8. Υβόννη, 10 Ιανουαρίου 2001

346 18 0
                                    

Ξύπνησα γύρω στις 12:00 το μεσημέρι. Μόλις άνοιξα τα μάτια μου, είδα το λευκό πρόσωπο Φένιας, γεμάτο τραυματισμούς. Το σώμα της γεμάτο πληγές, μα ακόμη μπορούσα να δω ένα χαμόγελο στα χείλη της. Το μόνο που δεν ήξερα ήταν ο λόγος για τον οποίο πραγματικά χαμογελούσε. 

- Μόλις ξαναπετύχω αυτό το παλιοκόριτσο μπροστά μου... - άρχισε.

- Ότι έγινε, έγινε. 

- Τι εννοείς; Έχει πάθει εμμονή μαζί σου, ενώ ούτε που σε ξέρει! Δεν πάει καλά η τύπισσα - μουρμούρισε, σκεπασμένη με τα παπλώματα. 

- Ξέρεις καλά ότι και εγώ θα έκανα το ίδιο για τον έρωτα μου. 

- Ο σκοπός δεν είναι να βρεις έρωτα, είναι να περνάς καλά. Δεν υπάρχουν αγάπες, μην τρελαθούμε κιόλας! - με ξάφνιασε. Μα πώς δεν υπάρχει έρωτας, εφόσον κάθε μέρα θέλω να της αποδείχνω το πόσο την θέλω - Δεν εννούσα αυτό που νομίζεις... 

- Ξέρω καλά τι ήθελες να πεις - συκώθηκα από το κρεβάτι και άρχισα να ντύνομαι γρήγορα. Η Νάσια άρχισε να μου ζητάει συγνώμη, αλλά εκείνη τη στιγμή το μόνο που ήθελα ήταν να πάω για βόλτα και να κάνω τσιγάρο. Φόρεσα το σκισμένο τζιν και την μαύρη ζακέτα μου και βγήκα από την πολυκατοικία. Μου την έσπασε λίγο, αλλά δεν μπορούσα να της κρατάω μούτρα για πολύ. Αποφάσισα να πάω στο μπαρ, να δω για λίγο και την Μαρίνα, να μάθω περισσότερα για το σκηνικό που έγινε τις προάλλες. Άνοιξα την πόρτα του μαγαζιού και πέτυχα την Μαρ να σφουγγαρίζει το πάτωμα. 

- Τι γίνεται; - ρώτησα. 

- Έγιναν αρκετά νομίζω στα είπε και η Νάσια. Εξάλλου τι άλλο να πω; Η μικρή είναι τρελά ερωτευμένη μαζί σου, γιατί δεν κάνεις κάτι μαζί της; 

- Αφού είμαι σε σχέση.

- Ναι, ωραία σχέση αν τρως κερατ... - σταμάτησε. Με κοίταξε στα μάτια και δεν ήξερε τι να πει. 

- Με ποια; Πες μου τώρα με ποια ηλίθεια με έχει κερατώσει και πότε; 

- Δεν είναι κοπέλα. Είναι ο πρώην της, ο Μάκης - με το που άκουσα το όνομα του, δεν άντεξα και γύρισα πίσω στην πολυκατοικία. Άρχισα να βαράω την πόρτα και μου άνοιξε η Φένια, προσπαθόντας να με ηρεμήσει. Μπήκα στο υπνοδωμάτιο, αλλά η Νάς δεν ήταν εκεί. Άκουσα μια κραυγή από το μπάνιο. Όπως ήμουν μπήκα γρήγορα μέσα και είδα της Νας μέσα στα αίματα. 

- Είσαι καλά; Tι σου συμβαίνει; - άρχισα να δακρύζω. 

- Έχω...

- Τι έχεις ρε Νάσια; Μίλα μου! 

- Έχω aids 

Σιωπή. Η ώρα σταμάτησε να κιλάει, ο χρόνος δεν περνούσε. Κοίταγα την Νας στα ανοιχτά της μάτια και δεν μπόρεσα να πιστέψω σε αυτό που μου είπε. Τα μάτια μας δακρύζαν, οι ψυχές μας πονούσαν και το μόνο που ακουγόταν, ήταν οι χτύποι από τις καρδιές μας. 


                                                                                          ***

Νοσοκομείο, αίθουσα 134. Η Φένια με τα χαρτιά της αδερφής της και εγώ μες το κλάμα. Τώρα τι θα γίνει; Από πότε πάσχει από aids; Έχω και εγώ; Δεν θέλω να πεθάνω! - με βασάνιζαν οι σκέψεις μου - η Νάσια θα μπορέσει να γίνει καλά; Περιμέναμε το γιατρό να βγει από την αίθουσα να μας πει σε τι ακριβώς κατάσταση βρίσκετε η κοπέλα μου. Το κορίτσι μου, ο άγγελος μου. Ακόμα και αν με κεράτωσε, πλέον θα τη συγχωρούσα. Αρκεί να ζήσει.

- Δεν έχω καλά νέα - μίλησε ο γιατρός, βγαίνοντας από την 134 και δέχτηκε μόνο να έρθει η Φένια μαζί του, καθώς εγώ δεν ήμουν συγγενής της. Πόσο μισώ αυτούς τους νόμους! Να πεθαίνει ο άνθρωπος μου και εγώ να μην μπορώ να μάθω τίποτα. 

                                                                                           ***

21:53. Γυρνούσαμε από το νοσοκομείο, η Νας έμεινε μέσα για ένα σωρό εξετάσεις. Για αυτό τις τελευταίες μέρες το δέρμα της ήταν τόσο χλωμό, δεν έτρωγε, δεν έπινε, ζαλιζόταν. Αν πεθάνει, θα πεθάνω και εγώ - σκέφτηκα πίνοντας αλκοολ στη μέση του δρόμου...

 Αν πεθάνει, θα πεθάνω και εγώ - σκέφτηκα πίνοντας αλκοολ στη μέση του δρόμου

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.



Υβόννη ✔️Where stories live. Discover now