|5| Ο επισκέπτης της

48 7 5
                                    

Είχε πια βραδιάσει. Ο Έκτορας καθόταν εκεί και χασκογελουσε στα κακογουστα αστεία των υπολοίπων βασιλιαδων. Ήταν ώρα για την Ανδρομάχη και τις υπόλοιπες γυναίκες να αποχωρήσουν από την αίθουσα. Αυτό ήταν το πρέπον. Η Ανδρομάχη ανέβηκε πάνω στην κάμαρή της πλυθηκε και φόρεσε το νυχτικο της με την βοήθεια της υπηρετριας. Μόλις βεβαιώθηκε πως έφυγε σηκώθηκε από το κρεβάτι της και έκανε βόλτες στον διαδρόμους.

Δεν μπορούσε να κοιμηθεί με την μορφή του Έκτορα να τριγυρνάει στο μυαλό της. Μόλις πήγαινε να την πάρει ο ύπνος έβλεπε να   καστανα του μάτια να την κοιτάνε πονηρά και τα μαλλιά του να πέφτουν μπροστά στα μάτια του και εκείνος να χαμογελάει. Αυτό το χαμόγελό του την τρελαίνε. Ήταν το πιο ωραίο χαμόγελο που είχε δει ποτέ. Κάθε φορά που τον σκεφτόταν η καρδιά της φτερουγιζε. Δεν το είχε ξαναζήσει αυτό το συναίσθημα.

Είχε πάει πια η ώρα πολύ αργά. Σε λίγο θα ξημερωνε. Άκουσε τότε πατημασιές ανδρών να ανεβαίνουν στα δώματά τους. Για να μην γίνει αντιληπτή πήγε στην κουζίνα. Καθόταν εκεί στην γωνίτσα μέχρι που επικράτησε απόλυτη ησυχία. Τότε σηκώθηκε να γυρίσει πίσω στην κάμαρή της.

Περπατώντας στον τεράστιο διάδρομο άνοιξε μια από τις βαριές κουρτίνες και παρατήρησε πως ο ήλιος ανατείλε. Της άρεσε τόσο πολύ η ανατολή του ήλιου. Μπορούσε να την κοιτάει για ώρες. Τότε όμως βιαζόταν.

Άνοιξε σιγά σιγά την πόρτα και μπήκε μέσα στην κάμαρη. Την Ρ κλείσε πολύ αργά για μην κάνει κάποιον θόρυβο. Τότε πήγε στο παράθυρο που βρισκόταν μπροστά από το ξύλινο κρεβάτι της. Ήθελε πολύ να δει την ανατολή. Αφαιρέθηκε. Το μυαλό της ταξίδευε σε άλλους ωκεανούς από αυτόν που βρισκόταν μπροστά της.

Τότε ακούστηκε μια φωνή,
"Που ήσουν Ανδρομάχη;"

Τότε η Ανδρομάχη γύρισε σιγά σιγά το κεφάλι της ενώ προσπαθούσε να αφουγκρασρει την βαριά φωνή που είχε μόλις ακούσει. Τότε είδε αυτόν να στέκεται πίσω από την ντραπαρια* και να κοιτάζει μέσα στα γκριζοπρασινα μάτια της.

Τότε υποκλίθηκε.
"Τι κάνετε εσείς εδω;" ρωτησε σαστισμενα.

"Στον ενικό Ανδρομάχη. Θα γινομασταν μια οικογένεια"
"Σωστα... Τι κάνεις εδώ Έκτορα;"
"Ήρθα να βεβαιωθώ πως είσαι καλά. Τα νέα για τον αδελφό μου πρέπει να σε συνέτριψαν." είπε διατηρώντας ένα σοβαρό και αγέρωχο ύφος.

"Ε..ναι..." ανταποκριθηκε αμέσως η Ανδρομάχη. Της είχαν κοπεί τα πόδια. Ένιωθε ενοχή, σαν όλα αυτά που σκεφτόταν ο Έκτορας μπορούσε να τα δει.

Και οι δύο σωπασαν. Έμειναν όρθιοι και κοιτούσαν ο ένας τον άλλο. Τα μάτια του ενωνοντουσαν και μαζί με αυτά και οι ψυχές τους. Ανεκτησε τότε το θάρρος του ο Έκτορας, που είχε χάσει από το μαγευτικό βλέμμα με το οποίο τον κοιτούσε το γοητευτικό κορίτσι που βρισκόταν μπροστά του.

"Κρίμα για τον αδερφό μου πάντως." Είπε και τότε η Ανδρομάχη ένευσε καταφατικά νομίζοντας πως αναφέρεται στον θάνατό του.

"Να έχει την ευκαιρία να βρεθεί με μια τέτοια γυναίκα στο πλευρό του και να μην μπορεί πια." ολοκλήρωσε την πρόταση του και έκανε ένα βήμα μπροστά. Ένα βήμα πιο κοντά στην Ανδρομάχη.

"Αυτό πιστεύεις;" είπε τότε η Ανδρομάχη, αμφισβητουμενη τα λεγόμενα του.

"Βέβαια. Είσαι μια ξεχωριστή γυναίκα Ανδρομάχη."

"Τι με κάνει τόσο ξεχωριστή;" ξεστόμισε τότε χωρίς να σκεφτεί.

Ο Έκτορας δεν ήξερε τι μα απαντήσει. Η σιωπή του έκανε την Ανδρομάχη να μετανιώσει από που είχε μόλις πει.

Ο Έκτορας έκανε να φύγει αλλά δεν μπορούσε. Τότε γύρισε την κοίταξε, και πήγε και στάθηκε ακριβώς μπροστά της.

*ντραπαρια: παραβάν

Μέχρι Το Τέλος Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora