Έρωτας Στο Κλειδι Του Σολ-TYS...

By evaggeliaks

63.5K 8.5K 3K

Νικήτρια ιστορία του διαγωνισμού Tell Your Story 2017, που διοργάνωσε η ομάδαtell your story gr για το 2017... More

Χάρης και Γιώτα
Καλό σαββατοκύριακο
Τρέιλρ
Έτσι ξαφνικά
Μη λες άλλα.
Να ζήσει!
Κάτι καλύτερο
Κάτι πιο δυνατό
ένα μέρος της αλήθειας
Τι πιο όμορφο και πιο μαγικό.
Πρώτη φορά!!
Δεν το πιστεύω.
Άστους να λένε.
Δεν είχε δώσει την άδεια της
Τι νομίζεις ότι κάνεις
Όνειρο ήτανε
Αδικημένη
Δεν με νοιάζει
Ήταν...
Κάτι άλλαξε
Δεν σε καταλαβαίνω
Σιωπή
Νέα αρχή
Σε προσέχει;
Ένα δώρο
Αόρατα Δεσμά
«Δεν το ήθελα»
Ισάξιος
Τι κάνεις εδω;
θα μιλήσω με τον Χάρη
Ωχ...
Πως είσαι έτσι;
ΤΕΣΤ
Όλα διορθώνονται αν θέλεις.
θρήνος
είναι στιγμές...
Ένα χρόνο μετά
Ειλικρίνεια
Το καλύτερο δώρο
Στη πρόβα
Σαν εσένα...
Βιτρίνα
Ελεύθερος
Είναι εκείνος
Απάντηση
Απάντηση 2
Τρωτό σημείο
Φάρμακο
Αγαπήθηκαν!
Λίγα λόγια από μένα...

Ψεύτικη

889 166 76
By evaggeliaks

Η Γιώτα ανασήκωσε το κεφάλι και κοίταξε τη μητέρα της. Το έντονο συνοφρύωμα των φρυδιών της αποκάλυπτε την απορία της.

«Τι θέλεις να πεις;» άρθρωσε αργά τις λέξεις και είδε την Ελισάβετ να ανασαίνει βαθιά πριν αρχίσει και πάλι να μιλάει.

«Κάποτε δεν σταματούσες να ρωτάς γιατί δεν άφηνα τον πατέρα σου παρά τα όσα μας έκανε. Γιατί δεν σε πήρα να φύγουμε. Σπάραζε η καρδιά μου κάθε φορά που έβλεπα το φοβισμένο σου κορμάκι να τρέμει. Σαν αντίκριζα τον τρόμο στα μάτια σου και διάβαζα μέσα τους τις κατηγορίες που δεν τολμούσες να ξεστομίσεις, το μόνο που ήθελα ήταν να σε πάρω και να τρέξουμε όσο πιο μακριά από τον πατέρα σου μπορούσαμε. Όμως δεν γινόταν να σε πάρω. Η αγάπη μου ήταν μεγαλύτερη από κάθε τι άλλο.»

«Αγάπη; Για ποια αγάπη μου μιλάς; Δεν ήμουν ευτυχισμένη κοντά του, όπως ούτε κι εσύ. Έπρεπε να έχουμε φύγει. Μας κατέστρεψε ο άνθρωπος αυτός. Άξιζε η αγάπη σου όλο αυτό το μαρτύριο που ζήσαμε;» της είπε η Γιώτα κλαίγοντας σπαρακτικά. Ακόμα και τώρα δεν άντεχε να ακούει τη μητέρα της να της λέει ότι δεν την πήρε μακριά εξαιτίας της αγάπης που έτρεφε για το κτήνος. Η μητέρα της κράτησε το πρόσωπο της στα χέρια της και την κοίταξε στα μάτια.

«Η αγάπη μου για σένα άξιζε ότι κι αν περνούσα στα χέρια του. Το λάθος μου ήταν που δεν μπόρεσα να τον εμποδίσω από την αρχή να σε βλάψει κι όταν πια το έκανα ήταν ήδη αργά. Είχε χαρακώσει την καρδιά σου.» ψέλλισε.

«Τι θέλεις να πεις; Μιλάς με γρίφους, με μπερδεύεις.» της είπε θυμωμένα.

«Δεν μπορούσα να σε πάρω από τον πατέρα σου, Γιώτα. Αν μπορούσα θα το είχα κάνει.» εξήγησε η γυναίκα και η Γιώτα σηκώθηκε και άρχισε να βαδίζει εκνευρισμένη πέρα δώθε.

«Ναι, βέβαια δεν μπορούσες να αφήσεις τον έρωτα σου και ήταν καλύτερα να μας χτυπάει.» εκτόξευσε την κατηγορία βράζοντας από θυμό. Η Ελισάβετ σηκώθηκε και την έπιασε από τα μπράτσα και την ανάγκασε να την κοιτάξει.

«Δεν είσαι δικό μου παιδί Γιώτα, γι' αυτό δεν μπορούσα να σε πάρω μακριά του.» της είπε αργά και η Γιώτα άφησε μια κραυγή χωρίς να το καταλάβει. Η γυναίκα συνέχισε. «Καθόμουν μαζί του γιατί σε αγαπούσα περισσότερο και από τη ζωή μου και δεν μπορούσα να σε αφήσω απροστάτευτη στα χέρια του.»

«Λες ψέματα.» την κατηγόρησε η κοπέλα και τίναξε τα χέρια της από πάνω της. «Γιατί μου το κάνεις αυτό;» την ρώτησε με φωνή ραγισμένη. Μνήμες μακρινές ξεσηκώθηκαν. Ψίθυροι πίσω από κλειστές πόρτες.

«Τόλμα να την πάρεις και θα σε κυνηγήσω. Δεν είναι δικιά σου, δεν έχεις δικαίωμα πάνω της.» η εξοργισμένη φωνή του πατέρα της, άρθρωνε φράσεις χωρίς λογική. Η μικρούλα Γιώτα το απέδωσε στο μεθύσι του.

«Σε παρακαλώ, δεν θα φύγουμε, μόνο μη της κάνεις κακό.» έλεγε κλαίγοντας η μητέρα της κάνοντας την να απορεί γιατί υποχωρούσε.

«ΜΙΛΑ» ούρλιαξε η Γιώτα που άρχισε να θυμάται κουβέντες από το παρελθόν.

«Είσαι παιδί της αδελφής μου.» Τα πόδια της Γιώτας λύγισαν και έπεσε στο πάτωμα. Έκρυψε το πρόσωπο στα χέρια της. Προσπαθούσε να αφομοιώσει την πληροφορία αλλά ένιωθε πως θα τρελαθεί. Σε μια μικρή στιγμή διαύγειας ανασήκωσε το κεφάλι και κοίταξε τη γυναίκα που νόμιζε πως ήταν η μάνα που τη γέννησε και η οποία στην πραγματικότητα ήταν η θεία της.

«Που είναι εκείνη;» ρώτησε.

«Η μητέρα σου πέθανε στη γέννα.» ομολόγησε η Ελισάβετ και η Γιώτα αισθάνθηκε και πάλι να βουλιάζει σε κινούμενη άμμο.

Όλη της η ζωή ήταν ένα ψέμα. Άλλη μάνα την έφερε στον κόσμο άλλη τη μεγάλωσε. Έζησε μια κόλαση όλα τις τα χρόνια και τώρα αναρωτιόταν το γιατί.

«Γιατί;» ρώτησε περισσότερο τον εαυτό της αλλά η Ελισάβετ δεν φάνηκε να το αντιλαμβάνεται. Έτσι άρχισε να της μιλάει αποκαλύπτοντας της την αλήθεια.

«Η μητέρα σου ήταν τέσσερα χρόνια μικρότερη μου. Την φιλοξενούσα στο σπίτι κι έτσι γνώρισε τον πατέρα σου. Τον ερωτεύτηκε κι εκείνος αυτή. Δεν είχα καταλάβει τι συνέβαινε ανάμεσα τους μέχρι που έμεινε έγκυος την ίδια εποχή που έμεινα κι εγώ. Ο πατέρας σου σκόπευε να με χωρίσει για να είναι μαζί της, μέχρι που του ανακοίνωσα το νέο για την εγκυμοσύνη και δεν μπόρεσε να μου μιλήσει. Συμφώνησαν με την Αλίκη, να κρατήσουν μυστική τη σχέση τους και την πατρότητα του παιδιού της, μέχρι να γεννήσουμε. Οι πόνοι μας έπιασαν ταυτόχρονα. Ο πατέρας σου δεν ήξερε τι να κάνει, ποια απ' τις δυο να βοηθήσει πρώτα; Κάλεσε το γιατρό να έρθει στο σπίτι. Ήταν αδύνατο να μας μεταφέρει και τις δυο στο νοσοκομείο. Μέχρι να φτάσει ο γιατρός η Αλίκη είχε φέρει στο κόσμο το παιδί της. Ένα πανέμορφο κοριτσάκι. Εσένα. Ήταν αδύναμη. Έχανε αίμα. Φοβόταν πως δεν θα αντέξει κι έτσι μου αποκάλυψε τα πάντα και με παρακάλεσε αν εκείνη δεν κατάφερνε να επιβιώσει να σε αναλάβω και να σε μεγαλώσω σαν παιδί μου. Της το υποσχέθηκα. Δεν της κρατούσα κακία. Πολύ γρήγορα οι πόνοι μου έγιναν ανυπόφοροι. Το μωρό μου γεννήθηκε μα ήταν νεκρό. Λίγο πριν έρθει ο γιατρός η αδελφή μου άφησε τη τελευταία της πνοή και ο πατέρας σου άλλαξε τα μωρά. Το κοριτσάκι μου, το νεκρό κοριτσάκι μου, είπε πως άνηκε στην Αλίκη και πως εσύ ήσουν το δικό μας παιδί. Σε μια βραδιά έχασα το παιδί μου, την αδελφή μου και τον άντρα μου. Από τη μέρα εκείνη ο πατέρας σου άλλαξε. Άρχισε να πίνει. Ποτέ δεν ξεπέρασε το χαμό της Αλίκης. Την αγαπούσε πολύ. Συχνά κατηγορούσε τον εαυτό του για ότι συνέβη σε εκείνη και στο μωρό μας, άλλοτε κατηγορούσε εκείνη πως φέρθηκε σαν γυναίκα του δρόμου, παίρνοντας τον άντρα της αδελφής της και εξαιτίας της αμαρτίας της πέθανε και πήρε μαζί και το παιδί μας. Άλλοτε πάλι τα έχανε τελείως και θεωρούσε ως αιτία για το χαμό της γυναίκας που αγαπούσε εσένα και για το παιδί μας εμένα. Γι' αυτό ξεσπούσε πάνω μας. Για να μας εκδικηθεί. Τον είχα απειλήσει πως θα φύγω, αλλά ήξερε πως δεν μπορούσα να το κάνω. Θα ζητούσε τεστ DNA για να αποδείξει ότι δεν είσαι δικό μου παιδί και θα σε έπαιρνε από μένα. Θα κατηγορούσε εμένα πως άλλαξα τα μωρά. Δεν φοβόμουν την φυλακή. Εσένα δεν ήθελε να χάσω. Με την Αλίκη είχαμε την ίδια μητέρα, αλλά διαφορετικό πατέρα. Ο δικός μου είχε πεθάνει και η μητέρα μου ξαναπαντρεύτηκε και απέκτησε την Αλίκη με τον νέο της σύζυγο. Το τεστ θα επιβεβαίωνε τα λεγόμενα του πατέρα σου κι εγώ δεν μπορούσα να σε αφήσω. Σε αγάπησα από τη πρώτη στιγμή που σε κράτησα στα χέρια μου. Πονούσα για το χαμό των αγαπημένων μου προσώπων και ήξερα πως κι εσύ πονούσες για το χαμό της μαμάς σου. Ήσουν τόσο μικροσκοπική και ανυπεράσπιστη. Κι ο πατέρας σου όμως, κάπου μέσα στη θολούρα του ποτού σε αγαπούσε κι ας μη το πιστεύεις. Πολλές φορές τον είχα δει να σε κοιτάζει με λατρεία και πόνο. Δεν του ήταν εύκολο να διαχειριστεί τα λάθη του και ξέσπασε πάνω μας. Άδικα φυσικά αλλά εκείνος δεν μπορούσε να το αντιληφθεί αυτό. Όσο κι αν προσπάθησα να τον συνετίσω δεν κατάφερα τίποτα κι ύστερα παραιτήθηκα από τις προσπάθειες και κοιτούσα να μεγαλώσω εσένα και να φύγεις μακριά. Να γλιτώσεις από το μένος του. Μα περισσότερο φοβόμουν μην μάθεις κάποτε όλα αυτά και σε χάσω. Και όταν τελικά εκείνος πέθανε, τα είχα χαμένα... Ήμουν ξαφνικά ελεύθερη αλλά δεν ήξερα πως είναι η ελευθερία. Είχε ριζώσει ο φόβος και οι απειλές του μέσα μου και δεν μπορούσα να τους ξεφύγω. Έτρεμα πως με κάποιο τρόπο θα μάθαινες τα πάντα και θα έχανα κι εσένα. Γι' αυτό δεν άφηνα το νησί. Το φάντασμα του πατέρα σου με στοίχειωνε ακόμα. Η τρομοκρατία του δεν με άφηνε να ζήσω. Είχε γίνει ένα με μένα και τη ζωή μου. Ήμουν ελεύθερη και δεν ήμουν.» παραδέχτηκε και ξέσπασε σε κλάματα. Η Γιώτα τα είχε χαμένα. Έβλεπε τη γυναίκα που την μεγάλωσε να κλαίει. Μόλις της είχε αποκαλύψει την αλήθεια για τη γέννηση της και τους γονείς της. Τους λόγους που ποτέ δεν την πήρε μακριά από τον πατέρα της.

Ήταν σοκαρισμένη. Όλα όσα γνώριζε μέχρι τη στιγμή εκείνη είχαν ανατραπεί και δεν ήταν σίγουρη ότι μπορούσε να αντιληφθεί το μέγεθος της αλλαγής που θα επέφερε η νέα πραγματικότητα στη ζωή της.

Δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα πόση ώρα είχαν περάσει στο δοκιμαστήριο του καταστήματος, πριν μπορέσουν να σταθούν και πάλι στα πόδια τους. Πρώτη βγήκε η Γιώτα. Το βλέμμα της αφηρημένο. Το μυαλό της είχε πλημμυρίσει από τις νέες πληροφορίες κα ακόμα δεν είχε καταφέρει να τις επεξεργαστεί. Βάδισε αργά αγνοώντας τη πωλήτρια που την κοιτούσε με οίκτο, προσπέρασε και τη Λυδία που προσπάθησε να τη σταματήσει και βγήκε στο δρόμο. Χάθηκε στα στενά της όμορφης Θεσσαλονίκης. Τριγυρνούσε άσκοπα για ώρες, μέχρι που κουράστηκε και στάθηκε να ξεκουράσει τα πόδια της.

Απέναντι της ένα μαγαζί με μουσικά όργανα. Στη βιτρίνα μια λαμπερή κόκκινη κιθάρα. Άστραφτε, καλογυαλισμένη μαγνητίζοντας τα βλέμματα. Αμέσως σκέφτηκε τον Χάρη και μόνο στη σκέψη του, αισθάνθηκε να φωτίζεται η ψυχή της και ο πόνος που περόνιαζε το είναι της τσακίζοντας το, να υποχωρεί. Ένα δειλό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη της.

