Ενοτητα 1: Μερος 4

60 13 0
                                    

"Συγνώμη κυριε Αναγνωστακη. Δεν θα ξαναγινει. Θα σας φερουμε το ιστορικο της ιατρικης περιθαλψης της κορης μας. Αυτό δεν μας εχει ξανα τυχει ποτέ"  ειπε η μαμά ντροπιασμενη στον διευθυντή.  Οταν βγηκαμε απο το γράφειο του διευθυντή η μαμα με επιασε σφιχτά απο το μπρατσο και με τραβουσε γρήγορα προς την έξοδο με τα τακούνια της να κουδουνιζουν σε ολο τον διάδρομο. Προφανώς ηταν θυμωμενη. Μπηκαμε στο αυτοκίνητο, βαλαμε ζωνες και η μαμα επιασε το τιμόνι ετοιμη να πει κατι αλλά δισταζε .  Ειχαμε μεινει για λίγη ωρα στην σιωπή περιμένοντας η μια την άλλη να κάνει την αρχή. Αφου δεν την εκανα εγω, την έκανε αυτή.  Τα μαυρα φιδισια μαλλιά της έπεσαν απειλητικα στο προσωπο της καθως κοιταζε μπροστα επιμονα το δέντρο που χωριζε το παρκινγκ σε δυο πλευρές.
"Γιατί δεν μου ειπες πως εχει χειροτερευσει η κατάσταση σου;" ειπε επιτελους
"Μα μαμά αληθεια σου λέω. Ειχα μια δαγκωματια απο λυκο πανω στο χέρι μου..." δεν με αφησε να τελειώσω και αμεσως αρχισε να φωνάζει
"ΣΥΝΕΛΘΕ ΑΛΚΙΣΤΗΣ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΛΥΚΟΙ ΕΔΩ!! ΤΕΡΜΑ ΘΑ ΣΕ ΠΑΩ ΣΤΟΝ ΨΥΧΙΑΤΡΟ ΣΟΥ ΣΗΜΕΡΑ. ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΙ ΑΝΤΙΡΡΉΣΕΙΣ" 
"Μα μαμά το αγόρι που καθόταν δίπλα μου το ειδε και αυτός. Το ειδε σου τ'ορκιζομαι.  Μπορώ να του μιλησω αύριο για να ρθει να σου πει τι είδε." φαινοταν να θυμωνει περισστερο.
"Έχω το τηλέφωνο του. Προσφερθηκε να βοηθησει αφού η μαμα του ειναι ψυχιατρος και μου το εδωσε"  εβγαλε μια κάρτα και αρχισε να πληκτρολογα τον αριθμό. Δεν το πιστεύω.Ολοι θα με περνούν για τρελή.Τοσο τρελή φαινόμουν; Α ναι ,ειχε δει το μπουκαλάκι. Συνελθε Αλκιστης. Μπορει να διαβαζει και μιας και η μαμα του είναι ψυχιατρος θα ξερει σίγουρα τα χάπια. Μια μελωδική ανδρική φωνή απαντησε.Ηταν η φωνη του ψηλου ξανθου αγοριου με τα καταγαλανα ματια που καθοταν διπλα μου.
"Γεια σου Ερμή μου. Η μαμά της Αλκιστης ειμαι. Σε πήρα διότι η Αλκιστης θα ορκιζοταν πως ειχε μια δαγκωματια πανω στο χέρι της και την ειδες και συ" ηταν σε ανοικτή ακρόαση
"Κυρία..."  εκανε μικρή παυση
"Μαρία"  ειπε η μαμά μου
"Κυρία Μαρια αυτό που είδα εγω ηταν το χερι της ολοκοκκινο απο το ξισιμο. Μονο αυτό ειδα" η μαμά μου με θριαμβευτικο υφος εκλεισε το τηλεφωνο και με κοίταξε με ευχαρίστηση
"Είδες;  Πρεπει να εμπιστεύεσαι την μαμά σου"  μου χαιδευσε τα μαλλιά και το μάγουλο με ενα χάδι αργοσυρτο. "Αχ γλυκιά μου. Εισαι πολύ αρρωστη"  ειπε και με φίλησε στο μετωπο. Ημουνα εκατο τοις εκατό σίγουρη πως δεν το φανταζόμουν.  Αλλά τωρα το χερι μου δεν ειχε τιποτα πάρα κοκκινες γραμμές απο το ξισιμο.  Δεν ημουν αρρωστη. Δεν ενιωθα αρρωστη. Μόνο και μονο με την σκεψη πως δεν μπορουσα να κανω καποιον να με πιστέψει ενιωθα ακομη πιο τρελή.......

