13

149 5 2
                                    

Δεν γνωρίζω πόση ώρα είχε περάσει που ήμουν στο έλεος του, στο πάτωμα, εξαντλημένη.

Σήκωσα το κεφάλι μου για να κοιτάξω αν ήταν στο δωμάτιο ή είχε φύγει.

Η έννοια του χρόνου είχε χαθεί.

Μπορεί να βρίσκομαι σε αυτή την στάση μια ώρα ή μονάχα ελάχιστα λεπτά.

Είδα τις άκρες των παπουτσιών του και με δύναμη έσκυψα το κεφάλι μου πάλι.

Ο μοναδικός ήχος σε αυτό το κρύο, βασανιστικό δωμάτιο ήταν ο ήχος
από τα αναφιλητά μου.

«Ακούγεσαι τόσο πολύ»

Δεν μίλησα.

Ποιο το νόημα να απαντήσω;

Τι θα έλεγα;

Πως την επόμενη φορά δεν θα κλαίω; Ή πώς θα το απολαύσω;

«Σου επιτρέπεται να σηκωθείς»

Σήκωσα το κεφάλι μου αργά γιατί πονούσα απίστευτα.

«Σκύψε πάλι»

Η φωνή του απότομη.

Έσκυψα και το σώμα μου άγγιξε το πάτωμα πάλι.

Τι έκανα λάθος;

«Καλό κορίτσι»

Είπε σαν να ήμουν σκύλος και το χέρι του χάιδεψε το κεφάλι μου.

«Σύντομα θα μάθεις να με ευχαριστείς»

Να τον ευχαριστώ;

Ένα κύμα φόβου με διαπέρασε

Θα μπορούσε να με αλλάξει τόσο πολύ ώστε να μην είμαι πλέον η Άννα; Να γίνω μια άλλη γυναίκα, μια γυναίκα άβουλη, υποτακτική που θα ζει για να τον ευχαριστεί;

Πέρασαν αρκετά λεπτά που με άφησε να χαθώ στις σκέψεις μου.

«Σήκω όρθια»

Σηκώνομαι όσο πιο γρήγορα μπορώ ώστε να μην με αναγκάσει να σκύψω ξανά.

Δεν θέλω να τον αντικρίσω.

Ντρέπομαι τόσο πολύ.

Πως κοιτάς έναν άνθρωπο στα μάτια μετά από αυτό;

Με είχε βάλει να υποκλιθώ μπροστά του ημίγυμνη σαν να ήταν θεός και εγώ σκλάβα που τον λατρεύει.

«Κοίταξε με στα μάτια»

Με πλησιάζει και αρπάζει το σαγόνι μου, το παγιδεύει ανάμεσα στα χέρια του και το σηκώνει ελαφρά ώστε τα μάτια μου να συναντήσουν τα δικά του.

Το δάχτυλο του σκουπίζει τα δάκρυα μου.

«Θα πάμε να κάνεις ένα μπάνιο»

Άννα Where stories live. Discover now