Κεφάλαιο 29

1.1K 147 28
                                    

Αν με ρωτούσε κάποιος όταν ήμουν πολύ μικρή ποιο ήταν το πιο αβάσταχτο συναίσθημα στον κόσμο θα απαντούσα η μοναξιά. Ήμουν τόσο ευτυχισμένη με όλους τους ανθρώπους γύρω μου που δεν άντεχα ούτε στην σκέψη του να έμενα μόνη μου. Αφού πέθανε η μαμά μου η απάντηση στην ερώτηση άλλαξε και έγινε το πένθος. Πολλοί νομίζουν ότι ανυπόφορη είναι η στιγμή που μαθαίνεις ότι κάποιος αγαπημένος σου πέθανε, όμως εγώ διαφωνώ. Το περισσότερο επίπονο, ψυχικά αφόρητο μέρος του να χάνεις κάποιον είναι η στιγμή που αρχίζεις να συνειδητοποιείς πόσο διαφορετικά είναι τα πράγματα στην ζωή σου χωρίς αυτούς. Ήθελα πραγματικά να πεθάνω κάθε στιγμή που παρατηρούσα πόσο άδεια ήταν η καρέκλα που καθόταν και κάθε φορά που κρύωνα το βράδυ επειδή δεν ήταν εκεί να με σκεπάσει. Ορκίζομαι σε όλους τους πλανήτες και τα άτομα της αστερόσκονης ότι νόμιζα πως η καρδιά μου αιμορραγούσε λες και την έσφιγγε κάποιος κάθε φορά απαντούσα ότι δεν είχα πλέον μητέρα.

Υποτίθεται ότι το πένθος έχει πέντε στάδια με το τελευταίο να είναι η αποδοχή. Εγώ ποτέ δεν το πέρασα, ποτέ δεν έφτασα εκεί και δεν νομίζω κανένας άλλος να το έχει κάνει. Πώς αποδέχεσαι ότι κάποιος που κάποτε ήταν εκεί, δίπλα σου και σου μιλούσε, γέλαγε και έκλαιγε μαζί σου και σου φώναζε, δεν βρίσκεται πλέον πουθενά παρά σε παλιές φωτογραφίες;

Και εκείνη την στιγμή στεκόταν λίγα μέτρα μακρυά απο εμένα με μία παγωμένη έκφραση, με κοντά ξανθά μαλλιά και ακριβά ρούχα. Όσο πιο πολύ την κοιτούσα τόσο πιο πολύ ένιωθα ότι πέθαινα εγώ. Τότε συνειδητοποίησα ότι δεν την είχα δει ποτέ πεθαμένη, δεν είχα πάει στην κηδεία. Έτσι ήταν καλύτερα, έλεγε ο πατέρας μου. Όμως έκανε λάθος, μετά τον ίδιο τον θάνατο ήταν ο δεύτερος που μου στέρησε την ευκαιρία να την αποχαιρετήσω.

''Άστερ τελείωσε τον λόγο του, πάμε να του μιλήσουμε'' άκουσα την φωνή του Ντίλαν να λέει ''Αμαρυλλίς; Αμαρυλλίς! Είσαι καλά, τι έγινε; Άστερ η Αμαρυλλίς κλαίει;''.

Και ξαφνικά ήταν μπροστά μου ήταν η Άστερ και ο Ντίλαν πιο ανήσυχοι απο ποτέ. Το φάντασμα ενός αγγίγματος πάνω στο  δεξί μου μάγουλο και ένα άλλο πάνω στον ώμο μου. Έπιασα το μανίκι της Άστερ και την κοίταξα παρακλητικά.

''Δεν μπορώ να κουνήσω τα πόδια μου'' ψιθύρισα και ένιωσα την φωνή μου να τρέμει ''Πήγανε με σε εκείνη''.

Τότε ένιωσα κάποιο χέρι να με τραβά απαλά προς το μέρος που στεκόταν. Όταν πλησιάσαμε αρκετά και εκείνη γύρισε να χαιρετήσει την κόρη του αφεντικού της είδε απο δίπλα μία από τις φίλες της να την κοιτά με το βλέμμα που την κοιτούσε και εκείνο το μικρό κορίτσι δώδεκα χρόνια πριν.

Ένα μπουκέτο Αμαρυλλίς και ΆστερΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα