Από Α αρχίζει η αγάπη

By Mariza_stg

17.7K 1.6K 602

Ένα ματωμένο πρωινό του Σεπτέμβρη του 1922 η Αγγελική αναγκάζεται μαζί με χιλιάδες συμπολίτες της να εγκαταλε... More

1
2
3
4
5
6
Ερώτηση Από Τη "συγγραφέα"
7
8
9
10
11
12
13
οικογενειακό δενδρο
14 Α΄
14 Β'
15
16
18
Επίλογος

17

627 61 53
By Mariza_stg

Η Αγγελική είχε λουφάξει σε μια γωνία και περίμενε υπομονετικά τον μεγαλόσωμος άνδρα να σηκώσει το παντελόνι του .Προσπαθούσε να μην κοιτά το ξέστρωτο κρεβάτι ..της έφερνε αναγούλα.

<< πόσα θες ;>>

Ντροπιασμένη έσκυψε το κεφάλι και μάταια με τα κατάμαυρα μαλλιά της προσπαθούσε να καλύψει τη γύμνια της. 

<<δεν ξέ-ξέρω..με τη Μανταμ αυτά>>

Η φωνή της βγήκε σχεδόν με το ζόρι .Από το σοκ σχεδόν δεν μπορούσε να μιλήσει .

<<καλά θα πληρώσω κάτω..ελπίζω να μην μου ζητήσουν πολλά για τέτοιο ξυλάγγουρο >>

Αυτή ήταν η τελευταία του κουβέντα πριν κλείσει την πόρτα.

Η Αγγελική με χέρια που έτρεμαν προσπάθησε να ντυθεί .Ήθελε όσο τίποτα να βγει έξω ,μέσα σε αυτό το δωμάτιο η τάση για εμετό συνεχώς δυνάμωνε  .

Μόλις βγήκε στο διάδρομο  η Αλίκη ,εκείνη σχεδόν έφηβη που είχε δει εκείνη την ημέρα στο λιμάνι, την σταμάτησε .

<<πως πήγε Καιτούλα ;>>

Εκείνη στα λόγια της σάστισε.Τι να της έλεγε; ότι μετά από το σημερινό σιχάθηκε τον εαυτό της όσο πότε άλλοτε ; ότι είχε αρχίσει να μισεί τους άνδρες ;ότι αν δεν ήταν ο Γιωργάκης θα έπεφτε στη θάλασσα ;τι;

<<ποσά του πήρες >>

<<δ-δεν ξέρω >>

<<τι εννοείς δεν ξέρεις ;>>

Της είπε είπε η Αλίκη και την πλησίασε σχεδόν απειλητικά .

<<είπε θα τα δώσει στη Μανταμ.. >>

<<ούιιι τι έκανες ρε μαλακισμένο !πάνε τα λεφτά!>>

Μαλακίσμενο; μα καλά τι στο καλό θα πει αυτή η λέξη;και ποιο ήταν το λάθος που έκανε;

<<στο χέρι θα λες να στα δίνουν ζώο τα λεφτά!Στον επόμενο να ζητήσεις τα διπλά !>>

Στις τελευταίες τις λέξεις τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα .

<<επο-πομένο ;δηλαδή θα έχει κι α-άλλο;>>

<<τι νόμισες μόνο αυτό ;>>

Το κοροϊδευτικό χαμόγελο στα χείλη της την έκανε να ντραπεί  ακόμα πιο πολύ ..απόψε το μαρτύριο θα αργούσε να τελειώσει..

                     Στις τέσσερις το χάραμα όταν βγήκε από το μαγαζί η όψη της ήταν αλλιώτικη ,χλομή,έμοιαζε άψυχη ..λες και κάποιος είχε ρουφήξει όλο το χρώμα από τα μάτια της.Λίγο αργότερα ζήτησε από τη Μαίρη να τραβήξουν  χωριστούς δρόμους .Ήθελε να ηρεμήσει από την ένταση της βραδιάς και η Μαίρη την σεβάστηκε .

Για ώρα περπατούσε στους δρόμους ξανά παίζοντας στο μυαλό της  τις σκηνές αυτής της βραδιάς..αν υπήρχε τρόπος να τη δει ο πατέρας της ήταν σίγουρη πως το κάψιμο στην πλάτη θα έμοιαζε γρατσουνιά μπροστά σε αυτά που θα της έκανε ...


            Ο Σωτήρης κατηφόριζε μόνος προς την οικοδομή .Ο φίλος του ήταν άρρωστος σήμερα και δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει, γενικά από όσο είχε προσέξει ο Άρης δεν ήταν καλά αυτό τον καιρό αλλά δεν του έδινε και πολύ σημασία ,τη σκέψη του αυτό το καιρό κυρίευε η Μαρία ,η κόρη της κυρά Θοδώρας ...

Ήταν πολύ άτσαλος και δεν ήξερε πως να την πλησιάσει χωρίς να την προσβάλει. Άσε που αν ποτέ παντρεύονταν δεν θα είχαν που να μείνουν. Σώγαμπρος στο σπίτι της με 3 ανύπαντρα κορίτσια και τη κυρά Θοδώρα δεν υπήρχε περίπτωση να πάει και για να μείνουν στο δικό του έπρεπε να διώξει τον φίλο του και αυτό του ήταν σχεδόν αδύνατο.


Καθώς περπατούσε την προσοχή του τράβηξε μια μαυροφορεμένη φιγούρα στην άκρη του δρόμου που έκανε εμετό. Έτρεξε γρήγορα κοντά της .

<<δεσποινίς είσαι καλά ;>>

Μόλις η Αγγελική ηρέμησε λίγο σήκωσε το κεφάλι της και προσπάθησε να του απαντήσει.

<<καλά είμαι >>

<<μα πως είσαι καλά ..έλα να σε πάω στο σπίτι μου .Εγώ έχω δουλειά αλλά ο συγκάτοικος μου ο ..>>

<<όχι όχι δεν χρειάζεται θα έφαγα κάτι και με πείραξε .Σε ευχαριστώ πολύ ..>>

<<Σωτήρης >>

<<Καίτη >>

Κάτι μέσα της την απέτρεψε να πει το πραγματικό της όνομα. Ίσως ήταν η μοίρα που είχε αρχίσει να εφαρμόζει το ύπουλο σχέδιο της .

<<Σε ευχαριστώ πολύ Σωτήρη .Είσαι πολύ κάλο παιδί ..παρά πολύ >>

Λέγοντας αυτά η Αγγελική άρχισε να τρέχει προς το σπίτι της ..λες και αν καθόταν παρά πάνω θα την τιμωρούσε μια αόρατη μάνα που άργησε..

Και ο χρόνος κύλησε και ήρθαν τα Χριστούγεννα του 1923 .Τα πρώτα Χριστούγεννα της Αγγελικής σε μια πραγματική οικογένεια .Με τις οικονομίες της κατάφερε να πάρει παπούτσια του μικρού και να βάλει και κάτι στην άκρη για τη βάφτιση του μωρού της Μαίρης που θα γινόταν την άνοιξη. Και φυσικά δεν ξέχασε την θεία Φωτεινή ,της υποσχέθηκε να την επισκεφτεί το καλοκαίρι και να της δώσει κάποιες εξηγήσεις .

Και έτσι μπήκε το 1924 γεμάτο ευχές και ελπίδες να φύγει για  πάντα η δυστυχία...

                                                       ΜΑΡΤΙΟΣ 1924

Ο Γιωργάκης κατηφόριζε προς τον δρόμο με τα μαγαζιά..

''Μαντάμ Κλαίρ''

΄΄Στο τραγούδι η ΚΑΙΤΗ΄΄

 Αυτό ήταν το μαγαζί που δούλευε η Μαίρη και η Αγγελική.Του είχαν πει ότι τώρα μπροστά στο κόσμο την Αγγελική την λένε Καίτη ..ποτέ του δεν κατάλαβε τι έκαναν σε αυτό το μαγαζί και γιατί ο Γρηγόρης κουβαλούσε μαχαίρια. Πάντως ήξερε ότι δεν τα έχει για να κόβει της ντομάτες ,με τέτοια μαχαίρια στη Σμύρνη έσφαζαν οι Τούρκοι τις κοπέλες. Τίποτα δεν καταλάβαινε  και όταν ζητούσε εξηγήσεις του έλεγαν ότι είναι πολύ μικρός .

Και για να ζητιανεύει ήταν μικρός .Έτσι έλεγε η Αγγελική μα πάντα η Μαίρη της απαντούσε ότι αν θέλουν να φύγουν σύντομα από την κοκκινιά δεν μπορούσαν να ξοδεύουν τα λεφτά τους στο φαγητό .Εκείνον πάλι δεν τον πείραζε καθόλου αντίθετα ένιωθε ότι βοηθάει την οικογένεια του .

Αφού πέρασε το δρόμο με τα μαγαζιά έστριψε αριστερά και βρέθηκε στην γειτονία του Άρη και του Σωτήρη.

Η μέρα ήταν αρκετά ζεστή και όλη η γειτονία είχε βγει στις αυλές .

<<εεε ψιτ εσύ μικρέ >>

Βροντοφώναξε ο Σωτήρης και ο Γιωργάκης έτρεξε κοντά του . Κάτι του ψιθύρισε στο αυτί και ο μικρός άρχισε να γελάει .

<<δύο τάλιρα ;>>

<<ένα>>

<<έκλεισε >>

Οι δύο τους έδωσαν τα χέρια και ο μικρός έτρεξε κάτω από το παράθυρο του σπιτιού της κυρά Θοδώρας για να απαγγείλει το ΄΄ποίημα΄΄ που του είπε ο Σωτήρης.

Καθάρισε δυο τρεις φορές τη φωνή του άρχισε μόλις ο Σωτήρης του έκανε νεύμα .

<<της Μαρίας το βρακί κρέμεται στο μπογιατζή και όποιος πάει να το δει θα πληρώσει μια δραχμή..Της Μαρίας το ..>>

Πριν προλάβει να πει το στιχάκια δεύτερη φορά ένα τηγάνι εξφενδονίστηκε από το παράθυρο .Στο παρά τσάφ έσκυψε ο μικρός και το τηγάνι βρήκε τον κόκορα στα καπούλια.

<<Τώρα έρχομαι βρε !Τώρα>>

<<μην μάνα παιδί είναι >>

Ο Γιωργάκης άρχισε να τρέχει με την Κυρά Θοδώρα από πίσω του να ουρλιάζει και τον κόκορα από πίσω της να προσπαθεί να την τσιμπήσει για  το κακό που το έκανε .

Η Μαρία βγήκε στην αυλή και τα γέλια της συνόδεψαν αυτά του Σωτήρη και του Άρη. Άλλο πάλι και τούτο!Πρώτη φορά του γελούσε !Τελικά το κόλπο με τον μικρό έπιασε.Τον πρόσεξε !

''να αγιάσει το στόμα σου μικρέ .Χαλάλι το ξύλο που θα φας !''

Σκέφτηκε και συνέχισε να γελάει .

Όταν τελικά ο Γιωργάκης κατάφερε να ξεφύγει από την  κυρά Θοδώρα επέστρεψε στο σπίτι και διηγήθηκε γελώντας όλο το σκηνικό στην Αγγελική .

<<μπα που να σκάσεις ! πολύ θέλω να τα γνωρίσω αυτά τα παιδιά που σκαρφίστηκαν το στιχάκι !>>

<<θέλεις να τους το πω ;>>

<<εγώ για αστείο το πα μα αν θες ναι πες τους ,να έχουμε και εμείς μια φορά μουσαφίρια >>

Ο μικρός χαμογέλασε και την άλλη μέρα ζήτησε από τον Σωτήρη και τον  Άρη να έρθουν στο σπίτι.

Ο Άρης εκείνο το απόγευμα ήταν κακόκεφος και παρόλη την πίεση του Σωτήρη δεν πήγε να γνωρίσει την οικογένια εκείνου του παιδιού.

Μόλις ο Σωτήρης εμφανίστηκε στο σπίτι τα μάτια της Αγγελικής γέμισαν έκπληξη .Κοίτα να δεις πως τα φέρνει η ζωή σκέφτηκε.

Ο γεμάτος χιούμορ και ενθουσιασμό Σωτήρης κατάφερε σε σύντομο χρονικό διάστημα να γίνει φίλος της οικογένειας και ο μοναδικός καλεσμένος στη βάφτιση του μικρού Γιαννάκη.

<<να πεις και του φίλου σου να έρθει .Να τον γνωρίσουμε επιτέλους ,να μην είμαστε τρεις και ο κούκος >>

<<γιατί τρεις και ο κούκος ;οικονομικά ε;>>

<<και αυτό αλλά μην γελιόμαστε ποιος θέλει να έρθει στη βάφτιση ενός μωρού που η μάνα του και η νονά του είναι παστρικές ;>>

<<μην το λες αυτό. Εσείς απλά παλεύετε για μια καλύτερη ζωή για τα παιδιά και όταν μαζέψετε λεφτά θα φύγετε>>

<<εγώ το ξέρω αυτό και το πόσο πονάω το ξέρω εγώ μα ο κόσμος βλέπει μόνο δυο παστρικές .Το ξέρεις ότι όποτε περνάω κουνάν υποτιμητικά το κεφάλι ;άσε που δεν βλέπω να τα μαζεύουμε σύντομα τα λεφτά >>

<<έλα ας τα τώρα αυτά και πες μου πως θα βγάλετε το παιδί >>

<<Γιαννάκη .Τα τρία Γ της ζωής της που λέει και η Μαιρούλα >>

Του είπε σε εύθυμη διάθεση η οποία δεν συνεχίστηκε και όταν γύρισε στο σπίτι.

<<έλα βρε γαϊδούρι στα βαφτίσια !>>

<<Σωτήρη είπα όχι  !>>

<<γιατί όχι βρε στρααβόξυλο ; τόσο καιρό τους λέω ο φίλος μου και ο φίλος μου .Ευκαιρία να τους γνωρίσεις !>>

<<σε λέω όχι ! ποιο γράμμα δεν κατάλαβες να στο εξηγήσω >>

<<το όχι το κατάλαβα το γιατί δεν κατάλαβα >>

<<γιατί έτσι >>

<<μην με λες εμένα γιατί έτσι γιατί στο πα και στο ξανά λέω δεν είμαι μάνα σου !>>

<<εε αφού θες να σου πω σου λέω γιατί με έσκασες ! Τα δικά σου τα ρεζίλια θα κάνω ρε ;στις πουτάνας τα βαφτίσια θα πάω ;>>

<<μην το λες αυτό και η Μαίρη και η Καίτη είναι περίφημα κορίτσια !>>

<<μμμ η Καίτη η φίρμα του Πειραιά !μου φτάνει που βλέπω το όνομα της στην ταμπέλα δεν χρειάζεται να τη γνωρίσω κι όλας !>>

Είπε και βγήκε εξαγριωμένος από το σπίτι.Μα ήταν πράγματα αυτά που έκανε ο φίλος του ; Ποιος ξέρει τι θα ήταν αυτή η Μαίρη και αυτή η Καίτη . Ιδικά αυτή η Καίτη παρόλο που δεν την είχε γνωρίσει εδώ του καθόταν ! Καμία από τις πολλές  θα είναι και αυτή που αποφάσισε να γίνει φίρμα  ανοίγοντας τα πόδια !

Μα για αυτόν η απέχθεια για το επάγγελμα της μητέρας και της νονάς δεν ήταν ο μόνος λόγος που τον κρατούσε μακρυά από την εκκλησιά. Είχε πάρει πολύ γρήγορα την απόφαση να αλλάξει θρησκεία και τώρα που εκείνη δεν ήταν δίπλα του ένιωθε ότι ακροβατούσε σε τεντωμένο σχοινί . Από τη μία Αλί και από την άλλη Άρης κι όμως του έμοιαζαν και τα δύο τόσο ξένα.

Όσο ήταν εκείνη δίπλα του ήξερε πολύ καλά ποιος ήταν .Έβλεπε τον εαυτό  του στα μάτια της και ήταν σίγουρος μα τώρα ακόμα και η εικόνα του προσώπου του έμοιαζε διαφορετική.

Κλότσησε θυμωμένος μια πέτρα στο δρόμο .Αν όλα είχαν πάει καλά τώρα θα κόντευαν δύο χρόνια παντρεμένοι ,ίσως είχαν και κάνα κουτσούβελο. Και τη δεν θα έδινε να είχε τώρα ένα κοριτσάκι με κατάξανθα μαλλιά σαν τα δικά της να τρέχει όλη μέρα πάνω κάτω στον κήπο και αυτός να το κυνηγά ..

Δεν ήταν γραφτό. Σκέφτηκε και  κάτι μέσα του σαν να του λέγε ότι θα ξανά βρεθούνε με την Αγγελική , δεν ήταν δυνατόν να μην ξανά ανταμώσουν . Με αυτή τη γυναίκα τον έδεσε η μοίρα την ώρα που γεννήθηκε .

{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}{}

Η Αγγελική ένιωσε τόση συγκίνηση όταν μετά το τέλος του μυστηρίου ο πάτερ εναπόθεσε στα χέρια της τον μικρό Γιαννάκη .Το παιδί δεν έκλαψε καθόλου ,δεν ήταν άλλωστε και τόσο μικρό αλλά κάλιο αργά παρά ποτέ .

Εκείνη την ημέρα ένιωσε πραγματικά ευτυχισμένη και η ευτυχία της σφραγίστηκε  για πάντα μέσα στο χρόνο από ένα πλανόβιο φωτογράφο. Κράτησε ψηλά το Γιωργάκη στα χέρια της και χαμογέλασε στο φακό χωρίς να ξέρει πως οι φορές που θα κρατούσε τον μικρό  στην αγκαλιά της ήταν μετρημένες .

--------------------------------------------------------------------

Καλά και κακά σε αυτό το κεφάλαιο .Ανυπομονώ να ακούσω τη γνώμη σας !

Fun fact : το στιχάκι που λέει ο Γιωργάκης στην Μαρία το έλεγε ο μπαμπάς μου όταν ήταν  μικρός στην αδερφή του και εκείνη έκλαιγε γιατί νόμιζε ότι όντως από κάπου κρέμονταν το βρακί της .

Γενικά τον Γιωργάκη τον έχω εμπνευστεί από τον μπαμπά μου ο οποίος μου είχε πει ένα βράδυ ..

<<να γράψεις για ένα παιδάκι ζωηρό που μια μέρα λέει αυτό το στιχάκι και το μαλώνουν>>

Εεε και κάπως έτσι γεννήθηκε ο Γιωργάκης .

VOTE &COMMENT 

Continue Reading

You'll Also Like

95.5K 6.4K 92
"Όλοι έχουμε μυστικά ξέρεις. Μερικές φορές είναι πιο σκοτεινά και από τους χειρότερους εφιάλτες μας". Δεν ήταν εύκολο για την Χάβα Λεβίδη να κάνει το...
142K 12.6K 27
Μια φορά και έναν καιρό στα βάθη των αιώνων ένας έρωτας γεννήθηκε... © 2016 - DON'T COPY THE STORY. ✔
43.7K 5.6K 40
[Το πρώτο βιβλίο της σειράς των Δύο] Πώς θα ένιωθες αν βρισκόσουν σε μια εποχή όπου οι πόλεμοι και οι αρρώστιες είναι συχνά φαινόμενα; Πώς θα ένιωθε...
22.9K 1.5K 35
Η Αθηνά είναι μια κοπέλα ταπεινής καταγωγής που της δόθηκε η ευκαιρία να προσφέρει το ταλέντο της στο παλατι. Ο Φίλιππος είναι ο πρωτότοκος γιός του...