Τελευταίο Βλέμμα | Βιβλίο 1 ✓

By medicina-

5.6K 761 3.6K

«Μην ζητάς συγγνώμη επειδή αγαπάς. Ζήτα συγγνώμη για αυτά που κάνεις για την αγάπη και πονάνε.» -1 ΘΕΣΗ στην... More

01. That Strange Behavior Again
02. Accidentally, There Was An Accident
03. Creative Deaths With Trash And Skulls
04. Your Time Is Done
05. Loud Secrets
06. No Place Like Home
07. Dead Love & You Are Dead, My Love
08. Hating You Made My Pain Easier
09. Hiding His Real Face In Shades Of Grey
10. Who Knocked Your Door, Olivia?
11. Error 404 Person Not Found
12. You Could Call Her Impulsive
13. What Did You Say To Peter, Natalie?
14. She Could Be A Puppet In Their Game
15. City Of Angels, Baby | Part 1
16. City Of Angels, Baby | Part 2
17. City Of Angels, Baby | Part 3
18. You Were Being Followed, Suprise?
19. Just Some Numbers Away
20. Why Would A Liar, Lie?
21. Trust And Betrayal Are Siblings
22. Sinners And Blood(y) Kisses
24. Our Corner Of The Universe
25. Just Love Me, Please?
26. Majestic Beauty
Acknowledgements
Bonus. My Letter To You

23. Cold, Cold, Cold

143 24 156
By medicina-

(Α/Ν Τα italics σε αυτό το κεφάλαιο αναφέρονται σε flashback τής παιδικής-εφηβικής ηλικίας τού Dylan και αφορούν άμεσα τον Peter)

«Αυτή είναι η αλήθεια Johnson.» λέω μονάχα, οι κόρες τού νεαρού μπροστά μου διαστέλλονται και σχεδόν μπορώ να διακρίνω την φωτιά που δαμάζουν τα μάτια του.

«Η αλήθεια είναι πως είσαι είσαι ένα καθίκι.»

Είσαι καθίκι, Dylan; Είσαι;

«Μην το λες αυτό.»

«Ποιο; Ότι είσαι καθίκι;»

Η φιγούρα μπροστά μου απλώς γελάει. Ο Peter, θα μπορούσε να πεις κανείς, είχε κάνει μία δραστική αλλαγή χαρακτήρα. Η διστακτικότητα και η μυστικοπάθεια που τον περιτριγυρνούσε, είναι σχεδόν μακρινή ανάμνηση.

Σαν να έβλεπα μπροστά μου ένα διαφορετικό άτομο. Ξάφνου, το γέλιο του σταματάει και μένει να κοιτάζει αφηρημένα τον τοίχο. Εκνευρίζομαι. «Μαλακισμένε, άκουσέ με.»

«Δεν μπορώ.»

«Δεν θέλεις, όχι δεν μπορείς.»

Ο Peter φαίνεται να ξαναβρίσκει τον εαυτό του, μακριά από το κεφάλι του, γυρνάει το κεφάλι του προς την μεριά μου και μπορώ να αναγνωρίζω την επιθετική διάθεσή του.

Χωρίς να μιλήσει, μένει να με κοιτάει. Καταφέρνω να ενώσω το παρόν με το πλήθος των αναμνήσεών μου. Η παιδική φιγούρα τού Peter εμφανίζεται μπροστά μου, σχεδόν δίπλα στην τωρινή.

 «Τι εννοείς;» με ρωτάει η τωρινή μορφή του, και οι αναμνήσεις θολώνουν στο μυαλό μου.

«Δεν θέλω να πάω σπίτι.» ψιθυρίζει η φιγούρα στην αναμνήσεις μου. Τα μάτια του Peter, στρογγυλά και στενάχωρα με μπερδεύουν.

«Γιατί;»

O Peter κοιτάζει γύρω του, και τυλίγει τα κορδόνια τού παντελονιού του προσεκτικά. «Ε, απλά η μαμά είναι τόσο στεναχωρημένη συνέχεια και δεν θέλω να δω στα αλήθεια τον μπαμπά.»

Ο δικός μου μικρός εαυτός συμφωνεί ασυναίσθητα. Ούτε εγώ ήθελα να πάω σπίτι, αλλά επειδή δεν ήθελα να ακούσω τον μπαμπά να μιλάει άλλο για την δουλειά του.

«Τι έχει η μαμά σου;» ψιθυρίζω περίεργος.

«Είναι πάντα στεναχωρημένη!» η μικρή τσιριχτή φωνή τού Peter ακούγεται εκνευρισμένη. Μερικά βλέμματα γυρνάνε προς το μέρος μας. Τους κοιτάζω επίπονα, ελπίζοντας να γυρίσουν πίσω στις δουλειές τους. Μερικοί το κάνουν.

«Μην φωνάζεις, ηρέμησε.»

«Μην μου λες τι να κάνω! Όλοι αυτό κάνουν, κάνε αυτό, κάνε εκείνο!» Η φωνή του Peter γυρνάει σχεδόν φοβισμένη προς εμένα. Αρπάζω το χέρι του, το οποίο προσπαθεί να διώξει μακριά φωνάζοντας- και τον βάζω να κάτσει σε ένα παγκάκι στο πάρκο μπροστά από το σπίτι του.

«Σου λέω να ηρεμήσεις γιατί την προηγούμενη φορά που αγχώθηκες τόσο, δεν μπορούσες να πάρεις ανάσα!» φωνάζω επίσης. Ο Peter μαζεύεται ακριβώς δίπλα μου, τα χέρια του έχουν πάρει ένα ελαφρό άσπρο χρώμα, από την προσπάθειά του να τραβήξει τα κορδόνια στα παντελόνια του περισσότερο.

Δεν απαντάει αλλά αναγνωρίζω το πρόσωπο απόγνωσής του. Είναι το ίδιο που έχει κάθε φορά πριν χάσει την ανάσα του ή υιοθετήσει εκείνη την επιθετική συμπεριφορά απέναντί μου.

«Ηρέμησε.» Λέω και προσπαθώ να βάλω ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου, ένα μικρό, για να τον κάνω να νιώσει καλύτερα.

«Απλά προσπαθώ να πάρω ανάσα.»

«Τι εννοείς;» ρωτάω.

«Δεν μπορώ να ακούω άλλο τις φωνές.»

«Ποιες φωνές, Peter; Κανένας δεν φωνάζει.»

«Εσύ δεν μπορείς να την ακούσεις, είναι πολύ σιωπηλές.»

Τον κοιτάζω ερευνητικά, τα χέρια του έχουν χαλαρώσει ανεπαίσθητα, παίρνοντας πίσω εκείνο το ροζ χρώμα πίσω. Τώρα πια βρίσκονται στις άκρες των ποδιών του, αφήνοντας τις κορδέλες ήσυχες να ακουμπήσουν στο ύφασμα τού παντελονιού του. Το πρόσωπό του, αν και έχει χάσει την ενέργεια που συνήθως έχει, φαίνεται να ανήκει σε άλλο άτομο. Το σφίξιμο στο σαγόνι, τα μισόκλειστα μάτια που κοιτάζουν τα πεσμένα φύλλα. Η εικόνα αναστατώνει μέχρι και εμένα.

Προσπαθώ να αφουγκραστώ και να ακούσω τους ήχους που ακούει αυτός. Δεν τα καταφέρνω. Τον κοιτάζω πλαγίως, αυτός δεν με κοιτάζει, παρατηρεί ακόμα τα φύλλα.

«Μερικές φορές νιώθω πως μιλάω με χιλιάδες άτομα ταυτόχρονα.»

«Τι εννοείς;»

«Μην με ρωτάς αυτήν την ερώτηση.» ψιθυρίζει.

«Γιατί;»

«Γιατί όταν το κάνεις, θέλω να σε πληγώσω άσχημα.»

'Τι εννοείς;' ήθελα να ρωτήσω. Αλλά ποτέ δεν το έκανα.

«Peter.» αναστενάζω. Ο φίλος μου για μία στιγμή ψυχικού σθένους, μοιάζει να νιώθει υπεράνω, παρά τις συνθήκες που βιώναμε αυτήν την στιγμή.

Τα χαρακτηριστικά του σκληραίνουν στον ήχο τού ονόματός του. Μένω να τον παρατηρώ.

Μπορώ να νιώσω σχεδόν την ένταση να φεύγει από το σώμα του καθώς αναπνέει, με την δύναμή του να μην φεύγει στιγμή από το παιχνίδι.

«Είσαι φίλος μου.» Προσπαθώ να ξεκινήσω τον μεγάλο μονόλογο που σκέφτηκα καθώς προσπαθούσα να κοιμηθώ εχτές το βράδυ. Πήρα μία βαθιά ανάσα πριν συνεχίσω να μιλάω. «Αλλά δεν σε αναγνωρίζω. Που πήγε ο νεαρός που νοιάζεται μόνο για τα λεφτά και το πως θα περάσει το βράδυ του; Γιατί βλέπω αυτό το πρόσωπο μπροστά μου; Μια φιγούρα αδύνατη, ένα πρόσωπο κάποιου αδύναμου. Μαλθακός εξαιτίας μίας σαχλοφοιτήτριας!»

Η σιωπή του είναι και η απάντησή του.

«Κάποτε μου έλεγες τα πάντα.» Ποτέ δεν μου είπε τα πάντα. Τι τον φόβιζε τόσο πολύ σαν παιδί. «Τι άλλαξε;»

Πλέον κοιτούσε τον τοίχο μπροστά μου, αφήνοντας τον κόσμο να θορυβεί γύρω του. 

«Σταμάτα να το κάνεις αυτό, διάολε! Τι πάει λάθος μαζί σου;»

«Σταμάτα να μιλάς Dylan!» Η χροιά της φωνής του άλλαξε τόνο, παίρνοντας μια πιο βαθιά απόχρωση στον ήχο της. 

«Όχι! Για όνομα, τι συμβαίνει στο κεφάλι σου; Συνειδητοποιήσεις τι παθαίνεις εδώ μέσα, ή τι παθαίνει η φιλενάδα του η Rain Wright έξω από αυτό το δωμάτιο; Ή ακόμα, η αγαπημένη σου Olivia Russel;»

Η προσοχή του παρέμεινε στο τοίχο αν και μπορούσα να διακρίνω τους μυς του να τσιτώνονται όσο ποτέ άλλοτε. Έμοιαζε παγωμένος από τον θυμό, ενώ ταυτόχρονα καυτός από το ίδιο συναίσθημα. Τρομοκρατημένος αλλά πανίσχυρος, την ίδια ακριβώς στιγμή.

«Εξαιτίας της παίρνεις αυτήν την γενναία φιγούρα; Πολύ φοβάμαι πως η δεσποινίδα σου, δεν το εκτιμάει ιδιαίτερα αυτήν την στιγμή. Ιδιαίτερα όταν από το πρωί δεν έχει πάψει να απαιτεί βοήθεια.»

«Τι εννοώ;» Η ματιά μας κλειδώνει και κάτι σαν προδοσία είναι η μόνη λέξη που μπορώ να διαβάσω στο πρόσωπό του.

«Κάποιος ήταν πιο σκληρός από συνήθως.»

«Έτσι και την έχετε αγγίξει- έτσι και την έχετε-»

«Αν ανησυχείς για πληγές, δεν έχει κάτι τελείως φανερό πια. Ο Mark λέει πως δεν πρέπει να πειράζουμε το εμπόρευμα. Το δέρμα πρέπει να είναι λείο, χωρίς πληγές, παρθενικό.»

Όσο ο ίδιος συνειδητοποίησε την σημασία της εξομολόγησής μου, ένιωσα ξανά όπως ένιωθα μικρός δίπλα του. Ανίσχυρος, όσο άρχισε να δείχνει κάθε σκληρό του πρόσωπο, θυμήθηκα το πληγωμένο παιδάκι. Το τραυματισμένο παιδάκι.

Τώρα ξέρει τι εννοώ όταν μιλάω για συνέπειες και για κακό δικό του, δεν είμαι διατεθειμένος να τον σώσω από τους μπελάδες του αυτήν την φορά.

«Έχεις κάνει τις ασκήσεις;» 

«Ποιες ασκήσεις;» ψιθυρίζει ο Peter στο αφτί μου διακριτικά. Ο καθηγητής ιστορίας αγνοεί την ύπαρξή μας, δύο θρανία μπροστά. Το ντοκιμαντέρ για τον εμφύλιο ήταν η τέλεια ευκαιρία για να ξεκουράσει τα μάτια του.

«Μαθηματικών.»

«Είχαμε ασκήσεις;» ρωτάει ανήξερος και ρουθουνίζω εκνευρισμένος. Ναι, είχαμε!

Δεν απαντάω. Εκείνος γύρισε εκνευρισμένος προς την καρέκλα του, όπου είχε την τσάντα του. Βγάζοντας ένα τετράδιο από εκεί, το άπλωσε στο θρανίο, ξεχνώντας την ύπαρξη του καθηγητή και το γεγονός πως υποτίθεται πως είμαστε αφοσιωμένη στην οθόνη και στην φωνή του αφηγητή.

Ο Peter ξεφυλλίζει το τετράδιο και φτάνει στην τελευταία γραμμένη σελίδα. Περνάει λίγες στιγμές κοιτάζοντάς την ακίνητος. Προσπαθώ να καταλάβω τι κοιτάζει. Προς έκπληξή μου, η άσκηση που εγώ δεν έλυσα ήταν στην σελίδα του, γραμμένη, με εξηγήσεις και λύση. Ρουθουνίζω ξανά. «Εσύ τώρα γελοίε δεν είπες πως δεν έλυσες την άσκηση;»

«Μα έτσι νόμιζα.»

«Τι εννοείς;» με κοιτάζει απότομα. Προσπαθώ να διορθώσω το λάθος μου, δεν του αρέσει να του λέω αυτήν την φράση. Θυμίζω στον εαυτό μου εκείνο το φθινόπωρο στο παγκάκι. Με διορθώνω: «Τι νόμιζες δηλαδή;»

«Δεν θυμάμαι να λύνω την άσκηση.» 

«Σιγά, θα ήσουν τόσο κουρασμένος που θα πήγες για ύπνο μετά. Το έχω πάθει.» συμπεραίνω τυπικά και το νεύμα του φίλου μου μαρτυράει τις σκέψεις του. Κάποιος παραείναι κουρασμένος τελευταία.

«Κοιμάσαι καθόλου το βράδυ; Μοιάζεις αγχωμένος.»

«Όχι, δεν με παίρνει ύπνος. Μέσα στην μέρα κοιμάμαι έτσι στα ξαφνικά και ξυπνάω κάνοντας ό,τι πιο περίεργο μπορείς να φανταστείς.»

«Να χέζεις, ας πούμε;»

Γελάει. «Αυτό είναι αηδιαστικό, όχι περίεργο.»

«Τραβούσες μαλακία;»

Γελάει πιο δυνατά, η προσοχή τού καθηγητή έρχεται προς το μέρος μας, πολλά κεφάλια κάνουν το ίδιο. «Κύριε Holland και Johnson, το λύκειο δεν θα το περάσετε με την γοητεία σας.»

Γελάσαμε λίγο περισσότερο.

Η Olivia μένει σιωπηλή όταν μπαίνω στο δωμάτιό της. Η κούπα με την σούπα στα χέρια μου, αρπάζει αμέσως την προσοχή της. Η πείνα κυκλώνει τα χαρακτηριστικά της.

«Είσαι καλά;» ρωτάω μηχανικά, εκείνη κουνάει το κεφάλι της και ελευθερώνει τα χέρια μου από το κρύο υγρό. Τοποθετεί το σώμα της στο σκοτάδι και αρχίζει να πίνει το φαγητό της. 

Περιμένω να τελειώσει το φαγητό της, περιμένοντας παράλληλα μήπως τυχών και μιλήσει πριν το κάνω εγώ. Μου δίνει την πρωτιά και τυλίγει το σώμα της με τα χέρια της, αναπνέοντας την ζέστη στο δωμάτιο. Σκέτος καύσωνας ...

