27

58 4 0
                                    

  Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα κάτι τέτοιο από τον εαυτό μου. Τσαντίστηκα αφάνταστα με την πάρτη μου. Έχω να κλάψω μες στην τάξη από πρόπερσι την άνοιξη, τότε που κάτι είχε παιχτεί με την κουτσομπόλα τη Μικέλα και παραλίγο να δώσει ένα κείμενο που είχα γράψει στον Πάρη.

 Πήρα άδεια από τον Πολυχρονάκη να βγω έξω, γιατί δεν ήμουν καλά και το είχε καταλάβει όλη η τάξη. Βγήκα από κει μέσα με γρήγορο και τσαντισμένο βήμα, τα ακουστικά μου να σέρνονται από την τσέπη μου στα πατώματα και το μεικ-απ μου επιεικώς σύσκατο. Στις σκάλες έπεσα πάνω σε δυο πιτσιρίκια του γυμνασίου, τα οποία με κοίταξαν καλά καλά. Χώθηκα σε μια τουαλέτα, κι ευχόμουν να είχα μαζί μου κάτι αιχμηρό.

 Δεν ήξερα γιατί στο καλό έκανα έτσι για το τίποτα. Μάλλον, αντί για άνιωθη που ισχυρίζομαι πως είμαι, είμαι στην πραγματικότητα τρομερά ευαίσθητη. Μια άνιωθη ποτέ δεν κλαίει, και ειδικά μπροστά σε όλους. Αντιμιλάει χωρίς τύψεις, και τα γράφει όλα εκεί που δεν πιάνει μελάνι. Τι σκατά έχει πάθει τέλος πάντων τώρα τελευταία;

  Η αλήθεια είναι πως με τσαντίζει τρομερά το γεγονός ότι κάποιες ιστορίες του γυμνασίου επαναλαμβάνονται. Ήταν τα χειρότερά μου χρόνια, κι έχω ιδρώσει για να αλλάξω και να μην τα ξαναζήσω.

 Θυμάμαι που τότε μια καθηγήτρια με γελοιοποίησε μπροστά σε όλους στις εξετάσεις. Ήταν καλοκαίρι, εγώ είχα πολλά παραπάνω κιλά, όμως ζεσταινόμουν, κι ήρθα να δώσω φυσική φορώντας ένα κολλητό τιραντάκι. Η καθηγήτρια με είδε κι άρχισε να τσιρίζει και να μου λέει να πάω σπίτι μου να αλλάξω. Είχαν βγει όλες οι τάξεις στα παράθυρα και με κοιτούσαν. Πανικοβλήθηκα, άρχισα να κλαίω, και οι επιτηρήτριες μου έδιναν αμίλητες χαρτομάντιλα, γιατί η μάσκαρα είχε τρέξει μέχρι το πηγούνι μου.

 Οκ, αυτή τη φορά τα πράγματα δεν ήταν τόσο τραγικά. Αλλά αυτό δε σημαίνει πως δε με πείραξαν. Δε θέλω κανέναν και τίποτα να μου θυμίζει πόσο αδύναμη ήμουν παλιά. Όλοι αυτοί οι πούστηδες δεν ξέρουν τι έχω περάσει. Μόνο εγώ ξέρω.

 Ενώ τα σκεφτόμουν αυτά, άκουσα να μπαίνει στην τουαλέτα η ξανθιά κοντή καθαρίστρια με τα τατουάζ, και να φωνάζει αν υπήρχε κάποιος που καπνίζει.

 Στις τουαλέτες βρισκόμουν μόνο εγώ και παραδίπλα ένα άλλο κορίτσι, που προφανώς (αν κρίνω από το χρατς χρουτς) άλλαζε σερβιέτα. Άκουσα το κορίτσι να απαντά πως όχι.

 «Εσύ κοπελιά;». Χτύπησε τη δικιά μου πόρτα. Πού σκατά κατάλαβε πως είμαι εδώ;

 Την άνοιξα και βγήκα σχεδόν τρέχοντας, με τα μάτια μου ακόμη πρησμένα.

 «Είσαι εντάξει;». με ρώτησε η καθαρίστρια λίγο ανήσυχη. Πέταξα βιαστικά μερικά «Ναι, ναι, εντάξει», κι εξαφανίστηκα από κει.

 Στο διάλειμμα που ακολούθησε, σχεδόν εφτά άτομα είχαν μαζευτεί γύρω απ' το θρανίο μου και πάλευαν να μου βάλουν στο κεφάλι ότι η Συρίγου ως καθηγήτρια το καλό μου θέλει, κι ότι δε θα' πρεπε να κάνω έτσι για ένα απλό σχόλιο. Δε μιλούσα. Κάποια στιγμή βαρέθηκαν και με παράτησαν όλοι ήσυχη.

 Ήρθε και στάθηκε από πάνω μου ο Χάρης. Χωρίς να του πω κουβέντα, τον βούτηξα από το χέρι και βγήκαμε απ' την τάξη. Σταθήκαμε σε μια γωνιά του προαυλίου. Τον κοιτούσα καθώς μου μιλούσε, με ένα ανήσυχο βλέμμα στα μάτια του, όπως κοιτάζει ένας ψυχολόγος ένα αυτιστικό παιδί. Δεν ξέρω αν τον διέκοψα, ούτε με ένοιαζε, αλλά τον αγκάλιασα σφιχτά. Σαν να ήταν αυτός ο μόνος τρόπος να ξεφύγω από όλους και από όλα.

 Κι εκείνος με αγκάλιασε.

 Οι υπόλοιπες ώρες στο σχολείο πέρασαν τόσο σκάρτα και βαρετά που μου δημιουργήθηκαν περισσότερα νεύρα. Πήγα σπίτι κι άνοιξα το Facebook. Είχα όρεξη να εκτονωθώ κάπου. Άρχισα να σχολιάζω διάφορα στάτους σε μια ηλίθια ομάδα για γνωριμίες. Όποιος είχε αντίρρηση σε αυτά που σχολίαζα, φρόντιζα να τσακωθώ μαζί του.

 Μέχρι ενός σημείου τα έβαζα με εντελώς ασήμαντα και χαζά άτομα, και την είχα καταβρεί. Ώσπου πετιέται μια κοπελιά, κάνοντας το εξής σχόλιο: «Κουκλίτσα, με ένα μαντηλάκι σου αφαιρεί κανείς όλη την ομορφιά αμέσως».

 Φορτώθηκα άγρια, και της απάντησα πως αν ίσχυε αυτό, τότε καλύτερα να τραβούσα ένα μαντηλάκι από το σουτιέν της. Αυτή όμως, παρά τη μεγαλόπρεπη τάπα που έφαγε, συνέχιζε να με κριτικάρει λες και με ήξερε από χτες. Έλεγε πως ήμουν ένα «πεταμένο εγωιστικό πρότυπο της εποχής». Άλλος ένας που μου έλεγε ποια είμαι, μέσα σε μια μέρα.

 Το εξωτερικό μου, μπορεί να μην κολλάει πολύ με το εσωτερικό μου, αλλά μ' αρέσει. Και είναι τόσο θλιβερό να έχω κάνει τόσο αγώνα να αλλάξω το σπασικλάκι που ήμουν παλιά, κι όμως το αποτέλεσμα να είναι ακόμη κατακριτέο. Δε νιώθω ούτε πρότυπο, ούτε παρενέργεια της εποχής μου. Νιώθω σαν ένας outcast που μισεί τον κόσμο και τα σκατά του. Δεν έχω αυτό το περιτύλιγμα για να προκαλέσω, αλλά για να εκφραστώ. Ξέρω ότι δε γεννήθηκα για να είμαι σαν όλους τους άλλους. Και μπορώ να πω ότι η φάτσα της κοπελιάς που σχολίαζε ήταν μακράν πιο μέτρια και συνηθισμένη απ' τη δικιά μου.

 Και μια τελευταία πληροφορία για σήμερα: Αν τα νεύρα ήταν φιτίλια, θα' χα ανοίξει νεκροταφείο.

Το ημερολόγιο μιας άνιωθηςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα