Κεφάλαιο Πέντε

334 45 10
                                    

"Πάμε σίγουρα καλά από εδώ;" με ρώτησε ο Κάρτερ. 
Το να τον έχω δίπλα μου και να μην μπορώ να τον αγκαλιάσω, να τον φιλήσω, να τον πιέσω πάνω μου όπως πρώτα, με σκότωνε κυριολεκτικά. Σχεδόν προτιμούσα να κάρφωνα εκείνη την στιγμή το παλούκι στο στήθος μου. 
"Σκάσε και ακολούθησέ με" του απάντησα αποφεύγοντας να τον κοιτάξω. Τον ένιωσα να γλιστράει το χέρι του στη μέση μου και να με τραβάει κοντά του. "Τι κάνεις;" ρώτησα χαμηλόφωνα. 
"Θα με βοηθήσεις να θυμηθώ, Ρέιβεν;"
"Αυτό κάνω, Κάρτερ. Θα έρθεις τώρα;"
Εκείνος έγνεψε και με ακολούθησε στην έξοδο. 

Που ήταν εκεί ακριβώς απέναντί μας, μόνο που μπροστά της στέκονταν δύο φρουροί. 
Ο Κάρτερ με τράβηξε πίσω του. "Κανένα σχέδιο;" ρώτησε. 
Η ερώτησή μου σαν να τον έπιασε απροετοίμαστο. "Ξέρεις να δαγκώνεις;"

Ο Κάρτερ όρμησε στον δεύτερο φρουρό, μιας και τον πρώτο τον είχα κανονίσει ήδη και του έκοψε το λαιμό. Πέταξε το κουφάρι παράμερα, μου άπλωσε το χέρι και με σήκωσε στα πόδια μου. 
"Λοιπόν, ποιό είναι το σχέδιό σου; Πώς θα βγούμε από εδώ;"
Θα πάμε στο σημείο που άνοιξα την πύλη" του είπα. "Θα την ανοίξουμε και θα βγούμε έξω". 
"Απλούστατο, το θυμάμαι. Μπορούμε να ξεκινήσουμε". 
Κόμπλαρα. Κόμπλαρα και δεν μπόρεσα να του πω τί έπρεπε να κάνω εγώ για να ανοίξει η πύλη και τί έπρεπε να κάνει εκείνος για να μην με χάσει. Ίσως να ήταν καλύτερα αν το μάθαινε δευτερόλεπτα πριν συμβεί. Αρκεί να δρούσε αρκετά γρήγορα. 
Βγήκαμε από το Παλάτι τρέχοντας, ενώ από πίσω μας ακούγονταν βήματα - των ξωτικών υπέθεσα - και φωνές. Η μία, η πιο τσιριχτή, πρέπει να ανήκε στη Βασίλισσα. Οδήγησα τον Κάρτερ στο σημείο όπου είχα ανοίξει την Πύλη.
"Εδώ" του είπα και άρχισα να ψάχνω γύρω μου για κάτι μυτερό σαν παλούκι. 
"Και τί περιμένουμε; Άνοιξέ την!"
"Αυτό προσπαθώ να κάνω, σταμάτα!" του φώναξα. Εντόπισα ένα χοντρό κλαδί ανάμεσα στα φύλλα ενός θάμνου και το σήκωσα όρθιο. "Κάρτερ;"
"Ναι; Τί το θες το μαραφέτι;"
"Κάρτερ, πρέπει να μου υποσχεθείς ότι δεν θα με αφήσεις".
"Το υπόσχομαι". 
"Εννοώ, θα χρειαστώ την βοήθειά σου πολύ σύντομα". Οι φωνές πλησίαζαν, έπρεπε να το κάνω τώρα. Τώρα, ή να μας αφήσω και τους δύο να καταλήξουμε νεκροί από τη Βασίλισσα. Ήταν - κυρίως - ότι για να σωθούμε και οι δύο, έπρεπε να ρισκάρω εγώ. 
"Ρέιβεν;" Η φωνή του τώρα ήταν ταραγμένη. 
"Πέρασε και τους δυό μας έξω από την πύλη, Κάρτερ" του είπα πλησιάζοντάς τον. "Και σώσε με". 
Πριν προλάβω να το σκεφτώ δεύτερη φορά και το μετανιώσω και πριν χάσω πολύτιμα δευτερόλεπτα που θα έφερναν τα ξωτικά κοντά μας, σήκωσα το χοντρό κλαδί και το βύθισα στο στήθος μου. 
Ο πόνος ήταν αφόρητος που ακόμα και βρικόλακας, ένιωσα να λιποθυμώ. Τα αυτιά μου βούιζαν ανελέητα, τα χέρια μου έτρεμαν καθώς τράβηξα έξω το παλούκι και τα χέρια του Κάρτερ με έπιασαν πριν πέσω κάτω. Με την άκρη του ματιού μου έπιασα την πύλη να ανοίγει.
"ΡΕΙΒΕΝ!!!"
"...πύλη..." ψέλλισα, ελπίζοντας να καταλάβει. Τον ένιωσα να με σηκώνει στην αγκαλιά του, έπειτα ένα εκτυφλωτικό φως με τύλιξε και αμέσως μετά όλα σκοτείνιασαν. 

Blood (Midnight Series: Book Three)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα