«Κλείσε το στόμα σου μωρέ μαλάκα.» τον κοροϊδεύω «Θα έρθεις; Τι λέει;»

«Πέντε ευρώ.» λέει με ένα πονηρό χαμόγελο.

«Ή έρχεσαι ή σε κλειδώνω μέσα.» σηκώνω αδιάφορα τους ώμους.

Με πλησιάζει με ένα ψευτο-ύφος ενόχλησης «Πω, πω, τι τραμπούκος που έχεις γίνει.»

«Αυτό θες.» τον πειράζω.

«Τέτοια μου λες και με τρελαίνεις, τρελό μωράκι του ουρανού.» γελάω με τις μαλακίες του και του δίνω ένα κράνος.

«Που πάμε;» αναρωτιέται όταν ξεκινάμε.

«Έχω να κάνω κάτι πραγματάκια που είχα αφήσει στη μέση επειδή είμαι ένας ανεγκέφαλος εγωιστής.» παραδέχομαι. Δεν απαντάει, αλλά ξέρω πως χαμογελάει νικηφόρα.

Αρχίδι.

________________________________________________

Αφού τον έχω σύρει μαζί μου, φτάνουμε επιτέλους στον τελικό μας προορισμό, με τον Γιώργο να μουρμουράει διαρκώς πως ''γαμιέμαι''.

«Μπορώ να κάνω live μετάδοση;» γελάει. Χτυπάω το κουδούνι και αποφασίζω να τον αγνοήσω μέχρι νεοτέρας.

«Ένα βίντεο έστω;» ρωτάει σαν μωρό, αλλά εκείνη τη στιγμή ανοίγει η πόρτα. Ανεβαίνω μέχρι το σπίτι της, μα δεν είναι κανείς στη πόρτα.

«Μισό λεπτό, συγγνώμη, δεν βρίσκω το πορτοφόλι μου.» απολογείται.

Σημειώνω νοητά να τσακωθώ κάποια στιγμή μαζί της που δεν ρωτάει ποιος είναι και ανοίγει τη πόρτα της έτσι απλά.

Όταν εντέλει εμφανίζεται το πρόσωπό της...

Ξέρω.

«Βασίλη;» λέει έκπληκτη.

«Σελήνη.» γελάω αμήχανα.

«Δεν περίμενα ποτέ πως θα πω κάτι τέτοιο δυνατά, αλλά ο Γιώργος έχει δίκιο! Τι κάνουμε; Γιατί τόσο άγχος για το μέλλον; Γιατί χάνουμε τόσο χρόνο σε εγωισμούς και πείσματα και μένουμε μακριά ο ένας από τον άλλον; Γιατί δεν ζούμε στο έπακρο το μόνο πράγμα που μας ανήκει σίγουρα: το μέλλον; Ποιος νοιάζεται πως θα γυρίσεις στην Αθήνα; Σημασία έχει πως ταξίδεψες μέχρι το Παρίσι. Και ένα πράγμα ξέρω σίγουρα, Σελήνη, θέλω ταξιδέψω μαζί σου στο Παρίσι και σε κάθε Παρίσι που θα βρεθεί στον δρόμο μας!»

«Είσαι ηλίθιος.» λέει με δάκρυα στα μάτια. Της δίνω τα λουλούδια που κρατάω στο χέρι μου και τη πλησιάζω, παίρνοντας το χέρι της στο δικό μου.

«Είμαι ένας ηλίθιος που είναι τρελά ερωτευμένος μαζί σου. Έλα να μείνουμε μαζί, όπου κι αν μας βγάλει.» 

Το βλέμμα της πέφτει στη κλειδιά που έβαλα στη παλάμη της, πριν γυρίσει να με κοιτάξει, κλαίγοντας.

«Θα το ήθελα πολύ.» ψελλίζει.

«Ναι;» τη πειράζω. Γνέφει καταφατικά και νιώθω τον Γιώργο να με σπρώχνει πάνω της.

«Yes I do σου λέει ηλίθιε, you may kiss the bride, άντε μας τα έκανες τσουρέκια!» λέει απηυδισμένος. 

«Αν δεν ήμουν παντρεμένη, θα σε παντρευόμουν!» πετάγεται η Νίκη από μέσα.

«Είναι κι αυτό μια παρηγοριά ρε Νικάρα!»

Αγνοώ τους ηλίθιους φίλους μας και τη κλείνω στην αγκαλιά μου.

Παίρνω το πρόσωπό της στα χέρια μου και τη κοιτάζω βαθιά μέσα στα μάτια.

Θέλω να νιώσει κάθε λέξη.

«Αξίζει.» λέω με πάθος «Αξίζει.» επαναλαμβάνω.

«Πάντα μ' άρεσε το Παρίσι.» λέει γελώντας.

«Εμένα πάλι πάντοτε μου άρεσε η σελήνη.»

Η ολόδική μου Σελήνη.

______________________________________________________________

Πριν περίπου 3 εβδομάδες, ήρθα αντιμέτωπη με τον μεγαλύτερο μου φόβο, βίωσα την απώλεια του πιο σημαντικού μου προσώπου... 

Γύρισα όμως, ελπίζω να σας αρέσει...

Είναι το προτελευταίο κεφάλαιο!!

What IfΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα