Πανικός

408 52 2
                                    

Ένιωθα τα χέρια του άντρα να με σφίγγουν ελαφρός και την χαρά που αναβλήθηκε από μέσα του με το που βγήκε από την κρυψώνα αλλά δεν μπορούσα να αντιδράσω, δεν με ένοιαζε τι ένιωθε. Το μόνο που είχε σημασία ήταν αυτό που θα πάθαινε.

"Πως τολμάς και με αγγίζεις μετά από όλα όσα έχεις κάνει". Χτύπησα το κεφάλι του με το δικό μου στην βάση της μύτης του για να χαλάσω το κράτημα του και να τον αποπροσανατολήσω, πράγμα που πέτυχε. Έκανε ένα βήμα πιο πίσω και με κοίταξε, το πρόσωπο του τόσο ερωτηματικό που με εκνεύριζε. Ανταπέδωσα το βλέμμα του, μόνο που από το δικό μου φαινόταν η ξαφνική μου τάση να σκοτώσω τον άντρα που υπήρχε μπροστά μου, ήμουν στα όρια της τρέλας και υπήρχε μόνο ένα πράγμα αρκετά ισχυρό που να μπορούσε να μου δώσει τόσο κίνητρο εκτός από τον θυμό μου.

"Κρι...".

"Μην λες αυτό το όνομα. Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να λες στο όνομα μου. Όχι όταν θα πρόκειται να πεθάνεις μπάσταρδε". Όρμησα πάνω του αμέσως χωρίς να περιμένω να μιλήσει άλλη φορά και άρχισα να τον χτυπάω όπου βρω, και το πρώτο μέρος που βρήκα για στόχο ήταν το πρόσωπο του. Πόσο καιρό περίμενα αυτήν την ευκαιρία, να τον έχω μπροστά μου και να του προκαλέσω τον πόνο που του αξίζει. Δεν σκεφτόμουν καθόλου τον που να βάρεσε ή πως ή με τι. Απλά συνέχισα να εξαπολύω μπουνιές και κλοτσιές σε όποιο μέρος του σώματος του έβρισκα, πλέον είχα αφήσει το κτήνος μέσα μου να ξεδιψάσει ελεύθερα.

Τον πέταξα στο πιο κοντινό δέντρο και συνέχισα να τον χτυπάω, στο στομάχι, στο πρόσωπο, στα πλευρά, δεν είχε σάλια εφόσον έβρισκα στόχο. Τότε ήρθε κάποιος από πίσω μου και μου έπιασε το χέρι αλλά τον πέταξε μπροστά και συνέχισα σαν να μην συνέβη τίποτα. Η όραση μου έγινε κόκκινη για ακόμα μια φορά και τον πέταξα στο έδαφος όπου συνέχισα να τον χτυπάω ακόμα πιο πολύ μόνο στο πρόσωπο. Δεν κρατιόμουν καθόλου, του άξιζε και με το παραπάνω για όλα όσα έχει κάνει, και κυρίως σε εμένα.

"Κρις σταμάτα, φτάνει. Πήρε αυτό που του αξίζει. Ο θάνατος απλά θα τον γλιτώσει από το μαρτύριο... Σταμάτα επιτέλους θες να χάσεις το μυαλό σου από όλη αυτήν την οργή"; Το χέρι μου πάγωσε καθώς ήταν έτοιμο να πέσει για ακόμα μια φορά στο σχεδόν κατεστραμμένο πρόσωπο του. Σήκωσα το βλέμμα μου από πάνω του και κοίταξα προς την κατεύθυνση από όπου ήρθε η φωνή. Τα μάτια μου ακόμα γεμάτα με μια τρέλα που είχε να με κυριεύσει για αιώνες και ήταν εκεί για χρόνια μέχρι να πάω στο σπίτι του Λούκας, έπεσαν πάνω στην Σάρα που κρατούσε την αδερφή μου η οποία ήταν θυμωμένη και φοβισμένη ταυτόχρονα και δάκρυα έπεφταν από τα μάτια της. Σιγά σιγά ο θυμός μου εξανεμίστηκε και την θέση του πήρε η γνώση του ποιου είχα από κάτω μου. Σηκώθηκα τρέμοντας από θυμό αλλά και φόβο γνωρίζοντας το τι έχω περάσει από αυτόν τον άντρα που κάποτε κάποιος θεωρούσε πατέρα και σύζυγο.

Ο Μαύρος Λύκος (Ο Μαύρος Λύκος Βιβλίο 1)(Now Completed)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα