Ο καθένας για τον εαυτό του {...

By NinaImLuftschloss

17.5K 2K 594

Σε μια εποχή όπου ο θάνατος είναι ο μοναδικός σύντροφος των ανθρώπων, σε μια εποχή όπου κυριαρχεί το μίσος, ο... More

Κεφάλαιο 1- Προϊστορία μέρος πρώτο
Κεφάλαιο 2- Προϊστορία μέρος δεύτερο
Κεφάλαιο 3- Η εποχή των παγετώνων
Κεφάλαιο 4- Ακμή των ανακτόρων
Κεφάλαιο 5- Τα πρώτα σύννεφα πάνω από τον πολιτισμό
Κεφάλαιο 6- Από την ακμή στην παρακμή
Κεφάλαιο 7- Λαογραφία της Ελλάδας
Κεφάλαιο 8- Γερμανοί ευγενείς
Κεφάλαιο 9- Μάχη των Θερμοπυλών
Κεφάλαιο 10- Ήττα
Κεφάλαιο 11- Συνθήκη ειρήνης
Κεφάλαιο 12- Αναζωπύρωση του πολέμου ( μέρος πρώτο)
Κεφάλαιο 13- Αναζωπύρωση του πολέμου ( μέρος δεύτερο)
Κεφάλαιο 14- Μεσοπόλεμος
Κεφαλαιο 15- Βασιλιάδες και δικτάτορες
Κεφάλαιο 16- Πόλεμος των ψυχών
Κεφάλαιο 17- Διαπραγματεύσεις
Κεφάλαιο 18- Ρυθμίσεις
Κεφάλαιο 19- Απόσπαση
Κεφάλαιο 20- Χάος
Κεφάλαιο 21- Πρώτη Σεπτέμβρη 1939
Κεφάλαιο 22- Ένας τίτλος να ταιριάζει
Κεφάλαιο 23- Η διαταγή
Κεφάλαιο 24- Καλά, εσύ έφυγες νωρίς...
Κεφάλαιο 25- Τα ''αντίο'' του κόσμου όλου
Κεφάλαιο 26- Πίσω από τις λέξεις
Κεφάλαιο 27- Βάστα γερά ψυχή μου...
Κεφάλαιο 28- Εκεί, μακριά
Κεφάλαιο 29- Μαύρες ώρες φτάνουν
Κεφάλαιο 30- Πάντα περνάς τη φωτιά για να φτάσεις στην λάμψη
Κεφάλαιο 31-Οι άνθρωποι με το άχερο στα μαλλιά
Κεφάλαιο 32- Στο πέισμα των εχθρών, στο πείσμα των δικών μου
Κεφάλαιο 33- Ο καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα, τη δόξα και τον θάνατο
Κεφάλαιο 34- Άσε με να σε αγαπώ
Κεφάλαιο 35- Τι, τι, τι άλλο μου μέλλεται;
Κεφάλαιο 36- Νυν το μηδέν
Κεφάλαιο 38- Ό,τι σώσεις μες στην αστραπή καθαρό στον αιώνα θα διαρκέσει
Κεφάλαιο 39-Συχνά ψιχάλιζε έξω, όπως και στη ψυχή μας
Κεφάλαιο 40- Δι ημάς γαρ εγεννήθη, ο προ αιώνων Θεός
Κεφάλαιο 41- Είδα πέρα μακριά, στην άκρη της ψυχής μου μυστικά να διαβαίνουνε
Κεφάλαιο 42- Σάρξ εκ της σαρκός μου
Κεφάλαιο 43- Αυτή η στιγμή είναι η ζωή σου
Κεφάλαιο 44- Το κενό του Θανάτου για το βρέφος το ερχόμενο
Κεφάλαιο 45- Εζυγίσανε τη χαρά μου και τη πάτησαν χάμου σαν έντομο
Κεφάλαιο 46- Τις ημέρες μου άθροισα και δεν σε βρήκα.
Κεφάλαιο 47- Φύσηξεν η νύχτα, σβήσανε τα σπίτια και είναι αργά στη ψυχή μου
Κεφάλαιο 48- Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση
Κεφάλαιο 49- Άξιον εστί το αναίτιο δάκρυ
Κεφαλαιο 50- Η όψη σου
Κεφαλαιο 51- Μια εικόνα απο εσένα
Κεφαλαιο 52- Σκορπισαν στον ανεμο τα ιδανικα και οι ελπιδες
Κεφαλαιο 53- Σημασια εχει να παραμεινεις ανθρωπος
Κεφαλαιο 54- Ονειρα που εγιναν σταχτη
Κεφάλαιο 55- Βάστα γερά ψυχή μου
Κεφάλαιο 56- Το μικρό ''γιατί'' που έμεινε αναπάντητο
Κεφάλαιο 57- Πολλές φορές από τα νιάτα μου με πολέμησαν μα δεν με νίκησαν
Κεφαλαιο 58- Τιτλοι τελους
Ευχαριστιες...

Κεφάλαιο 37- Τα σταυροδρόμια που ήξερα έγιναν αδιέξοδα

227 29 34
By NinaImLuftschloss

Άφησε τη γλυκιά και σίγουρη αγκαλιά της μητέρας της και αποφάσισε να κοιτάξει την ωμή πραγματικότητα στα μάτια: Κόντευε στα τριάντα, περίμενε το πρώτο της παιδί, είχε αναλάβει να αναλάβει άλλο ένα, ήταν παντρεμένη μα τόσο καιρό πίστευε πως ήταν ερωτευμένη με κάποιον άλλον, τον Δημήτρη. Μήπως ήταν ακόμη; Μήπως δεν ήξερε με ποιον ήταν ερωτευμένη τελικά; Το σίγουρο ήταν ότι και οι δύο βρισκόταν μακριά της... Και ο σύζυγος και ο εραστής... Και τώρα, έχασε τον άνθρωπο που τη μεγάλωσε, ο οποίος μπορεί να μην ήταν ο βιολογικός της πατέρας όμως για εκείνη ήταν ο μοναδικός που δεχόταν για πατέρα της. 

Κοίταξε τη πόρτα του δωματίου των γονιών της. Θυμήθηκε εκείνα τα πρωινά όταν ακόμα ήταν παιδί. Ανυπομονούσε για τα σαββατοκύριακα. Ξυπνούσε πάντα μια ώρα πιο νωρίς απο εκείνους για να μπορεί, αφού πρώτα φυσικά παίξει λίγο με τη Μίτσι, να μπει κρυφά στο υπνοδωμάτιό τους και να ξαπλώσει ανάμεσά τους και εκείνοι, ταυτόχρονα να της χαϊδεύουν τα απαλά της μαλλιά. 

Προχώρησε αργά και ακούμπησε το χέρι της στο πόμολο  της πόρτας. Ήταν παγωμένο και έκανε τη θερμοκρασία του χεριού της να πέσει κατακόρυφα. Πήρε μια βαθιά ανάσα και κοίταξε τη μητέρα της που στεκόταν ακίνητη με δάκρυα στα μάτια. Άνοιξε τη πόρτα και αντίκρυσε τον Βόλφγκανγκ, τον Βόλφγκανγκ φον Βάισενμπουργκ. 

Κράτησε δυνατά και με τα δύο της χέρια το στόμα της ώστε να μην ακουστεί η κραυγή που βγήκε από τα βάθη της ψυχής της. Έτρεξε κοντά του και τον αγκάλιασε. Η θερμοκρασία του σώματός του είχε πέσει, το χρώμα του ήταν χλωμό και το σημαντικότερο: Για πρώτη φορά δεν ανταποκρίθηκε στην αγκαλιά της μονάκριβης κόρης του. 

''Πατέρα, μπαμπά, μπαμπάκα μου'' είπε μόνο και άφησε ένα φιλί στο μέτωπό του

Η Έλσε τη πλησίασε και ακούμπησε το ένα χέρι της στη πλάτη της κόρης της. 

''Έχω μετανιώσει για όλα, Έρνα. Γιατί δεν του είπα πιο νωρίς πόσο πολύ τελικά τον αγάπησα;'' είπε αρχίζοντας να κλαίει ξανά

''Δεν φταις μόνο εσύ μαμά μου...'' 

''Το λάθος είναι όλο δικό μου, κόρη μου. Όλο. Πως θα ζήσω μόνη μου, Έρνα;''

Οι ώρες που ακολούθησαν ήταν μαρτυρικές και για τις δύο. Ο κόσμος άρχισε να φτάνει, η ώρα για το τελευταίο αντίο το ίδιο. Όλοι οι δικηγόροι της Βαυαρίας και της Βάδης- Βυρτεμβέργης βρισκόταν εκεί, συγκλονισμένοι με τον ξαφνικό χαμό του Βόλφγκανγκ φον Βάισενμπουργκ. Όλοι αναρωτιώταν τι θα γινόταν με τη συνέχεια του ονόματος του Βόλφγκανγκ σχετικά με τον επαγγελματικό τομέα. Γνώριζαν ότι η κόρη του ήταν απόφοιτη της νομικής σχολής όμως ήξεραν καλά πως δεν σκόπευε να ασχοληθεί με το παραδοσιακό δικηγορικό γραφείο του πατέρα και του παππού της. 

Η Έρνα, μετά το τέλος της τελετής, αποσύρθηκε σε ένα μικρό παρκάκι κοντά σχετικά από τα κοιμητήρια. Κάθισε σε ένα παγκάκι και ρούφιξε άπληστα τον καθαρό αέρα μέσα της. Ήταν εξαντλημένη από τη πίεση και το κλάμα. Το μόνο που ήθελε ήταν να κοιμηθεί για να ηρεμίσει, να ξεκουραστεί και κυρίως να ξεχάσει. 

Μέσα στη απόλυτη ησυχία που υπήρχε, η Έρνα ένιωσε κάποιον να τη πλησιάζει και γύρισε πίσω το κεφάλι της. 

''Τι θέλεις εσύ εδώ;'' ρώτησε εκνευρισμένη

''Άφησέ με να καθίσω για λίγο μαζί σου''

''Νομίζω πως ήμουν ξεκάθαρη τη προηγούμενη φορά...''

''Σε παρακαλώ, Έρνα. Σε είδα σήμερα, ήσουν χάλια''

''Πως θέλεις να είμαι; Έχασα τον πατέρα μου!''

''Δεν ήταν πατέρας σου''

''Και τι ήταν; Ή μάλλον ποιος είναι ο πατέρας μου; Εσύ; Που με αρνήθηκες τότε; Και χρόνια μετά με αρνήθηκες για δεύτερη φορά; Που παράτησες τη μάνα μου με ένα μωρό στη κοιλιά για να ζήσεις τη ζωή σου; Εσύ είσαι ο πατέρας μου;'' είπε κλαίγοντας

''Έρνα... Δώσε μου χρόνο να με γνωρίσεις''

''Δεν θέλω να σε γνωρίσω, δεν με ενδιαφέρεις''

''Γιατί, Έρνα; Γιατί είσαι τόσο απόλυτη;''

'' Μάλλον αυτό, το πήρα από εσένα. Είμαι το ίδιο απόλυτη με εσένα τότε που αποφάσισες να μην είσαι στη ζωή μου''

'' Όταν σε γνώρισα, άλλαξε κάτι μέσα μου, Έρνα. Στον γάμο μου δεν απέκτησα κανένα παιδί. Δεν μπορέσαμε να κάνουμε παιδιά με τη Ζοζεφίν''

''Και είπες να γυρίσεις σε εμένα;''

''Κόρη μου...''

''Δεν είμαι κόρη σου!''

''Το αίμα, Έρνα, δεν το αλλάζεις όσο και αν θέλεις''

''Δεν με ενδιαφέρει''

''Ίσως κάποια μέρα αλλάξεις γνώμη...''

''Φύγε, Κρίστιαν''

''Πατέρα''

''Κρίστιαν''

''Πες το, Έρνα! Μια λέξη ειναι! Πατέρας! Είμαι ο πατέρας σου!'' είπε και της κράτησε το χέρι

''Δεν έχω πατέρα πια, τον έθαψα σήμερα''

''Έρνα''

''Δεν θέλω να ακούσω τίποτα άλλο από εσένα'' είπε και δάκρυσε 

Εκείνος τη τράβηξε στην αγκαλιά του. Η Έρνα προσπάθησε να ξεφύγει όμως τη κράτησε δυνατά πάνω του και δεν ήταν τόσο δυνατή ώστε να κάνει καμία άλλη κίνηση. Ξέσπασε ξανά σε λυγμούς. 

''Κλάψε, κόρη μου... Κλάψε''

Έκλαψε, μέχρι που δεν είχε άλλα δάκρυα πια, της είχαν τελειώσει. Έκλαψε μέχρι τα μάτια της να στεγνώσουν και μέχρι να βγάζει μόνο κραυγές, όχι δάκρυα. Το παλτό του Κρίστιαν ήταν μούσκεμα, τα χέρια του είχαν παγώσει από το κρύο και όμως συνέχιζε, χωρίς να λέει τόση ώρα ούτε μια λέξη, να κρατάει αγκαλιά την Έρνα. 

Σταμάτησε να κλαίει μα συνέχισε να κάθεται στην αγκαλιά του, εξαντλημένη, χωρίς να μπορεί ούτε καν να του ζητήσει να την αφήσει. 

''Νιώθεις καλύτερα;''

''Άφησέ με, σε παρακαλώ''

''Έρνα, θέλω να μου μιλάς''

''Να σε ρωτήσω κάτι;''

''Ναι''

''Περίμενες να χάσω τον Βόλφγκανγκ για να με πλησιάσεις; Πίστευες πως θα βρω τη πατρική αγάπη σε εσένα τώρα που έφυγε;''

''Έρνα...''

''Αυτό είναι έτσι; Φύγε! Καλύτερα να φύγεις!''

''Είπα στη μητέρα σου να μην σε κρατήσει γιατί ήμουν ανεύθυνος, Έρνα!''

''Ανεύθυνος και ανώριμος, Έρνα'' συμπλήρωσε

''Ας πούμε πως το δέχομαι. Τώρα; Γιατί με αρνήθηκες για δεύτερη φορά;''

''Φοβόμουν. Φοβόμουν να σε γνωρίσω''

''Ωραία... Εγώ δεν θέλω να σε γνωρίσω'' είπε και σηκώθηκε από το παγκάκι

''Μην φεύγεις, Έρνα!''

''Δεν έχω ανάγκη από έναν δεύτερο πατέρα'' είπε και άρχισε να παίρνει τον δρόμο προς το σπίτι του Χρίστοφ. Είχε αρχίσει ήδη να νυχτώνει. Ο ήλιος εδώ και λίγα λεπτά είχε δύσει. Ο δρόμος για το σπίτι ήταν αρκετός, όμως χρειαζόταν τον κρύο αέρα που χτυπούσε το πρόσωπό της. Μεγάλωσε τα βήματά και τη ταχύτητά της έτσι ώστε να φτάσει πιο νωρίς στο σπίτι.

''Εσύ!'' ακούστηκε μια φωνή από τα αριστερά

Η Έρνα σταμάτησε να περπατάει, και αφού κράτησε σφιχτά το παλτό γύρω από τη κοιλιά της κοίταξε προς το μέρος εκείνο. Από το λίγο φως της λάμπας μπόρεσε να διακρίνει μια ανδρική φιγούρα με μια στρατιωτική στολή, όχι όμως γερμανική. Γύρισε το βλέμμα της και συνέχισε να περπατάει με τον ίδιο ρυθμό.

''Δεν με άκουσες; Σταμάτα!'' είπε σε σπαστά γερμανικά

''Σε εμένα μιλάτε;'' ρώτησε με απορία

''Καρόλεκ, έλα!'' φώναξε και σε λίγα λεπτά εμφανίστηκε και άλλος ένας ένστολος άντρας

Η Έρνα αδυνατούσε να καταλάβει τη καταγωγή τους, όμως η γλώσσα στην οποία ο άντρας μίλησε στον φίλο του έμοιαζε με σλαβικής καταγωγής.

''Νταβόλνα, ότσιν νταβόλνα*'' είπε ο άντρας που πριν ο άλλος ονόμασε Καρόλεκ, και χαμογέλασε

Τη πλησίασαν και οι δύο.

''Πως σε λένε;'' τη ρώτησε ο ένας

''Έρνα''

''Έρνα, ωραίο όνομα''

''Τι θέλετε από εμένα;'' ρώτησε με τη καρδιά της τώρα να χτυπάει δυνατά

''Τι κάνεις τέτοια ώρα μόνη σου;''

''Δεν σας αφορά''

''Σε λίγο καιρό, ότι αφορά τη φάρα σας θα μας αφορούν'' είπε ο Καρόλεκ και γέλασε ειρωνικά 

''Ποιοι είστε;''

''Αυτό δεν αφορά εσένα, γλυκιά μου''

''Αφήστε με να φύγω''

Γέλασαν και οι δύο μαζί. Ο Καρόλεκ έπιασε το δεξί της χέρι ενώ ο άλλος το αριστερό και άρχισαν να τη τραβάνε σε ένα στενό.

''Αφήστε με!'' φώναξε δυνατά η Έρνα

Ο ένας της έκλεισε με το χέρι του το στόμα ενώ ο άλλος την κόλλησε στον τοίχο. 

Ο Καρόλεκ έβγαλε από τη τσέπη του ένα κόκκινο μαντίλι και της έκλεισε το στόμα.

''Σε περίπτωση που δεν είσαι καλό κορίτσι'' της εξήγησε και γέλασε

Ο άλλος ακούμπησε το στόμα του στον λαιμό της και η Έρνα μπόρεσε να μυρίσει το αλκοόλ που προερχόταν από εκείνον. Τράβηξε το κεφάλι της μα ο Καρόλεκ τη σταμάτησε. Εκείνος συνέχιζε να επεξεργάζεται το κορμί της πιάνοντας το στήθος της με τα χέρια του.

''Ω! Τι έχουμε εδώ; Είσαι έγκυος, καλή μου;'' τη ρώτησε ειρωνικά μα εκείνη, ελπίζοντας πως έτσι θα την άφηνε, κούνησε καταφατικά το κεφάλι της

''Ακούς, Καρόλεκ; Θα φέρει στον κόσμο άλλο ένα μπάσταρδο με γερμανική καταγωγή''

''Δεν πρόκειται, έτσι;'' είπε γελόντας ο Καρόλεκ 

''Έτσι'' του απάντησε ο άλλος και συνέχισε το έργο του. Χάιδεψε τη πλάτη της με τα χέρια του και τα πέρασε μέσα στα ξανθά μαλλιά της.Με τη βοήθεια του φίλου του, πέταξαν το παλτό της. Η Έρνα στεκόταν εκεί, προσπαθώντας να φωνάξει για βοήθεια, ακινητοποιημένη στον τοίχο με τα χέρια ψηλά. Αφαίρεσε το φόρεμά της και έπειτα το εσώρουχο που κάλυπτε το στήθος της.

''Τσούντε!**'' είπε με θαυμασμό κοιτόντας το σχεδόν ολόγυμνο κορμί της τη στιγμή που ο φίλους του συμφώνησε

Φίλησε παθιασμένα το στήθος της ενώ ένα δάκρυ κύλισε από τα μάτια της Έρνα

Κατέβασε αργά το κάτω μέρος του εσωρούχου της και χαμογέλασε. Έβγαλε γρήγορα και το δικό του παντελόνι και με μια κίνησε γύρισε το σώμα της Έρνα. Τώρα είχε κολλημένο το κεφάλι της στον τοίχο και τα χέρια της ελεύθερα. Ήταν όμως παγιδευμένη από πίσω. Το τέρας δεν σεβάστηκε στιγμή τη κατάστασή της. Οι κινήσεις του ήταν γρήγορες και η πίεση που ασκούσε στο σώμα της ήταν τόσο μεγάλη που η κοιλιά της χτυπούσε με δύναμη στον τοίχο. 

Κραυγές πόνου και απόγνωσης έβγαιναν από το στόμα της ενώ ο Καρόλεκ  θαύμαζε και ευχαριστιόταν το θέαμα. Έπιασε τον λαιμό της και ακούμπησε το κεφάλι της δίπλα στο δικό της. 

''Σου αρέσει, βρώμα;'' της είπε μέσα στους αναστεναγμούς του

Οι κινήσεις του έγιναν ακόμη πιο βίαιες. Έβγαλε το πανί από το στόμα της μα μόλις εκείνη πήγε να φωνάξει της έκλεισε με το χέρι του το στόμα δυνατά κάνοντάς τη να πονάει ακόμη περισσότερο.

