Όλα διορθώνονται αν θέλεις.

Start bij het begin
                                    

«Καλά. Στο σπίτι. Λέω να δω μια ταινία.»

«Ο Χάρης δεν είναι εκεί;» ζήτησε να μάθει εκείνος.

«Έχει βγει.» απάντησε αναστενάζοντας.

«Γιώτα, τέλος δεν θα μείνεις μέσα. Έρχομαι σε λίγο να σε πάρω. Ετοιμάσου.»

«Οδυσσέα, άστο δεν έχω διάθεση.» προσπάθησε να τον εμποδίσει εκείνη.

«Δεν δέχομαι αντιρρήσεις. Αρκετά με τα καπρίτσια του Χάρη. Απόψε θα βγεις. Δεν νομίζεις ότι πέρασες αρκετά βράδια να τον περιμένεις να γυρίσει;» την αποπήρε. Η κοπέλα φάνηκε να το σκέφτεται και τελικά συμφώνησε γιατί είχε αρχίσει να την πνίγει το σπίτι και οι τοίχοι που έμοιαζε να της πλακώνουν την ψυχή.

«Εντάξει. Πάω να ντυθώ και σε περιμένω.» Τερμάτισε τη συνομιλία και πήγε να κάνει ένα ντουζ. Ο Οδυσσέας είχε δίκιο. Αρκετά είχε ανεχτεί τις βλακείες του Χάρη. Είχε καταντήσει τραγική, να κάθετε και να τον περιμένει πότε θα γυρίσει και το χειρότερο πως. Θα είχε πιει ή θα ήταν νηφάλιος; Θα του είχαν περάσει τα νεύρα ή θα παρέμενε ακόμα θυμωμένος; Όχι, αρκετά! Ώρα να κάνει κάτι και για τον εαυτό της, σκέφτηκε καθώς τελείωνε το μπάνιο της και αφού σκουπίστηκε καλά με μια πετσέτα πήγε στο υπνοδωμάτιο και διάλεξε ένα στενό μαύρο φόρεμα, που τελείωνε λίγο πάνω από το γόνατο και είχε όλη τη πλάτη έξω. Βάφτηκε έντονα, παρά το ότι δεν το συνήθιζε και άφησε τα μαλλιά της να χύνονται στη πλάτη. Έριξε λίγο άρωμα και στάθηκε να θαυμάσει το αποτέλεσμα.

Παρατήρησε τον εαυτό της και αυτό που είδε είχε μέρες να το αντικρίσει. Ήταν όμορφη. Ίσως περισσότερο από όμορφη. Ήταν σέξι, θελκτική και σύμφωνα με τα λεγόμενα των φίλων της, όσοι την γνώριζαν απολάμβαναν την παρέα της. Κι όμως τελευταία είχε χάσει τη ζωντάνια της. Κυκλοφορούσε σαν αερικό. Πήγαινε στη δουλειά, ασκούσε τα καθήκοντα της μηχανικά, σαν να την είχαν βάλει στον αυτόματο πιλότο. Επέστρεφε σπίτι με βαριά καρδιά και βήμα που σερνόταν, γιατί δεν ήξερε τι την περίμενε σαν θα γυρνούσε το κλειδί στην κλειδαριά και θα άνοιγε την πόρτα.

Είχε μετατραπεί σε άβουλο πλάσμα, αγέλαστο, αμίλητο, αδιάφορο και τρομαγμένο. Μα το χειρότερο ήταν πως δεν το είχε αντιληφθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή. Κι όλα αυτά για το χατίρι του Χάρη... Η σκέψη πυροδότησε το νου και δεκάδες αναμνήσεις ξεχύθηκαν. Περνούσε η ζωή της μπροστά από τα μάτια της και ήταν άκρως σοκαριστική η διαπίστωση.

«Γίνομαι σαν τη μάνα μου!» αναφώνησε η Γιώτα και έκλεισε το στόμα με το χέρι. Δεν ήθελε να το παραδεχτεί. Την τρόμαζε η αντίδραση της αν το ομολογούσε στον εαυτό της. Και να που παραδέχτηκε την αλήθεια και η παραδοχή της προκάλεσε ρίγος και δάκρυα.

Έρωτας Στο Κλειδι Του Σολ-TYS17Waar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu