4

1K 100 42
                                    

Η Αγγελική ξύπνησε και ετοιμάστηκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Μία ακατανίκητη επιθυμία να τον δει την είχε κατακλύσει από ώρα.

Διέσχισε σχεδόν τρέχοντας τον καταπράσινο κήπο μα τη φόρα της έκοψε στην αυλό πόρτα ο κυρ Σταύρος .

<<δεσποινίς γιατί ξυπνήσατε τόσο νωρίς ;>>

<<θα πάω βόλτα με τον Κύριο Αλί>>

<<δεσποινίς...θέλω να πω....εσείς γυναίκα αυτός άντρας...μην πούνε τίποτα.>>

<<τι είναι αυτά που λες εμείς είμαστε φίλοι.>>

<<δεν αντιλέγω απλά μην πάτε κάπου με πολλούς νοματαίους...έχω ευθύνη στον πατέρα σας καταλαβαίνετε ..>>

Είπε και κατέβασε το κεφάλι ντροπιασμένος. Δεν ήταν ο κατάλληλος για να της κάνει υποδείξεις μα για να μην φτάσουν όλα αυτά στα αφτιά του.. ''κατάλληλου'' έπρεπε να της μιλήσει αυτός για αυτό το λίγο άκομψο θέμα.

<<καταλαβαίνω  κυρ Σταύρο και σας παρακαλώ πολύ τον πατέρα μου να τον αφήσετε ήσυχο>>

Είπε η Αγγελική και έφυγε φανερά ενοχλημένη...μακάρι κάποια στιγμή να μπορεί μια γυναίκα να πηγαίνει όπου θέλει και με όποιον θέλει γιατί στην εποχή της η Αγγελική ένιωθε ότι αν όχι όλες οι πιο πολλές γυναίκες πνίγονταν,αναγκασμένες να υπακούν στον άντρα στον αφέντη...και όποια ήταν πιο τολμηρή την έλεγαν πουτάνα...πουτάνα επειδή ήθελε να ζήσει..

Αυτά σκεπτόταν και ένας μακρόσυρτος αναστεναγμός πέταξε από τα χείλοι της

<<τι αναστεναγμοί είναι αυτοί;>>

Της είπε εύθυμα ο Αλί και αυτή αμέσως τα ξέχασε όλα...λες και το χαμόγελο του έκανε μαγικά.

<<τίποτα...ονειροπολώ>>

Είπε και χαμογέλασε.

<<αχ αυτή η ονειροπόληση..ζωές σώζει! >>

<<τι θες να πεις;>>

<<φαντάζεσαι πράγμα και ξεχνάς για λίγο την μιζέρια σου και όσο πιο πολύ φαντάζεσαι τόσο πιο πολύ θες να γίνουν τα όνειρα σου αληθινά και παλεύεις.>>

<<και εσύ πάλεψες;>>

<<Πολύ. Όταν πέθανε ο Πατέρας μου έπρεπε μαζί με το σχολείο να φροντίσω μάνα και αδερφή δεν έχεις ιδέα πόσο πάλεψα !Και το χειρότερο είναι ότι μου μένει  άλλο τόσο..ποιος θα πάει σε ένα Τούρκο γιατρό..>>

Από Α αρχίζει η αγάπηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα