1. Σοφία, 22 Οκτωβρίου 2000

900 29 0
                                    

Άνοιξα τα μάτια μου και κοίταξα το ρολόι κρεμασμένο στον τοίχο του δωματίου μου. Η ώρα ήταν 7:23 που σήμαινε ότι έπρεπε να σηκωθώ. Έτσι κι έκανα, πηγαίνοντας προς την κουζίνα, όπου καθόταν ο πατέρας μου καπνίζοντας ένα τσιγάρο μαζί με τον καφέ του. 

- Για σου μπαμπά - είπα, αλλά αυτός έκανε πως δεν άκουσε. Οπότε άνοιξα την πόρτα του ψυγείου και έβγαλα μια κανάτα με χημό πορτοκάλι, καθώς και ένα γιαούρτι. Δεν είχα όρεξη να μυρίζω τον καπνό στην κουζίνα, οπότε βγήκα με τις πυτζάμες έξω στο μπαλκόνι. Έκανε ζέστη και ας ήτανε πρωί. Καθώς έτρωγα το πρωινό μου, κοιτούσα παράλληλα τις απέναντι πολυκατοικίες. Ήμουν τυχερή, γιατί έμενα στον πέμπτο όροφο και μπορούσα να παρακολουθώ τους ανθρώπους που βρισκόντουσαν μέσα στα σπίτια τους. Κάποτε, όταν η μητέρα μου ζούσε ακόμα, κοιτάζαμε μαζί τους πάντες. Μου έλεγε ότι πρέπει να σέβομαι το διαφορετικό, γιατί όλοι είμαστε ίσοι σαν άνθρωποι. Δεν έχει σχέση από πια χώρα είσαι και τι φύλο είσαι, πρέπει όμως να υπάρχει ισότητα. Όταν πέθανε στα 33 της χρόνια, είχε αφήσει ένα γράμμα στον πατέρα μου, το οποίο στο τέλος έγραφε: 

,, Γρηγόρη, κάνε με περήφανη και μάθε το παιδί μας να σέβεται και να αγαπά τους ανθρώπους ανεξάρτητα από την φυλή και τα πιστεύω τους. '' 

Με αυτήν την νοοτροπία μεγάλωσα. Όταν τέλειωσα το πρωινό, πήγα στο μπάνιο για να πλύνω το πρόσωπο και τα χέρια μου. Ύστερα φόρεσα ένα τζιν, το οποίο βρισκόταν στην ντουλάπα σε συνδυασμό με μια ριγέ μπλούζα, γκρι παπούτσια και μια μαύρη ζακέτα. Πήρα την προπερσινή μου τσάντα και βγήκα από το σπίτι χωρίς να χαιρετήσω, πιστεύοντας ότι θα φτάσω γρήγορα στη σχολή μου. Όταν έφτασα μετά από μερικά λεπτά στο μετρό, κάταλαβα ότι ξέχασα τα κλειδιά μου. Εκνευρίστικα, γιατί σκέφτηκα πως πάλι θα τσακοθώ με τον πατέρα μου μόλις γυρίσω σπίτι. Πήρα μια βαθιά ανάσα και κοίταξα στον πάτο. Περίμενα μέχρι να έρθει το μετρό προς Αττική, είχα πολύ δρόμο μπροστά μου καθώς έμενα Κηφισιά. Επειδή ήταν η πρώτη μέρα στη σχολή μου σήμερα, δεν έπρεπε να αργήσω. Κοίταξα αριστερά και δεξία, βλέποντας ότι επιτέλους έρχεται. Όταν σταμάτησε, μπήκα σε ένα από τα πρώτα βαγόνια κρατώντας καλά την τσάντα μου. Φοβόμουν ότι κάποιος θα με κλέψει. Δεν πρόλαβα να κάτσω πουθενά και αναγκάστηκα να μείνω όρθια. Τίποτα δεν είχα να κάνω οπότε κοίταγα έξω από το παράθυρο για να περάσει η ατέλειωτη ώρα. Ώσπου ξαφνικά, στο τζάμι εμφανίστηκε η αντανάκλαση μιας κόπελας. Γύρισα το κεφάλι μου προς το μέρος της, αλλά με κατάλαβε. Ήταν αρκετά ψηλή, γύρω στο 1.75 ύψος. Μπροστά της φενόμουν σαν νάνος, με περνούσε 15 πόντους. Πέρα από το ύψος, είχε πανέμορφα κόντα καστανά μαλλιά. Μερικές τούφες έπεφταν πάνω στο κούτελο της. Το πρόσωπο της κόπελας, είχε απίστευτα χαρακτηριστικά που με έκαναν να μην μπορώ να βγάλω το βλέμμα μου από επάνω της. Ξαφνικά άνοιξε η πόρτα του βαγονιού, όπου και κατέβηκε. Αλλά για κάποιο παράξενο λόγο το βαγόνι άδειασε και σταμάτησε. Πανικοβλήθηκα και ρώτησα μια μεγάλης ηλικείας κύρια:

 - Συγνώμη, αλλά γιατί σταματήσαμε; 

- Αυτή είναι η τελευταία στάση, φτάσαμε στον Πειρεά. 

- Ευχαριστώ πολύ - απάντησα και έτρεξα έξω ψάχνοντας την είσοδο προς το μετρό που θα με πήγαινε στη στάση Αττική. Τρέχοντας όμως, κατάλαβα πως έφυγε το λουράκι από την τσάντα μου και έπεσαν τα τετράδια και η κασετίνα μου. - Δεν έχω τύχη σε αυτήν τη ζώη - σκέφτηκα μαζεύοντας τα πράγματα μου. Έγινα ρεζίλι και όλοι με κοιτούσαν με ένα παραξένο βλέμμα, μερικοί γελούσαν. Ένας πιτσιρικάς ήταν έτοιμος να μου κλωτσίσει τα τετράδια, αλλά τον κράτησε η μαμά του. Κατάλαβα πως όχι μόνο είμαι άτυχη, αλλά ζω σε μια άσχημη κοινωνία με αγενείς ανθρώπους. - Πότε ο κόσμος θα καταλάβει επιτέλους πως δεν είναι όλα τόσο αστεία; - σκέφτηκα αλλάζοντας γραμμή του μετρό, για να φτάσω στον προορισμό μου. 

 

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.
Υβόννη ✔️Where stories live. Discover now