Τον άκουσε να αναστενάζει βαθιά όταν της ζήτησε να προφέρει το όνομά του.

''Φώναξε, φώναξε με όλη σου τη δύναμη τώρα! Ντμίτρη! Φώναξε'' τη πρόσταξε

Η Έρνα πάγωσε στο άκουσμα του ονόματός του. 

''Βοήθεια!'' φώναξε με όση δύναμη της είχε απομείνει

Ο βιαστής της την άφησε ρίχνοντάς τη στο πάτωμα γυμνή. Κατάφερε να τον δει να φορά ξανά το παντελόνι του και να φεύγει ικανοποιημένος με τον φίλο του.

''Θεέ μου'' είπε καίγοντας

Προσπάθησε να βρει το φορεμά της στο σκοτάδι, ένας πόνος όμως δεν την άφησε. 

''Θεέ μου, μη!'' είπε παρακαλόντας να μην έχει πάθει τίποτα το μωρό

Και άλλος πόνος... Μετά δεν θυμόταν τίποτα άλλο...


Ελλάδα...

Ένας πόνος ενόχλησε φανερά τον Δημήτρη. Για καλή του τύχη, δίπλα του βρισκόταν ο Γιώργος.

''Είσαι καλά;'' τον ρώτησε 

''Καλά είμαι...''

''Δεν φαίνεσαι καλά. Είσαι σίγουρα; Μήπως θες να φωνάξω βοήθεια;''

''Δεν χρειάζετα, Γιώργο. Τον τελευταίο καιρό έχω ένα κακό προαίσθημα... Δεν κοιμάμαι καθόλου καλά. Βλέπω εφιάλτες με την Έρνα, τώρα ήρθε και αυτός ο πόνος... Φοβάμαι, φίλε''

''Έλα τώρα, Δημήτρη. Μια χαρά θα είναι. Την ονειρεύεσαι γιατί σου λείπει..''

''Όχι... Πάντα διαισθάνομαι όταν κάτι δεν πάει καλά με την Έρνα''

''Ηρέμισε''

''Πως στο καλό θα μάθω; Μου λες;'' είπε δυνατά κλωτσώντας μια πέτρα που βρισκόταν κοντά στα πόδια του

''Δημήτρη... Όσο η Γερμανία κερδίζει, η Έρνα θα είναι μια χαρά. Για εμάς πρέπει να φοβάσαι!''

''Και αν έχει πάθει κάτι το μωρό;''

''Αποκλείεται. Η 'Ερνα τώρα που μιλάμε είναι σπίτι της''

''Προσέξτε!'' ακούστηκε μια φωνή από μακριά

Ο Γιώργος και ο Δημήτρης δεν πρόλαβαν καλά-καλά να σηκωθούν, όταν ένας ιταλός στρατιώτης πυροβόλησε προς το μέρος τους. Η σφαίρα δεν χτύπησε, ευτυχώς κανέναν, πέρασε μόνο ξυστά από τον ώμο του Δημήτρη, τον οποίο και τραυμάτησε ελαφρά. 

Ο Δημήτρης γονάτησε από τον πόνο και έσφιξε με το άλλο του χέρι τον πληγωμένο ώμο. 

''Πονάω!'' φώναξε

Αμέσως ήρθε βοήθεια και μεταφέρθηκε στο πιο κοντινό νοσοκομείο. 

Μια νοσοκόμα πλησίασε το κρεβάτι του κρατώντας επιδέσμους και οινόπνευμα.

Του χαμογέλασε για να τον κάνει να νιώσει καλύτερα, της ανταπέδωσε το χαμόγελο. 

''Πονάς;''

''Όχι πια''

''Μάλλον έδραση το παυσίπονο'' του είπε εξετάζοντας το τραύμα του

''Ήσουν τυχερός..'' συμπλήρωσε

''Έτσι φαίνεται... Για πόσες φορές ακόμη δεν ξέρω''

΄'Εύχομαι ολόψυχα να μην ξαναχρειαστεί να μπεις σε αίθουσα νοσοκομείου'' του είπε καθαρίζοντας τη πληγή

'' Φαντάζομαι πόσα βλέπεις εδώ κάθε μέρα''

''Δεν μπορείς καν να φανταστεις... Πονάω με κάθε τραυματία που έρχεται... Μα είναι η δουλειά μου, αγαπώ αυτό που κάνω'' είπε και άρχισε να ράβει το τραύμα

'' Σε πόνεσα;'' τον ρώτησε

''Αντέχω τον πόνο... Αλήθεια, είμαι και εγώ γιατρός''

''Ναι; Τότε θα είσαι μεγάλη βοήθεια εκεί που πολεμάς''

''Έχω βοηθήσει πολλούς, όμως χωρίς εξοπλισμό, δεν μπορώ να κάνω και πάρα πολλά''

''Και εδώ τα πράγματα αρχίζουν να μην είναι καλά. Τα πράγματα που μας στέλνουν είναι ελάχιστα και οι τραυματίες πολλοί... Είναι πολλά τα νοσοκομεία,...'' είπε και σταμάτησε για λίγο

''Πως σε λένε;'' τον ρώτησε στη συνέχεια

''Δημήτρη. Εσένα;''

''Ελπίδα''

''Τι ωραίο όνομα..'' της είπε και εκείνη του χαμογέλασε τελειώνοντας με το ράψιμο

''Ευχαριστώ...''

Έδεσε τον ώμο του με επίδεσμο και τον κοίταξε.

''Είσαι έτοιμος''

''Σε ευχαριστώ''

''Καλή ανάρρωση'' του είπε και πήγε να φύγει

''Ελπίδα;''

''Ναι''

''Θα σε ξαναδώ;''

''Ίσως, δεν ξέρω''

''Αν όχι, να προσέχεις'' της είπε

Εκείνη χαμογέλασε και χάθηκε πίσω από την πόρτα.

Είχε γλυτώσει από τον θάνατο πριν λίγες ώρες και τώρα βρισκόταν στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου μόνος του. Και τι δεν θα έδινε για να είχε την Έρνα δίπλα του. Η Έρνα... Τι να έκανε η Έρνα; Να ήταν καλά; Να φούσκωνε; Να ήξερε αν το παιδί τους ήταν αγόρι ή κορίτσι; 

Μπορεί να μην την έβλεπε ποτέ ξανά... Να μην γνώριζε ποτέ το παιδί του. Να το μεγάλωνε εκείνη μαζί με τον Χρίστοφ και ποτέ να μην του μιλούσε για την ύπαρξή του... Και αν είχε δίκαιο ο Γιώργος; Αν επέλεγε τη σιγουριά του άντρα της; 

Θυμήθηκε τη μέρα που τη χαιρέτησε, εκείνη τη μέρα πριν φύγει από την Γερμανία. Θυμήθηκε τα δάκρυά της και τη φωνή της. Τη φωνή της που με τόσο πάθος εκείνη τη μέρα είχε φωνάξει δυνατά: ''Μισώ τον Χίτλερ!''

Του έλειπε... Το χαμόγελό της, η φωνή της, το σώμα της... Του έλειπε τρομακτικά πολύ. Χρειαζόταν τη γυναικεία συντροφιά όσο ποτέ.

Λίγο αργότερα, σηκώθηκε από το κρεβάτι και βγήκε στη μικρή αυλή του νοσοκομείου. Κάθισε σε ένα σκαλί και έβγαλε το μοναδικό τσιγάρο που του είχε απομείνει...

Ήξερε ότι του έκανε κακό, όμως ήταν η μοναδική παρηγοριά. Το τσιγάρο εξάλλου, βοηθά να αντέξεις τη δυστυχία σου. 

Η Ελπίδα τον αναγνώρισε από μακριά και κάθισε δίπλα του.

''Νιώθεις ήδη καλύτερα, βλέπω''

''Ένιωθα την ανάγκη να κάνω ένα τσιγάρο''

''Κάνεις κακό στον εαυτό σου''

''Μάλλον δεν είσαι δυστυχισμένη, γι αυτό το λες αυτό''

''Αχ και να ήξερες, Δημήτρη...''

''Να ήξερα τι;''

''Πριν μια βδομάδα έχασα σε μια μέρα και τα δύο μου αδέρφια... Τα έφεραν εδώ, νεκρά''

''Λυπάμαι''

''Ο πατέρας μου πέθανε όταν ήμουν πέντε χρονών... Η μαμά μου είναι μόνη της... Ας μην συζητήσουμε καλύτερα για δυστυχία''

''Ναι... Καλύτερα''

''Εσύ; Έχεις αδέρφια;''

''Όχι...''

''Τότε γιατί είσαι δυστυχισμένος;''

''Δεν θέλω να μιλήσω γι αυτό, Ελπίδα''

''Για να μην θες, θα έχεις τους λόγους σου... Το σέβομαι απόλυτα. Πηγαίνω, ας σε αφήσω να τελειώσεις το τσιγάρο σου'' είπε και σηκώθηκε

''Μείνε'' της είπε και πέταξε το τσιγάρο από το στόμα του

''Θέλεις να μου μιλήσεις;''

''Μείνε. Απλά μείνε'' της είπε και εκείνη κάθισε ξανά στη θέση της

''Έχεις ωραία μάτια'' του είπε

''Και εσύ. Και ωραία χείλη'' είπε εκείνος κοιτώντας τα πράσινα μάτια της

''Ευχαριστώ''

Τη πλησίασε και άφησε ένα παθιασμένο φιλί στα χείλη που λίγο πριν χαρακτήρισε ωραία.

''Δημήτρη...'' είπε εκείνη καθώς απομακρυνόταν

''Σε χρειάζομαι, Ελπίδα. Όπως με χρειάζεσαι και εσύ''

Εκείνη σηκώθηκε και κρατώντας τον από το χέρι τον οδήγησε στο δωμάτιο που κοιμόταν.

''Όλες είναι αποσχολημένες'' του είπε και κλείδωσε τη πόρτα

Εκείνος την άπαρξε από τη μέση και τη φίλησε. Σε λίγα λεπτά τα ρούχα και των δύο ήταν παρελθόν. Ήταν τόσο τρυφερός μαζί της, φρόντισε να μη τη πονέσει ούτε για μια στιγμή. Φιλούσε με πάθος το στόμα της και έπνιγε τις κραυγές της ώστε να μην τους ακούσει κανείς. 

''Έρνα, Έρνα αγάπη μου'' είπε λίγο πριν τη κορύφωση.

Ήταν ξαπλωμένη δίπλα του ενώ εκείνος κοιτούσε το κενό.

''Με φώναξες Έρνα'' του είπε

''Εγώ;''

''Σε άκουσα, Δημήτρη.. Ποια είναι αυτή;''

''Καμία... Δεν ξέρω πως έγινε''

''Είσαι σίγουρος πως λες την αλήθεια;''

''Ναι'' της είπε και άρχισε να ντύνεται ενώ οι τύψεις τον κυρίευσαν

Την είχε προδώσει...

*Νταβόλνα, ότσιν νταβόλνα ( ρωσικά) = Όμορφη, πολύ όμορφη

**Τσούντε= θαύμα

Continue Reading

You'll Also Like

4.7K 15 2
- Λένε πως θα έρθει απόψε ο Άγγελος του Θανάτου στον Πειραιά, ισχύει; - Έτσι γράφει το μήνυμα. - Θα δεχτεί να συμμετάσχει στην Αντίσταση; - Λογικά να...
52.1K 2.3K 43
Η Emily είναι ευτυχισμένη όσο ζει ο πατέρας της μαζί με τα αδέρφια της. Όμως ο αναπάντεχος θάνατος του θα την κάνει να μισήσει την εγωίστρια μάνα τη...
2K 78 20
Σπουδές στη Θεσσαλονίκη..στη σχολή που ήθελε πάντα..αυτό ήταν το όνειρο της Μαρίνας από την πρώτη μέρα που πάτησε το πόδι της στο λύκειο. Στην «πόλη...
60.7K 4.4K 35
Ενα τρένο με προορισμό την Ολλανδία θα γίνει η αίτια για μια γνωριμιά , μια γνωριμιά ικανή να αλλάξει ριζικά τις ζωές δυο τελείως διαφορετικών ανθρώπ...