Κεφάλαιο 21

66 7 1
                                    

Ο Dylan και ο Marcus μετέφεραν στη σε μια άδεια σκηνή τον Kertaj, ο οποίος ήταν δεμένος με χοντρές αλυσίδες.

Εγώ πλησίασα τον Collis που κοιτούσε προσεχτικά τρία αγόρια της ηλικίας του να κάνουν τις προετοιμασίες για τη κηδεία του μπαμπά. Θα τον κηδεύαμε όπως γινόταν στο Βασίλειο του, αλλά το σώμα του θα θαβόταν στο κόσμο μου. Η μαμά ήταν κάθετη σε αυτό.

Ο ήλιος θα ανέτηλε σε λίγο και τα παιδιά ακόμα έριχναν σε κύκλο γκρι και μαύρα φτερά κορακιού.  Αν θέλαμε να το κάνουμε σωστά, τότε έπρεπε να γίνει η κηδεία πριν βγει ο ήλιος, αλλιώς το πνεύμα του δε θα έβρισκε γαλήνη...!

«Collis... Ο ήλιος...» είπα μόλις τον πλησίασα και κοίταξε πίσω του για να δει το χρώμα της νύχτας να αραιώνει.

«Παιδιά...! Φτάνει...! Φέρτε τον Πρίγκιπα...!» τους διέταξε και αμέσως σταμάτησαν ότι έκαναν.

Πήγαν στη σκηνή που είχαν τον πατέρα μου και τον μετέφεραν έξω έχοντας τον ξαπλωμένο σε ένα ξύλινο φορείο. Το άφησαν απαλά μέσα στον κύκλο από φτερά και απομακρύνθηκαν.

Του είχαν αλλάξει τα ρούχα με ένα άσπρο ύφασμα μακρύ σα φόρεμα με ένα μεσαίου μεγέθους σχοινί για ζώνη. Η τρύπα στο στέρνο του καλυπτόταν και τα μάτια του ήταν ερηματικά κλειστά.

Ο Joey και η μητέρα μου μας πλησίασαν και στάθηκαν δίπλα μου. Ο κολλητός μου με τράβηξε στην αγκαλιά του και η μαμά ήρθε από πίσω μου. Ο Collis προχώρησε μπροστά και μέσα από τη φωτιά δίπλα από το κύκλο πήρε ένα πυρσό. Ήρθε πάλι πίσω σε εμάς και τον έτεινε προς τη μαμά. Εκείνη με τρεμάμενα χέρια και χωρίς να σταματάει να κλαίει βουβά, το έπιασε και περνώντας μια βαθιά ανάσα, προχώρησε προς τον κύκλο.

Τα μέλη της αγέλης σε στάση προσοχής τη κοιτούσαν να πηγαίνει εκεί και στο τέλος να ακουμπάει τη φλόγα στα φτερά μπροστά της και εκείνα να περνούν αμέσως φωτιά παρασέρνοντας και τα υπόλοιπα χωρίς να ξεφεύγουν οι φλόγες.

Έκανε μερικά βήματα πίσω και έμεινε να κοιτάει τη φωτιά να υψώνεται δίχως να καίει το σώμα του συζύγου της.

Ένιωσα τα πόδια μου να λυγίζουν και τα δάκρυα να θολώνουν την όραση μου. Ο κολλητός μου το κατάλαβε και με κράτησε πιο σφιχτά στην αγκαλιά του.

Ο Collis έσφιξε το χέρι μου στο δικό μου συμπονετικά και περνώντας μια βαθιά τρεμάμενη ανάσα, απομακρύνθηκα από κοντά τους.

Στάθηκα δίπλα στη μητέρα μου και και της κράτησα το με το οποίο δε κρατούσε το πυρσό, σφιχτά αναζητώντας από αυτήν ψυχική δύναμη να αντιμετωπίσω την απώλεια αυτή.

Ο Γρίφος των δύο Βασιλείων: Η Κληρονόμος [Βιβλίο 2, μέρος 1] ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗ Where stories live. Discover now