«Ήρθα εδώ να σου πω κάτι και σε παρακαλώ να μην με διακόψεις πριν τελειώσω.» Κουνάει το κεφάλι της καταφατικά και εγώ ρουφάω τον φόβο από τα μάτια της. Παίρνω μια βαθιά ανάσα, νιώθοντας στιγμιαία άπληστος, εξαιτίας της ακόρεστης επιθυμίας μου για καθετί δεν έχει το όνομά μου. Η κοπελιά μπροστά μου, δεν έχει τίποτα. Και ούτε τότε αυτό δεν είναι αρκετό.

«Τρεις μέρες νωρίτερα, ένα δωμάτιο ξύπνησε τους πάντες. Ήταν μία φωνή που φώναζε σε κάποιον να σκάσει και να τον αφήσουν ήσυχο.»

Με κοιτάζει με προσήλωση, τα μάτια της με σκοτώνουν με χίλιους διαφορετικούς τρόπους ταυτόχρονα. Δεν με διακόπτει. «Το άτομο αυτό βγήκε από το δωμάτιό του και σε ένα διάστημα τριών λεπτών είχε εξαφανιστεί από εδώ.»

Ο λαιμός της αναζητάει λέξεις αλλά την προλαβαίνω. 

«Στον τοίχο έγραψε το όνομα Kayla, με αίμα.»

«Με τι;»

«Αίμα.»

Το πρόσωπό της αλλάζει πολλά χρώματα, πολύ γρήγορα. Το άγχος της μεταδίδεται παντού, τα χέρια της αρχίζουν να κουνιούνται νευρικά πέρα δώθε. Τα μάτια της μένουν κολλημένα στα δικά μου, αρνούμενα να κοιτάξουν αλλού, εμποδίζοντάς με από το να κοιτάξω εγώ αλλού.

«Ο Peter βγήκε έξω, Olivia. Τραυματισμένος μεν, αλλά τα κατάφερε.» μονολογώ.

Οι καθρέφτες στα μάτια της κοιτάζουν την ελπίδα και αποφασίζουν πως ήταν λάθος που την ξέχασαν. Κάτι μέσα της τής έλεγε να γιορτάσει στα λόγια μου, αφήνοντας όλα τα άλλα στον αέρα.

Μην χαμογελάς, δεν θέλω να θυμάμαι το χαμόγελό σου.

Μην ελπίζεις, δεν θέλω να σε δω να τα χάνεις όλα.

Μην σκέφτεσαι, κάνεις λάθος συμπεράσματα.

«Olivia.»

Η κάποτε όμορφη ξανθιά ξαναζεί την ευτυχία στην πιο απλοϊκή μορφή της. Τα μάτια της, δύο χάντρες που κρύβουν τον ήλιο μέσα στο σκοτάδι, μοιάζουν με το ζευγάρι που ερωτεύτηκε κάποτε ο Peter. Με κοιτάζει με την ελπίδα να φτερουγίζει στο στήθος της.

Εσύ δεν θα τα καταφέρεις όμως Russel ...

«Κοίτα με.» η φωνή μου καίγεται.

«Δεν έχεις λόγο να είσαι πια εδώ.» ψιθυρίζω και εύχομαι να καταλάβει. Να μην χρειαστεί να συνεχίσω.

Μα δεν το κάνει ...

«Olivia, είμαι εδώ για να σε σκοτώσω.»

Continue Reading

You'll Also Like

502 52 30
ο Δημήτρης Ρωμαίος Στρατηγός και διάδοχος του θρόνου και η Άννα Βασίλισσα μιας βίαιης φυλής.
15.7K 971 47
Για όλα υπάρχει μία αιτία. Όλα λένε για κάποιο λόγο γίνονται. Υπάρχουν όμως πολλές αδικίες. Πολλά προβλήματα. Αλλά και η ομορφιά πάντα βγαίνει στην ε...
11.8K 1K 20
«πάντως αν ήσουν ντετέκτιβ, θα ήσουν πολύ κακός στην δουλειά σου» Ένα πονηρό χαμόγελο απλώνεται στα χείλη του. «έτσι λες;» «ε βέβαια. Αφού σε κατάλαβ...
13.7K 1.7K 29
Ένας εμμονικός, ψυχοπαθής δολοφόνος πέφτει στα δίχτυα του έρωτα με μια νεαρή μαθήτρια. Για να την πλησιάσει παρουσιάζει τον εαυτό του ως δάσκαλο της...