Κεφάλαιο 8: Τι δροσερό που κάνει ο τρόμος ξαφνικά το μέτωπό μου

152 10 3
                                    

Η Μαρίνα ξύπνησε νωρίς το επόμενο πρωί κι ας είχε κοιμηθεί μονάχα λίγες ώρες. Κατέβηκε από το κρεβάτι της και το σώμα της ανατρίχιασε από την επαφή των πελμάτων της με το ξύλινο δάπεδο, το δωμάτιο ακόμα είχε ψήγματα υγρασίας από τον βαρύ χειμώνα και τις ανοιξιάτικες βροχές.
Άνοιξε το παράθυρο της για να εισβάλει δειλά το πρωινό φως που είχε αρχίσει να αχνοφαίνεται πίσω απ'την κορφή του όρους, να ζεσταθεί ο χώρος. Δεν της άρεσε το κρύο κι ας τη βοηθούσε να παραμένει ψύχραιμη. Έστρεψε το βλέμμα προς τη θάλασσα. Ανάστατη ήταν, με κύματα να ταράζουν τα άλλοτε γαλήνια νερά της και λευκούς αφρούς στην επιφάνεια.
Βοριάς. Σκέφτηκε η Μαρίνα κι έκλεισε για λίγο τα μάτια, αφήνοντάς τον αέρα να χαϊδέψει τα μαλλιά και τα γυμνά της μπράτσα. Θα ήθελε να παρασύρει και τις έγνοιες της, μαζί και τον φόβο που είχε αρχίσει να ριζώνει στην καρδιά της και να κατατρώει το είναι της. Ο ίδιος όμως φόβος την έκανε πεισμώνει γιατί πίστευε πως δεν θα έπρεπε εκείνη και οι αγαπημένοι της άνθρωποι να βιώνουν τρόμο και άγχος για το αν θα ξημερώσει η επόμενη μέρα. Με μάτια κλειστά, εισέπνευσε τον αρμυρό αέρα, προσπαθώντας να πάρει κουράγιο.
Θυμήθηκε το χθεσινό βράδυ, πόσο δυνατή είχε νιώσει, πόσο αήττητη και αναρωτήθηκε πώς γίνεται να της δημιουργήθηκαν τόσο εύκολα δεύτερες σκέψεις. Θυμήθηκε και το σφιχτό αγκάλιασμα του Θάνου γύρω από τους ώμους της για να την κρατήσει ζεστή και το καυτό βλέμμα του όταν την άφησε έξω από τη πόρτα του σπιτιού της κι αυτό επανέφερε ξανά το χθεσινό της θάρρος. Οι τρεις φίλοι της περίμεναν κάτι από εκείνη, όπως ακριβώς και η ίδια από τον εαυτό της. Θα ήταν το λιγότερο απογοητευτικό για εκείνη αν δεν πετύχαινε το σχέδιο τους και ο κρίκος της αλυσίδας ξεκινούσε από εκείνη. Δεν επιτρεπόταν ούτε το παραμικρό λάθος, η παραμικρή απροσεξία μπορούσε να κοστίσει τα κεφάλια όλων και αυτό ήταν που της προξενούσε τόσο πανικό.

"Κοκόνα μου κλείσε το παράθυρο, έχει ακόμα ψυχρά το πρωί. Θα κρυώσεις." Η φωνή της Βαγγελιώς την έβγαλε από τη σκέψη της και έκανε τον φόβο της να λιώσει σαν βούτυρο κάτω απ' τον ήλιο. Αυτή η γυναίκα ήξερε πολύ καλά πως να την καθησυχάζει, πως να κάνει πίσω τον δικό της φόβο για να ηρεμήσει εκείνη. Εξάλλου πίστευε πως τα νιάτα δεν έπρεπε να φοβούνται, αλλά να έχουν γερές ρίζες για να νικούν. Η Μαρίνα χαμογέλασε ελαφρώς και έκλεισε το παράθυρο. Γνώριζε πως η Βαγγελιώ μπορούσε να καταλάβει τα συναισθήματα της μόνο με ένα βλέμμα.

"Ξεχάστηκα. Καλημέρα." Μίλησε η Μαρίνα σιγανά και η γυναίκα έκλεισε πίσω της τη πόρτα, αφήνοντας τα φρεσκοπλυμένα σεντόνια που βαστούσε στη καρέκλα του γραφείου της κοπέλας. "Ελπίζω να μην έκανα φασαρία χθες όταν γύρισα. Το μόνο που δε θέλω είναι να καταλάβει κάτι αυτός." Πρόσθεσε η Μαρίνα και στράφηκε να βοηθήσει τη γυναίκα με το άλλαγμα των σεντονιών.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Sep 30, 2023 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

ΑλισάχνηWhere stories live. Discover now