Κεφάλαιο 33

8 2 0
                                    

  Βρισκόμαστε μέσα σε ένα δάσος, ξανά.Ο Πίτερ προχωράει μπροστά, ενώ εγώ και ο Ήθαν τον ακολουθούμε προσεκτικά.Δεν θέλουμε να μας βρουν οι ζωντανοί νεκροί.Δεν έχουμε όρεξη για κυνηγητά.Σε λίγο ξημερώνει.Σε λίγο ο ήλιος θα ανατείλει και θα κρυφτούν.Θα φύγουν.Θα απομακρυνθούν για λίγη ώρα.

<<Σσς...Το ακούτε;>> Μας ρωτάει ο λυκάνθρωπος και σταματάει να περπατάει.

   Το μόνο που ακούγεται είναι το φύσηγμα του κρύου αέρα.Μαζί του κινούνται και οι θάμνοι και τα φύλλα των δέντρων.Ακολουθούν τον ρυθμό του και μας εμποδίζουν να καταλάβουμε αν βρίσκεται κοντά μας κάποιο ζόμπι.

<<Είναι εδώ.Είναι πολλά.>> Λέει ο Πίτερ. <<Μπορώ να τα μυρίσω.>>

<<Τί θα κάνουμε τώρα;>> Τον ρωτάω και τον αρπάζω από το μπράτσο.

   Ο Πίτερ δε μου απαντάει αμέσως.Κοιτάζει γύρω του και μετά εξαφανίζεται.

<<Πού πήγε;>> Λέει ασυναίσθητα ο Ήθαν.

   Δεν περιμένει απάντηση.Το ξέρει πως δεν γνωρίζω ούτε εγώ πού έχει πάει ο Πίτερ.Δεν πέρασαν όμως, πάνω από δύο λεπτά, όταν ξαναεμφανίστηκε.

<<Είναι πάρα πολλά.>> Λέει και μας κοιτάζει φωτίζοντας με τον φακό το πρόσωπό του.<<Έχετε σκαρφαλώσει ποτέ σε δέντρο τη νύχτα;>> Ρωτάει κατευθείαν.

<<Δεν έχουμε σκαρφαλώσει ποτέ σε δέντρο γενικά! Ούτε τη μέρα!>> Λέει επιθετικά ο Ήθαν. <<Δε νομίζεις πως είναι ακατάλληλη η ώρα αυτή για να ρωτάς για τις ικαν...>>

<<Πρέπει να προσπαθήσουμε.>> Λέω διακόπτοντας τον Ήθαν. <<Μόνο έτσι θα σωθούμε.>>

<<Θα σας βοηθήσω εγώ.>> Λέει ο Πίτερ και μας απομακρύνει από το δέντρο.

    Με πιάνει από το αριστερό μου χέρι και μου ζητάει να τρέξω όσο πιο γρήγορα μπορώ.Στην αρχή δεν κατάλαβα γιατί, αλλά το τρέξιμο είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα καταφέρουμε να ανέβουμε επάνω στο συγκεκριμένο δέντρο.

<<Ένα...>> Λέει και πιάνει το χέρι μου ακόμα πιο σφιχτά.

<<Δύο...>> Ετοιμαζόμαστε και μόλις ο Πίτερ λέει τον αριθμό τρία, τρέχουμε.

    Σε μερικά δευτερόλεπτα, χωρίς να προλάβω να νιώσω την εμπειρία του να τρέχεις να λυκάνθρωπος, βρέθηκα στην κορυφή του δέντρου.Λίγο αργότερα, ο Πίτερ άφησε τον Ήθαν δίπλα μου.Δεν ξέρω γιατί, αλλά ξανακατέβηκε.Εγώ και ο Ήθαν πλησιάσαμε στην άκρη του χοντρού κλαδιού και τεντωθήκαμε ώστε να μπορούμε να βλέπουμε τί συμβαίνει.

<<Δεν θα σε αφήσω να την δεις...>> Φωνάζει ο Πίτερ.

<<Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό...>> Λέει ο άλλος άντρας ο οποίος δεν φαίνεται καλά.

   Ένα λεπτό πιο μετά, ο μυστηριώδης άντρας πλησιάζει τον κορμό του δέντρου, ανάβει τον φακό του και φωνάζει το όνομά μου.Είναι ο αδερφός μου.Με κομμένο το δεξί του χέρι και γρατζουνιές σε ολόκληρο το σώμα του.

<<Πεθαίνεις!>> Του λέει ο Πίτερ.

<<Γι' αυτό ,σε παρακαλώ, άφησέ με να την δω μια τελευταία φορά...Είναι η μικρή μου αδερφή.>> Τονίζει στεναχωρημένος ο Λίαμ.
    
Ο Πίτερ δεν του απαντά.Για λίγο επικρατεί νεκρική σιγή.

<<Όχι.>> Του λέει κοφτά και καρφώνει το μαχαίρι στο μέτωπο του αδερφού μου απότομα.

<<Λ...>> Αν δεν με σταματούσε ο Ήθαν θα είχα ουρλιάξει.Το έδαφος θα τρανταζόταν και πιθανότατα να πέφταμε από το δέντρο.

     Ο Πίτερ βλέπει να ζόμπι να τον περιτριγυρίζουν γρήγορα.Δεν μπορεί να φύγει από πουθενά.Αρπάζει το μαχαίρι που είχα καρφώσει πριν από λίγο στο κεφάλι του Λίαμ και τον φακό που έπεσε από τα χέρια του νεκρού άντρα και στέκεται με την πλάτη του κολλημένη στον κορμό του δέντρου.Παρακολουθεί μερικά από αυτά που τραβάνε το πτώμα του Λίαμ.Σκίζουν τη σάρκα του, μασάνε τα σωθικά του, γεμίζουν με αίμα τα πρόσωπά τους.Δεν θέλει να του το κάνουν αυτό.Δεν θέλει να γίνει η τροφή τους.

<<Δεν είμαι έτοιμος να ξαναπεθάνω.>> Λέει και αρχίζει να τρέμει.

    Θα τον βοηθούσα.Όμως σκότωσε τον αδερφό μου.Μπορεί ο Λίαμ να είχε μολυνθεί, αλλά ίσως να βρίσκαμε την θεραπεία πριν ο ιός καταλάβει μέχρι και το τελευταίο κύτταρο του σώματός του.

<<Βρείτε την θεραπεία!>> Φωνάζει και σβήνει τον φακό.


 


 


 

My love storyWhere stories live. Discover now