1

279 8 23
                                    

Ακούω τον άνεμο να σφυρίζει, να χορεύει άγρια γύρω από τα δέντρα και μέσα στα σπίτια, να αφήνει μικρές κραυγές.

Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά καθώς ακούω την άχαρη μελωδία του. Με τρομάζει αλλά ταυτόχρονα με συναρπάζει και με ηρεμεί.

Αναρωτιέμαι αν είχε φωνή τι θα μου έλεγε. Θα φώναζε ή μήπως θα με έπαιρνε στην αγκαλιά του και θα μου έλεγε ευχάριστες ιστορίες;

Πάντα μου άρεσε η κακοκαιρία γιατί ξυπνούσε το καλλιτεχνικό κομμάτι του εαυτού μου, με έσπρωχνε να δημιουργήσω και κατά κάποιο τρόπο με παρηγορούσε..

μου ψιθύριζε "όλα θα πάνε καλά, μην τα παρατάς.."

Προχωράω με αργό ρυθμό προς το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας μου και τραβάω την κουρτίνα ώστε να βλέπω την θέα από έξω.

Τα μάτια μου πέφτουν πάνω στα
τρία επιβλητικά κυπαρίσσια που
στέκουν σαν φρουροί δίπλα από
την μαύρη σιδερένια πόρτα που στην
κορυφή της έχει λεπτά κάγκελα που θυμίζουν κλαριά τριανταφυλλιάς.

Θα ήθελα να κάτσω όλη την νύχτα ξύπνια και να ακούω τον αέρα να χτυπιέται. Βέβαια δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Έχω υποχρεώσεις την επόμενη μέρα.

Πάντα μου έφερνε θλίψη το γεγονός πως δεν μπορώ να ευχαριστηθώ απλές στιγμές, με κάνει να θέλω να τα παρατήσω όλα και να κάνω αυτό που λαχταρά η καρδιά μου πάνω από όλα, να γράψω.

Θέλω να χαθώ ανάμεσα στις λευκές σελίδες του ημερολογίου μου. Θέλω να χαθώ εκεί που δεν φοβάμαι και
δεν κατηγορώ τον εαυτό μου. Θέλω
να χορέψω αγκαλιά με την φαντασία μου και τις αλλόκοτες σκέψεις μου.

Δάκρυα κυλούν από τα μάτια μου και τα σκουπίζω αστραπιαία.

Δεν μπορώ να επιθυμώ κάτι που δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ.

Όταν λέω ότι θέλω να γράψω εννοώ ότι θέλω να κάνω μόνο αυτό. Είναι το μοναδικό πράγμα που ηρεμεί την ψυχή μου.

Όταν δεν μπορώ να γράφω αισθάνομαι ότι δεν είμαι ο εαυτός μου, ένα κύμα θλίψης με πλακώνει. Δεν θα ήθελα να αναπνέω αν δεν μπορούσα να γράφω.

Πάντα οι σκέψεις μου ήταν πιο έντονες την νύχτα, με κρατούσαν ξύπνια και με βασάνιζαν.

Τα μάτια μου ήταν καρφωμένα στο παράθυρο. Η νύχτα με μάγευε, ήταν τόσο όμορφη αλλά και επικίνδυνη την ίδια στιγμή. Όλα είναι σκούρα έξω.

Μόνο το σκοτάδι κυριαρχεί και κάνει την καρδιά μου να τρέμει από τον φόβο.

Γιατί το φοβάμαι; Γιατί είμαι απόλυτα αδύναμη σε αυτό... Γιατί το ζωώδες ένστικτο ξυπνάει από μέσα μου και πνίγει κάθε είδους λογικής.

Όλα στην ζωή έχουν να κάνουν με αυτό το ένστικτο μέχρι και η αγάπη.

Όταν αναφέρομαι σε αυτό το ένστικτο αναφέρομαι στην ανάγκη να προστατέψει κάποιος τον χώρο του ώστε να αισθάνεται ασφάλεια.

Έτσι και στην αγάπη.. αναζητούμε κάποιον που θα μας προσφέρει ασφάλεια και θα σταθεί δίπλα μας όταν οι γονείς μας δεν θα είναι εν ζωή.

Δυστυχώς όσο ανεξάρτητοι και αν υποστηρίζουμε ότι είμαστε κάνουμε λάθος.

Κανένας δεν μπορεί να ζήσει εντελώς μόνος του και αν τα καταφέρει θα ζει μέσα στην θλίψη και την άρνηση.

Γι'αυτό και εγώ συνεχίζω και ζω μαζί με τους ανθρώπους που είναι γύρω μου και ας μην αισθάνομαι την αγάπη τους και ας αισθάνομαι ότι είμαι εκεί μόνο και μόνο για το συμφέρον τους.

Ξαπλώνω στο κρεβάτι και αγκαλιάζω το μαξιλάρι μου σφιχτά. Το σφίγγω στο στήθος μου και γυρνάω το σώμα μου προς τον τοίχο.

Ένα σωρό σκέψεις τρέχουν στο
μυαλό μου, η μια μετά την άλλη
σαν σταγόνες βροχής.

Διακόπτονται αμέσως από έναν θόρυβο που μου κόβει την ανάσα.

Βήματα.


Άννα Where stories live. Discover now