3. Υβόννη, 13 Νοεμβρίου 2000

507 25 2
                                    

Ήταν γύρω στις 17:00, καθώς γυρνούσα από το σπίτι ενός φίλου μου. Είχαμε καπνίσει για τα καλά. Πριν μπω στο ηλεκτρικό, ξαναείδα εκείνο το παράξενο κορίτσι με το καρέ σπαστό μαλλί. Σκέφτηκα να πάω με λεωφορείο, αλλά δεν είχα ορέξη να περιμένω μισή ώρα μέχρι να έρθει. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μην με δει... 

17:16, μπήκα για να φτάσω στη στάση Μαρούσι, όπου εκεί έμενα. Συνήθιζα όμως, να πηγαίνοέρχομαι από την Κηφησιά μέχρι και τον Πειραιά, γιατί πάντα άνηκα στα υπερβολικά κοινωνικά άτομα. Είχα πολλούς γνωστούς και φίλους, μου άρεσε να τους βλέπω συχνά. Τα βράδια όμως δούλευα, οπότε δεν μπορώ να πω ότι έκανα μόνο χαβαλέ. 

- Να ρωτήσω, έχεις τσιγάρο; - είπε η παράξενη κοπέλα. 

- Ναι, έχω - την κοίταξα με μισό μάτι, δίνοντας της ένα τσιγάρο. Μου φάνηκε τόσο περίεργο που μου το ζήτησε, αλλά τι κάνει ο άνθρωπος για να πιάσει κουβέντα; 

- Θα... θα το καπνίσω αργότερα. Σε έχω πετύχει αρκετές φορές στο μετρό και σκέφτηκα να σου μιλήσω. Με λένε Σοφία, εσένα; - χαμογέλασε και γούρλωσε τα μάτια της. 

Τέρμα φρικιό - σκέφτηκα - Εμμ... άστω - πρόσθεσα, μπαίνοντας στο μετρό. Δεν είχα καθόλου όρεξη να μιλάω μαζί της. Περίμενα πως και πως να μου πει ότι πρέπει να φύγει, αλλά δυστυχώς δεν το έκανε και συνέχιζε την κουβέντα. Μου μίλαγε ακόμη και στο βαγόνι, προσπαθόντας να μάθει κάποιες βασικές πληροφορίες για μένα. Κάποια στιγμή σκέφτηκα μήπως δεν θα ήταν κακή ιδέα να την πλησιάσω, αλλά γρήγορα άλλαξα την σκέψη μου. Κατέβηκα στα Άνω Πατήσια και ας μην είχα κανέναν γνωστό από εκεί. Αποφάσισα να πάρω τηλέφωνο μια φίλη μου, μήπως ερχόταν να πηγαίναμε για καφέ μαζί. Άρχισα να ψάχνω το νούμερο της στο σημειωματάριο, που πάντα είχα στην τσέπη της ζακέτας μου. Πάτησα το πράσινο κουμπάκι του κινητού μου και περίμενα... 

- Φένια, μήπως θες να συναντιθούμε στα Άνω Πατήσια για καφέ; 

- Ναι, περίμενε με έξω απο το μετρό. Εγώ ετοιμάζομαι και τα λέμε εκεί - ήξερα ότι θα συμφωνούσε. Μου αρέσε πολύ η Φένια, είχε πανέμορφο πρόσωπο και σαρκώδη χείλη. Μπορούσα να την περιμένω μέχρι να νυχτώσει, κάτι θα έβρισκα να κάνω. Την είχα γνωρίσει σε ένα club πριν 2 χρόνια, αλλά μετά έπρεπε να πάει στο εξωτερικό και χαθήκαμε. Τώρα που γύρισε Αθήνα, την έχω βάλει σαν κύριο στόχο μου. Μετά από κανά μισάωρο, ήρθε. Το μαλλί της κόκκινο, κοντό με μία τεράστια φράντζα στο πλάι, έκανε πανέμορφο συνδυασμό με το δερμάτινο μπουφάν της και τις κόκκινες γόβες της. 

- Γεια, πώς είσαι; - ρώτησε κοιτώντας με, με τα γαλάζια μάτια της. 

- Αρκετά καλά, πάμε για καφέ. Να πούμε και τα νέα μας... 

Έτσι και κάναμε. Σταματήσαμε σε μια καφετέρια με jazz μουσική. Δεν συνήθιζα να ακούω αυτό το είδος, αλλά εκεινή την στιγμή μπορούσα να ακούω και κλαρίνα, αρκεί να ήμουν με την Φένια. Περάσαμε τόσο καλά, που συνεχίσαμε την βόλτα μας μέχρι τις 23:00. Δεν ήθελα να την αποχωρίσω και της πρότεινα να πάει να κοιμηθεί σπίτι μου. Της είπα ότι θα έχουμε όχι μόνο αρκετή δόση ποτού αλλά και χασίς. Εννοείται ότι συμφώνησε. Πήγαμε σπίτι μου, προλαβαίνοντας το τελευταίο μετρό. Φτάσαμε γρηγόρα καθώς δεν έμενα και μακρυά από τα Άνω Πατήσια, άσχετα αν δεν γνώριζα κανέναν από εκεί. Μπήκαμε σιγά στο σπίτι, γιατί η μικρή αδερφή μου κοιμώταν στο δωμάτιο της. Η μάνα φυσικά έλειπε ως συνήθως. 

- Κάτσε εδώ να φέρω κανά κρασί για αρχή - είπα στην Φένια, δίχνωντας της το κρεβάτι μου. Όταν έβγαλε τα γοβάκια της, έκατσε οκλαδόν. Όταν έφερα το κρασί, δεν σκέφτηκα να ανοίξω το φως, ωραία ήταν και μέσα στα σκοτάδια. Αρχικά μιλάγαμε, ώσπου η ομιλία μετατράπηκε σε σιωπή. Μία σιωπή την οποία μπορούσε να σταματήσει μόνο μια σειρά από παθιασμένα φιλιά...

 Μία σιωπή την οποία μπορούσε να σταματήσει μόνο μια σειρά από παθιασμένα φιλιά

Rất tiếc! Hình ảnh này không tuân theo hướng dẫn nội dung. Để tiếp tục đăng tải, vui lòng xóa hoặc tải lên một hình ảnh khác.
Υβόννη ✔️Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