...Χαίρω πολύ...{25}

Start from the beginning
                                    

Ο Πάμπλο έτρεξε κοντά της και την έπιασε αγκαζέ για να την παραδώσει στον γαμπρό.
Από εκεί και πέρα για εμένα όλα σταμάτησαν,λες και ο χρόνος πάγωσε,οι άνθρωποι πάγωσαν,οι φωνές σταμάτησαν και τα μάτια μου κοιτούσαν μόνο τα δικά της.
Είχε έρθει..και ήταν πιο όμορφη από ποτέ...
Τα μακριά καστανόξανθα μαλλιά της έλειπαν,στην θέση τους υπήρχε ένα αυστηρό καρέ,ξανθό,πιασμένο σε ένα περίτεχνο στεφάνι.Φορούσε ένα μαύρο φόρεμα ριχτό,με ένα άνοιγμα στο πόδι,που θεέ μου έφτανε μέχρι το μπούτι.

Για λίγο νόμιζα πως επέστρεψαν οι παραισθήσεις,αλλά όχι,ήταν ζωντανή και αυτός ο τύπος από πριν την έπιασε από το μπράτσο και την φίλησε...την ΦΙΛΗΣΕΕ,κάνοντας την καρδιά μου μικρά μικρά κομματάκια.
Αυτό που με ισοπέδωσε όμως ήταν ο μικρός μπόμπιρας που κράτησε στα χέρια του εκείνος ο τύπος.
«Πως ήρθε;»ψυθίρισα στον Μαρκ με κομμένη την ανάσα.«Και το κυριότερο ποιος είναι αυτός που φιλάει την Ρενέ..την Ρενέ μου!»είπα μέσα από τα δόντια μου.
Ο Μαρκ με κοίταξε παρακλητικά...
«Το 'ξερες;»ρώτησα«φυσικά και το ήξερες,που να πάρει Τερίσα.»
«Συγνώμη Νόα,αλλά η Τερίσα πρότεινε στην Ρενέ να γίνει κουμπάρα πριν από κάτι μέρες και μάλλον θα μας παντρέψετε.»
«Εγώ και εκείνη;Εκείνη και εγώ;Πάει καλά η ανηψιά μου;»
«Νόα σκάσε λίγο τώρα γιατί τώρα παντρεύομαι,θα τα πούμε μετά.»μούγκρισε ο Μαρκ.
Η Τελετή άρχισε και το βλέμμα μου καρφώθηκε δίπλα.Εκεί που στεκόταν εκείνη ακριβώς δίπλα του
«Γιατί έφυγες..»την ρώτησα...
Το βλέμμα της έδειχνε απογοήτευση,πόνο,μετάνια και πολλά άλλα που δεν μπορούσα να εντοπίσω.
«Ποιος είναι αυτός;»μου έριξε ένα δολοφονικό βλέμμα και συνέχισε την δουλειά της.
«Γκόμενος;Βρήκες γκόμενο..»με κοίταξε έντονα και με πάτησε με το τακούνι με όλη της την δύναμη την ώρα που ο παππάς έλεγε το "Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα"αυτό και αν ήταν συνχρονισμός.
Πετάχτηκα σαν ελατήριο φωνάζοντας,όλοι κοίταξαν προς το μέρος μας.Ρεζίλι είχαμε γίνει!Οο τέλεια με την ανώριμη συμπεριφορά και των δύο μας είχαμε
καταστέψει το μυστήριο.
Η Τερίσα μας έριξε ένα δολοφονικό βλέμμα και γύρισε μπροστά.
«Να μην σε νοιάζει τι κάνω με την ζωή μου.»άκουσα αργότερα την Ρενέ να μου ψυθιρίζει.Ήθελα να την αρπάξω από το μαλλί και να την σύρω μέχρι έξω από την εκκλησία και να της ρίξω λίγο ξύλο για να σοβαρευτεί.Ότι ήταν γλωσσού και τσαμπουκαλού ήταν,αλλά τώρα είχε ξεπεράσει τα όρια.Πρώτα με πάτησε και μετά μου είπε να μην με νοιάζει τι κάνει με την ζωή της;Αυτό και αν ήταν παρανοικό,πως να μην με νοιάζει,έφυγε χωρίς να με ακούσει,εντάξει έφταιγα και εγώ αρκετά,η ιδέα όμως ότι μπορούσα να την χάσω με τρόμαζε,ψέματα,με έκανε τρελό!
Έκανα λάθος,ναι το παραδέχομαι,αλλά είχα θέση στην ζωή της,μετά από τόσο καιρό είχα θέση,τουλάχιστον θα είχα μέχρι να ξεκαθάριζαν τα πράγματα μεταξύ μας.
«Με νοιάζει...»μούγκρισα..«Δεν νομίζεις πως πρέπει να λύσουμε κάποια πράγματα μεταξύ μας;»
«Όχι!»το βλέμμα που μου έριξε με έκαψε ολόκληρο.
«Δεν έχουμε να πούμε τίποτα,το θέμα τελείωσε.»που να πάρει και να σηκώσει,πόσο πεισματάρα μπορούσε να γίνει;