Τα λόγια του επέστεψαν στο μυαλό της. Ήταν κι εκείνος μια βασανισμένη ψυχή. Είχε υποφέρει τόσο κι όμως μέσα στο χάος της ζωής του είχε βρει εκείνη. Την είχε αγαπήσει και αυτό η Γιώτα το γνώριζε καλά. Για εκείνη είχε αλλάξει και ακόμα την αγαπούσε και την ήθελε κοντά του. Και η ίδια όμως τον αγαπούσε. Είχε απορροφηθεί τόσο πολύ από τις εμμονές και τους φόβους της που τυφλώθηκε και δεν ξεχώρισε πως ότι φοβόταν μην γίνει στο πλευρό του Χάρη, έγινε κοντά στον Οδυσσέα. Αναρωτήθηκε πώς δεν το είχε δει νωρίτερα... Εκείνη λάτρευε τον Χάρη και ήθελε να είναι μονο μαζί του.

Μια παρόρμηση διέτρεξε τις φλέβες της. Μια ακαταμάχητη επιθυμία να τρέξει κοντά του. Όμως είχε ακόμα άλυτες υποθέσεις που την κρατούσαν πίσω. Έπρεπε να διακόψει με τον Οδυσσέα. Και θα το έκανε εκείνη τη στιγμή. Σηκώθηκε και προχώρησε με βήμα ταχύ προς την δισκογραφική εταιρία στην οποία εργαζόταν ο φίλος της. Είχε έρθει η ώρα να δώσει τέλος σε αυτή τη ψεύτικη σχέση.

Σχέση σωσίβιο ήταν, που την κρατούσε να μην βουλιάξει όταν πίστεψε πως είχε ξεχάσει να κολυμπάει. Μόνο που μερικές φορές πρέπει να νομίζεις πως πνίγεσαι για να μάθεις και πάλι να κολυμπάς. Μα η Γιώτα φοβήθηκε πως θα πνιγεί και πιάστηκε στη πρώτη σανίδα που βρήκε, μα αποδείχτηκε πως ήταν δίχτυ που την τύλιξε, όχι για να τη σώσει φυσικά και τώρα έπρεπε να βρει τρόπο να ξεμπλέξει από αυτό πριν χαθεί. Άραγε θα κατάφερνε να ξεφύγει;

Καλημέρα!!!! Πιστεύω σας λύθηκε η απορία για την οικογένεια της Γιώτας!!!! Τι να πω εγώ για αυτό το κορίτσι;;;;; Πόσο το έχω πονέσει δεν λέγεται. Τι λέτε οτι θα γίνει στη συνέχεια;;;; Άραγε θα τα βρεί με τον Χάρη ή θα μπούν νέα εμπόδια στη σχέση τους;;;;

Continue Reading

You'll Also Like

71.5K 3.2K 58
Τι θα γίνει όταν η μικρή άβγαλτη απουσιολόγος αναγκαστεί να κάνει μια συμφωνία με το πιο διάσημο παιδί του σχολείου?
11.3K 1K 44
-sweetdevileyes- Ελλάδα , Αθήνα Η Αντιγόνη Γεωργίου ,μια 25χρονη απόφοιτη ψυχολογίας και ενεργή φεμινίστρια, θα χάσει για λίγο την ισορροπία της κα...
14K 1.8K 28
Αλεκατρίδες. Το αμέντι. Το τρίτο βιβλίο της σειράς.
820K 4.4K 4
''Όταν λες να χορέψω για να δουλέψω εδώ, εννοείς να κάνω στριπτίζ;''τον ρώτησε έντονα και τα μάτια της σχεδόν πετάχτηκαν από την έκπληξη. ''Ναι. Δέ...