Παρτ 18

545 57 6
                                    

-Δεν σε πιστεύω...και εγώ δεν ξέρω τίποτα ;Εγώ η κολλητή σου...λέει η Αναστασία θυμωμένα.

Μόλις της τα είπα όλα ένιωθα πιο καλά με τον εαυτό αν και έχει δίκιο άθλια απόφαση που δεν της τα είπα νωρίτερα.

-Με συγχωρείς. είπα μην ξέροντας τι άλλο να πω

-Καλά ,καλά άσε τις συγχώριες τώρα και θέλω λεπτομερείς αναφορά για τον θεό-κούκλο-μανάρι,θέλω να μάθω τα πανταααα εεεελα πες μου πεεεες μου.

Έλεγε και ξανά λεγε η Αναστασία....μααααλιστα λέω αρχίσαμε.

-Μα στα είπα όλα δεν έχω κάτι άλλο να σου πω.λέω

-Είσαι σίγουρη;λέει Αναστασία με το γνωστό ύφος<<σουπιάάά κάτι μου κρύβεις>>.

Και κάπως έτσι υπέκυψα και της είπα τα πάντα..από τα περίεργα σημειωματάκια...την πρώτη μας συνάντηση με τον Κωνσταντίνο.Το πρώτο μας φιλί... Τον θέλω.

-Τον θέλω Αναστασία! φωνάζω

Η Αναστασία με κοιτάζει ξαφνιασμένη.

-Σίγα παιδί μου ένας ακόμα γκόμενος είναι,φέρσου όπως φέρεσαι και στους άλλους και θα τον κερδίσεις.

-Οχι!Δεν είναι σαν τους άλλους,δεν μου προκαλεί βαρεμάρα ο Κωνσταντίνος, είναι μυστηριώδης και τόσο όμορφος.

-Ωραία πάρ' τον τηλέφωνο. λεει

-Δεν μπορώ...ντρέπομαι. λεω και δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου.

-Στεφανία σύνελθε. μου λέει και με πιάνει απο τους ώμους ταρακουνόντας με.

-Εντάξει θα πάρω αλλά απο άγνωστο . λεω

Η Αναστασία δεν λέει τίποτα απλά στρέφει απαξιωτικά το βλέμμα της.

Πιάνω το κινητό μου απο το κομοδίνο της,το πιάνω στο χέρι μου και χαμογελάω στη Αναστασία.

-Χάρηκα πραγματικά που θα κοιμηθούμε μαζί. λεω

-Σταμάτα τις δικαιολογίες και πάρ'τον τηλέφωνο,απο πότε μου έγινες φοβιτσιάρα; Και εγώ χαρηκα μου λέει και μου κλείνει το μάτι.

Πληκτρολογώ τον αριθμό του μαζί και με τον αριθμό για απόκρυψη και τον βάζω σε ανοιχτή ακρόαση.

Η Αναστασία κουνάει τα χέρια της σαν τα σκυλάκια κουνάνε την ουρά τους. Της κάνω με το δάκτυλο μπροστά από το στόμα μου να κάνει ησυχία.

-Παρακαλώ; λέει η βαθιά,αισθησιακή φωνή του Κωνσταντίνου.

Περνώ μια βαθιά αναπνοή,έχω ανατριχιάσει.
Πόσο τον θέλω...Πόσο....

-Στεφανία. λέει με δυσπιστία ο Κωνσταντίνος.

Αντι να απαντήσω του το κλείνω.

-Μα καλά πόσο ηλίθια είσαι; λέει η Αναστασία μεσ'τα νεύρα.
-Δεν ξέρω τι με έπιασε... Απλά κόλλησα.λέω
-Τέλος πάντων πάω να φέρω καμιά μπύρα γιατί θέλει συζήτηση το πράμα εσύ φέρε το σημείωμα που βρήκες σήμερα πάνω στο θρανίο σου.
Της γνέφω και ψάχνω την τσάντα μου.Μα καλά που την έβαλα;;
- Αναστασίαααα είδες την τσάντα μου; δεν είναι εδώ. φωνάζω
-Ααα έχεις χαζέψει εσύ... λέει η Αναστασία με τις μπύρες στο χέρι.
-Ρε που την άφησα;;;
-Είσαι τόσο ζαλισμενη με τον καινούργιο σου έρωτα που είμαι σίγουρη πως ούτε καν την πήρες από το αμάξι.λέει
Ωχ όντως! Αντε τώρα να πας να το πάρεις.
Ρίχνω ένα χαριτωμένο χαμόγελο και κουνάω με τσαχπινιά τα βλέφαρα μου.
-αααα οχιιι παλιό ταμπέλα να σηκώσεις τον κωλο σου και να πας να την πάρεις.λέει αυταρχικά
-Τουλάχιστον θα έρθεις μαζί μου;
-Όχι θα παραγγείλω πίτσα,πάρε τα κλειδιά που είναι πάνω στο πιάνο και τελείωνε.λέει
-Εεενταξει λέω άμεσα

.

Την πήρα και κάθομαι στο κρεβάτι της Αναστασίας η οποία πήγε και έκανε μπάνιο η γουρούνα... Κάθομαι λίγο και σκέφτομαι τον θάνατο του παιδιού...τι απαίσιο πράγμα που είναι ο θάνατος.Η Αναστασία φάνηκε να μην την επηρέασε καθόλου.Η πόρτα χτυπάει!
Α! Η πίτσα.

Πάω στην πόρτα,ανοίγω και πληρώνω με τα λεφτά που μου έχει αφήσει η Στεφανία.Την κλείνω.Ο ποτσαδόρος αδιάφορος εξωτερικά.

-Γουρούνα έλα να φαςς.φωνάζω για να με ακούσει μέσα στο μπάνιο.
Βγαίνει..Με το μπουρνούζι της και την ασορτί πετσέτα μαλλιών.

-Σου έχω πει πως δεν μ'αρέσει να με λες έτσι.λέει και κάθεται στο κρεβάτι της.
Ανοίγω και καθόμαστε και τρώμε.
-Στεφανία φέρε επιτέλους το σημειωωωωμα λέει ναζιάρικα.
Σηκώνομαι φέρνω την τσάντα μου και ψαχουλεύω στο θηκάκι που το είχα βάλει.Αλλά άφαντο.
Κάθομαι στο πάτωμα και αδειάζω την τσάντα.Πουθενά...ψάχνω το τζιν μου ούτε εκεί.
-Τι έγινε δεν το βρίσκεις λέει και μπουκώνει ένα τεράστιο κομμάτι πίτσα.
-Μα που είναι;;; λέω κατσουφικα

Στο τελευταίο θρανίοWhere stories live. Discover now