Ο γάμος ευτυχώς τελείωσε!Πόσο κρίμα ήταν που ο κολλητός μου και η ανηψιά μου πετούσαν σε πελάγοι ευτιχίας και εγώ δεν μπορούσα ούτε να χαμογελάσω.Στην πραγματικότητα έβραζα,ήθελα να την βάλω κάτω και να της δείξω ποιος έκανε κουμάντο ή έστω να φιλήσω αυτά τα όμορφα χείλη.
Μετά την εκκλησία όλοι οι καλεσμένοι κατευθύνθηκαν προς το κτήμα όπου θα γινόταν η δεξίωση.
Η διάθεση μου είχε φτάσει στα πατώματα,η μόνη που προσπάθησε να μου την φτιάξει ήταν η Αλίσια,δίχως αποτέλεσμα,βασικά για χάρη της γελούσα,αλλά από μέσα μου ένιωθα την καρδιά μου να κομματιάζεται σαν τους δίδυμους πύργους.
Στο τραπέζι καθόντουσαν τα πιο στενά πρόσωπα,και φυσικά και εκείνη με αυτόν τον τύπο που την κοιτούσε λες και ήταν επιδόρπιο,και αυτό το μωρό στην αγκαλιά του,απλά με αποσυντόνιζε.Και αν...και αν είχαν κάνει παιδί;Οοο θέε μου αυτό θα ήταν απαίσιο!
«Νόα μου,γιατί δεν μιλάς;»η Ελίζ φυσικά νοιαζόταν για εμένα,αλλά αυτή την στιγμή ήθελα να κλειστώ σε ένα υπόγειο και να μην βλέπω ανθρώπινο ον.
«Τι σου έχει πάρει το χαμόγελο σου,η μάλλον ποια;»μου χαμογέλασε σατανικά,άρχιζα να πιστεύω πως η αδερφή μου είχε κάποια ικανότητα να διαβάζει μυαλά.
«Ξέρω τι σκέφτεσαι,δεν είμαι μάντισα,απλά το βλέμμα σου τα λέει όλα και ξέρω ότι πονάς.Όμως την βλέπεις;Είναι ευτιχισμένη και όταν αγάπαμε έναν άνθρωπο και είναι ευτιχισμένος με άλλον πρέπει να τον αφήσουμε να φύγει όσο και να τον θέλουμε δικό μας.»όχι,δεν θα μπορούσα να σκεφτώ την υπόλοιπη μου ζωή μακριά της όσο και εγωιστικό και αν ακούγεται.
«Δεν μπορώ Ελίζ,όχι αν δεν της εξηγήσω πρώτα.»
Έστρεψα το βλέμμα μου προς το μέρος της,κρατούσε αγκαλιά της την Αλίσια και το μωρό και γελούσαν,ο τύπος δίπλα της γελούσε μαζί της και γαργαλούσε την κόρη μου,ποια την κόρη μου!Δαγκώθηκα για να μην του ορμήσω και τον κάνω δέκα χιλιάδες κομματάκια και έπειτα επέστρεψα το βλέμμα στην αδερφή μου.
«Ακουμπάει το παιδί μου..»είπα μέσα από τα δόντια μου.Η Ελίζ με στραβοκοίταξε.
«Είναι παιδίατρος,τα πάει καλά με τα παιδιά από ότι φαίνεται.»
«Να βάλει τα πτυχεία του εκεί που δεν ποιάνει μελάνι.»μούγκρισα και σηκώθηκα πάνω δραπετεύοντας από το θέατρο του παραλόγου που ήταν μαζεμένο σε ένα τραπέζι.Ο Κρις με ακολούθησε φωνάζοντας ξανά και ξανά το όνομα μου.Ο τυπος είχε κότσια,το είχε δείξει καιρό πριν.Ήξερε βασικά να με ηρεμεί,είχα βρει τον ψυχολόγο μου,όμως τώρα δεν ηρεμούσε τίποτα το αγρίμι μέσα μου,το οποίο περίμενε πως και πως να επιτεθεί.Ήθελα την μοναξιά μου και ένα τσιγάρο!
«Νόα,αν δεν σταματήσεις μα το θεό θα σε πλακώσω στο ξύλο και δεν με έχεις δει να ρίχνω ξύλο.»γέλασα και άρπαξα το μπουκάλι με το ουίσκι από ένα τραπέζι και βγήκα έξω,στον καθαρό επιτέλους αέρα.
«Ρίχνεις σαν γυναικούλα Κρίστοφερ!»μου έριξε ένα δολοφονικό βλέμμα επειδή τον είχα αποκαλέσει με το κανονικό του όνομα και ίσως επειδή τον είχα πει γυναικούλα,μα αυτή ήταν η αλήθεια,ο Κρις ήταν μόνο καλός στα λόγια.
«Ωραιά τότε θα τις φας από τον Άντριαν,εκείνος ρίχνει και μάλιστα αρκετά δυνατά για να γυρίσει το κεφάλι σου 360°.»
«Δεν έχω όρεξη Κρις,παράταμε...»μουρμούρησα..
«Καλά φεύγω,αλλά θα το μετανιώσεις!»
Μου έριξε ένα πονηρό βλέμμα και έφυγε.

Σαν το καλό κρασιWhere stories live. Discover now