ΚΕΦΑΛΑΙΟ 41

285 11 6
                                    

Το παράνομο ζευγάρι γύρισε προς το μέρος της Τζάνις. Η γυναίκα είχε πέσει στο πάτωμα ακίνητη με κλειστά,κλαμένα μάτια. Η Έμιλι γονάτισε δίπλα της τρομαγμένη. Την πήρε στην αγκαλιά της , σοκαρισμένη.

-"Μαμά." Χτύπησε τα μουτζουρωμένα μάγουλα της γυναίκας , μα δεν πήρε απάντηση. "Μαμά! Με ακούς;" Δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια της , λόγω ενοχών. Τα χέρια της έτρεμαν. Όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα. Η ίδια ήταν απλά θύμα της μοίρας και των λαθών του παρελθόντος.

-"Καλώ ασθενοφόρο να έρθει." Ο Τζέρεμι προσπάθησε να φανεί ήρεμος για να καθησυχάσει την αγαπημένη του. Και τα δικά του χέρια έτρεμαν επίσης. Αφού το κάλεσε γονάτισε δίπλα στην κοπέλα. "Δεν ήθελα να συμβεί αυτό. Τί κάναμε;" Είπε μπερδεμένος. Ένιωθε σαν δολοφόνος και δεν το άντεχε.

-"Εσύ πρέπει να φύγεις. Εγώ θα πάω στο νοσοκομείο." Γύρισε να τον κοιτάξει σαν χαμένη. Με υγρά μάτια και ένοχο βλέμμα.Προς στιγμήν τον σιχάθηκε. Τον ίδιο μα και τον εαυτό της. Ένιωθε τόσο βρώμικη, αμαρτωλή. "Θα σου τηλεφωνήσω." 

Το αγόρι έσκυψε και την φίλησε με ένταση."Εντάξει θα σε περιμένω." Πήρε τη τσάντα του κι έφυγε τρέχοντας.

~~



Το παντρεμένο ζευγάρι καθόταν στις καρέκλες του νοσοκομείου. Η νέα χρονιά τους βρήκε με τον χειρότερο τρόπο. Με μια τραγική  αποκάλυψη που κατέληξε σ' ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Η Έμιλυ καθόταν στην καρέκλα, με το κεφάλι ν' ακουμπά τα χέρια. Τα ξανθά μαλλιά της είχαν μπλεχτεί και τα μάτια της είχαν κοκκινίσει.  Είχε ξαναβρεθεί σε αυτή τη θέση στο παρελθόν. Τώρα όμως είχε καταφέρει να προκαλέσει στη μητέρα της ένα σοβαρό ατύχημα. Ο πόνος ήταν αβάσταχτος.

Ένα ατύχημα, όπου ποτέ ξανά δεν θα ήταν η ίδια. Δεν την είχε σκοτώσει, μα την είχε αχρηστεύσει. Από δω και πέρα κάποιος άλλος θα έπρεπε να την φροντίζει. Η καρδιά της τελικά δεν ήταν από πέτρα, έσπασε. Δεν άντεξε την προδοσία και την πραγματικότητα. Της προκάλεσε αυτό που φοβόταν. Αυτό που κατέκρινε και σιχαινόταν."Μπήκα και την είδα έτσι. Δεν ξέρω.." Απάντησε στην ερώτηση του άνδρα της.

Ο Ρότζερ της χάιδευε την πλάτη. "Μην κλαις άλλο, σε παρακαλώ. Δεν οφελεί..Δεν φταις εσύ." Πονούσε να την βλέπει στεναχωρημένη. Πάντα έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να την ευχαριστεί. 

Στην τελευταία του φράση η κοπέλα άρχισε να κλαίει πιο έντονα. Εγώ φταίω, μόνο εγώ.. Σκεφτόταν απογοητευμένη από τον ίδιο της τον εαυτό. Την δειλία και την απροσεξία της. Της ίδιας μα και του παράνομου εραστή της. "Πάω λίγο στην τουαλέτα." Είπε τελικά. "Και μετά θα πάω να ρωτήσω για τα αποτελέσματα εξέτασης αίματος που είχα κάνει πριν λίγο καιρό. Θυμάσαι;" Ο άντρας έγνεψε θετικά.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΑΓΑΠΗΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα