανα κάτι απαίσιο… κάτι που δεν έπρεπε να κάνω…»

«Τι έκανες παιδί μου;» είχα αρχίσει να ανησυχώ.

«Χτυ… χτύπησα την Αμέλια…» περνάει το χέρι του ανάμεσα από τα μαλλιά του.

Ο Γείτονας 2: Kill me or Save me!Where stories live. Discover now