20

130 3 0
                                    

Αποφάσισα να σηκωθώ. Αν δεν έκανα κάτι τώρα ίσως δεν είχα χρόνο ποτέ.

Ήταν η ευκαιρία μου να δραπετεύσω.

Τα βήματα μου ήταν αργά, μικρά αλλά προσεχτικά.

Ένιωθα πως δεν ήμουν μόνη μου στο δωμάτιο, κάτι δεν πήγαινε καλά.

Είμαι πραγματικά μόνη μου; Και αν ναι τότε γιατί με άφησε μόνη μου;

Μήπως δεν είχε ξυπνήσει ακόμα;

Ή με παράτησε για να δει πόσες μέρες μπορώ να επιβιώσω δίχως εκείνον;

Πλησίασα την πόρτα, την πόρτα που με κρατούσε αιχμάλωτη σε αυτή την κόλαση.

Ακούμπησα το πόμολο.

Μακάρι να είναι ανοιχτά.

Πήρα μια ανάσα και έστριψα το πόμολο.

Η καρδιά μου βάρυνε.

Για άλλη μια φορά είχα έρθει αντιμέτωπη με τον χειρότερο μου φόβο.

Φοβόμουν τόσο πολύ πως με παράτησε. Βέβαια θα έπρεπε να χαίρομαι που είναι μακριά μου.. σκεφτόμουν πως αν δεν γυρνούσε θα πέθαινα εδώ μέσα.

Ήθελα να χαστουκίσω τον εαυτό μου για το πόσο αξιολύπητα φερόταν αλλά δυστυχώς δεν μπορούσα να με ελέγξω διότι το συναίσθημα που κυριαρχούσε μέσα μου και έτρωγε όλα τα υπόλοιπα ήταν ο φόβος, με έτρωγε από μέσα προς τα έξω.

Αν ήθελα να επιβιώσω έπρεπε να κάνω μετρημένες κινήσεις.

Χτύπησα την πόρτα με τις γροθιές μου αλλά δεν έγινε τίποτα. Το μόνο που κατάφερα ήταν να τραυματίσω τον εαυτό μου.

Θα μπορούσα να φωνάξω. Ίσως κάποιος με άκουγε.

«ΒΟΗΘΕΙΑ, ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΏ ΒΟΗΘΉΣΤΕ ΜΕ»

Καμία απάντηση.

«ΒΟΗΘΕΙΑ»

Άρχισα να κοπανάω τις γροθιές μου στην πόρτα.

Έπρεπε να κάνω θόρυβο για να τραβήξω προσοχή.

«Β-ΒΟΗΘΕΙΑ»

Δεν μπορούσα να εμποδίσω τα δάκρυα που είχαν σχηματιστεί στις άκρες των ματιών μου.

Δεν γίνεται να μην με ακούει κανένας, να μην υπάρχει κανείς εκεί έξω για εμένα.

«ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ ΒΟΉΘΕΙΑ... ΜΕ ΈΧΕΙ ΑΠΑΓΆΓΕΙ ΕΝΑΣ ΤΡΕΛΌΣ»

Καυτά δάκρυα έπεφταν από τα μάτια μου και η σιωπή έκανε τα πράγματα χειρότερα.

Και αν περάσω όλη μου την ζωή εδώ μέσα; Και αν ποτέ δεν ξαναδώ το φως του ηλίου;

«ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΌΣ! ΣΑΣ ΙΚΕΤΕΎΩ. ΘΈΛΩ ΒΟΉΘΕΙΑ»

Χτύπαγα τις γροθιές μου ακατάπαυστα στην πόρτα.

Ξαφνικά κάτι άκουσα...βήματα.

Έκανα απόλυτη ησυχία για να καταλάβω από που προέρχονται.

Δεν ακούγονταν σαν να έρχονται από έξω αλλά από μέσα από το δωμάτιο.

Αποκλείεται.

Το σώμα μου σφίχτηκε και η καρδιά μου κόντευε να πεταχτεί έξω από το στήθος μου.

Ο αέρας ξαφνικά δεν ήταν αρκετός.

Ανατρίχιασα ολόκληρη.

Τα βήματα ακούγονταν σαν να με πλησιάζουν όλο και πιο πολύ.

Μια τσιρίδα ξέφυγε από μέσα μου ανεπαίσθητα.

«Τι κάνεις;»

Η φωνή του κατέβηκε επικίνδυνα μια οκτάδα. Ήταν βαριά αλλά ταυτόχρονα ήρεμη.

«Σ-Σ-Συγγνώμη»

Δεν μπορούσα να περιορίσω το τρέμουλο μου ούτε να γυρίσω να τον κοιτάξω.

«Πίστευα πως είσαι διαφορετική»

Τον φοβόμουν τόσο πολύ. Αυτή η ηρεμία του έδινε στον εγκέφαλο μου το μύνημα να τρέξει, να αμυνθεί, χτυπούσε το καμπανάκι κινδύνου.

«Α-Αρη λ-λυπάμαι»

Έσφιξα το χέρι μου σε μια προσπάθεια να ηρεμήσω τον εαυτό μου αλλά το τρέμουλο δεν σταμάτησε.
















Άννα Where stories live. Discover now