"Γεια σου γλυκιά μου. Σε λένε Αλκιστης έτσι δεν είναι;" ειπε η κυρία με το απιστευτα ομορφα προσωπο. Η ομορφιά της, το απίστευτα ασπρο και λειο δέρμα της,  τα ελαφισια καστανα ματια της και τα καστανα πιασμενα σε αλογοουρα μαλλιά της μετεδιδαν στον άλλο μια παντοδυναμια, ενα κύρος και μια σοφία. Πολλα συναισθήματα με κατεκλυαν καθως αντικρυζα την ομορφιά της. Επιστρεφοντας στην Πραγματικότητα ενεψα ναι και αυτή συνέχισε.   
"Λοιπον . Είσαι αγχωμένη έτσι δεν είναι;" δεν απαντησα λεκτικα. Απλά ενεψα 

"Δεν χρειαζεται να μου πεις τι βλέπεις .Απλά θέλω να μου πεις με τι ασχολείσαι  Να γνωριστούμε" ήταν η μαμά του Ερμή . Μπορεί να την συμπαθούσα γι αυτό αλλά σιγουρα δεν την συμπαθούσα επειδή ήταν ψυχίατρος . Απλά όπως πάντα δεν θα μιλούσα . Κάθησα αναπαυτικά στην καρέκλα μου και την παρακολουθούσα να προσπαθει να με γνωρίσει . Την λυπόμουν κατα βάθος αλλά δεν εποκρειτο να μιλήσω . Δεν τα φανταζόμουν . Ηταν αλήθεια . Όταν η ώρα μας τελειωσε επιασα την τσάντα μου και βγήκα σαν σύφουνας απο το ιατρείο .Η μαμά μπήκε μέσα να μιλήσει στην υποτιθέμενη ψυχίατρο . Εγώ καθησα στο αυτοκίνητο περιμένοντας την να επιστρέψει . Όταν επέστρεψε κρατούσε στο χέρι ένα χαρτί και ένα μπουκαλάκι . 

"'Αυτό " είπε σηκώνοντας το μπουκαλάκι "θα πίνεις μια σταγόνα καθε νύχτα πριν κοιμηθείς . Και εδώ έχω μια συνταγή για καποια άλλα χάπια " είπε και σταματήσαμε στο φαρμακείο για να αγοράσει τα χάπια η μαμα μου . Πήγαμε σπίτι και ξάπλωσα . Αναστέναξα και έπιασα τα χάπια μου . Άνοιξα το μπουκαλάκι με το φάρμακο που μας έδωσε η ίδια και το μύρισα . Μυριζε ωραία . Κάτι σαν αρωματικό . Σαν βότανο . Παντως ήταν χειροποιητο , σπιτικο . Δεν προκειτο να πιω τα χάπια απο το φαρμακείο. Ήμουν σίγουρη πως όλα οσα συνέβησαν ήταν αληθινα και ο Ερμής έλεγε ψέματα . Όμως έλεγα να δοκιμάσω το σπιτικό φαρμακο αυτό . Έπιασα μια σταγόνα με το σταγονόμετρο που είχε μεσα το μπουκαλάκι και εβαλα μία ακριβώς πάνω στην γλώσσα μου . Η γλώσσα μου μουδιασε . Όταν κατάπια την σταγόνα τα μάτια μου αρχισαν να πονάνε . Να πονανε πολύ . Φοβηθηκα πως αρχισαν πάλι να τρεχουν αίμα και έτρεξα προς τον καθρεφτη . Οχι δεν υπήρχε αίμα . Απλά ήταν υπερβολικά κόκκινα . Τα έπλυνα λίγο με νερό και επέστρεψα να κοιμηθώ .  Δεν ξέρω αν θα τα καταφερνα αλλά αξιζε την προσπαθεια 

ΒαλεριάναTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon