3ο Κεφάλαιο

26 0 0
                                    

"Που ησουν νεαρή;" ειπε, με αυστηρό τονο η μητέρα της Κορινας μολις μπήκε στο σπίτι. "Τελειωσα τις δουλειές μου και είχα παει για τον απογευματινο μου περίπατο οπως καθε μέρα μητέρα. Συνέβη κάτι; " ρωτησε οσο πιο ηρεμα μπορουσε σφιγγοντας τις γροθιές της, καθως οι παλμοι της καρδιάς της μπορουσαν να ακουστούν σε ολο το δωμάτιο. "Ναι. Ναι έγινε!" Ειπε ο πατερας της που στέκονταν από πισω της. "Πατέρα με τρόμαξες. Τι έγινε;" ειπε η Κορίνα κοιτώντας μια αυτον και μια την μητερα της, ακομα πιο φοβισμένη απο πριν. "Σε ειδαν να φιλας τη Λιζα, της συγχωρεμενης της Μαρίας, στα χωράφια εξω απο το χωριο" ειπε ο πατέρας της. Η Κορίνα στο ακουσμα αυτων των λεξεων γουρλωσε τα ματια της και έσκυψε το κεφάλι της. Έπρεπε να βρει γρήγορα μια δικαιολογία ομως το κεφάλι της ηταν παγωμένο. Έβλεπε τον έρωτα της να βουλιάζει. Το μονο που σκέφτονταν ηταν οτι μπορεί μην ξαναεβλεπε το πρόσωπο της και αυτο μπορουσε να την τρελάνει. "Απάντησε αμέσως! Τι συμβαίνει με αυτό το παλιοκοριτσο;" ειπε ο πατερας χτυπώντας το πρόσωπο της. "Δεν με νοιαζει τι κανει αυτη στη ζωη της! Ούτως ή άλλως ειναι χαμένη απο τότε που την παράτησε και ο αδερφός της! Είναι απλα η πουτανα του χωριού και πως να μην ειναι μια κοπέλα μονη της σε ενα σπίτι! Ποιος ξέρει ποιον φέρνει καθε μερα εκει περα! Εσυ ομως εχεις οικογένεια και ενα ονομα να διαφυλαξεις! Γιαυτό δωσε αμεσως εξηγήσεις για τις πραξεις σου!" Συνεχισε σχεδον ουρλιαζοντας ο πατερας της. "Μην τολμησεις να ξαναμιλησεις ετσι για την Λίζα! Δεν έχεις ιδεα για την ζωη της! Το μονο που σας νοιαζει είναι να μην ακουστεί τίποτα κακο στο χωριό για την οικογένεια μας!" Φωναξε η Κορίνα κοιτώντας εναλαξ τα σοκαρισμενα πρόσωπα των γονιων της. "Την αγαπαω! Και αυτό δεν θα αλλάξει! Μου αρεσουν οι γυναίκες! Και οχι οποιαδήποτε γυναίκα! Μου αρεσει αυτη η γυναίκα! Αγαπαω την Λιζα και θα κάνω ότι χρειαστεί για να ειμαι μαζι της!" Συνεχισε η Κορινα σθεναρά με βουρκωμενα μάτια. Η μητέρα της με ορθανοιχτο στόμα επιασε το στηθος της και καθισε στην καρέκλα πριν σωριαστει. Στέκονταν και οι τρεις τους σταστισμενοι. Κανένας δεν ήξερε τι έπρεπε να κανει αυτη τη στιγμή. Τα μάτια του πατέρα ηταν γεμάτα οργη και απογοήτευση. Εσφιξε σφιχτά τις γροθιές του κοιτώντας ακόμα το κενο. Η Κορινα προσεξε τα χερια του πατέρα της και λειτουργησε ενστικτωδώς. Ανοιξε την πορτα και αρχισε να τρεχει προς το σπίτι της Λιζας φωνάζοντας το ονομα της, με τον πατερα της να την κυνηγάει. Η Κορίνα εφτασε πρώτη στο σπιτι της Λιζας και μπηκε μεσα κλειδωνοντας την πορτα πισω της. "Κορινα τι κάνεις εδω; Αν σε δει κάποιος-" ξεκίνησε να λεει σαστισμενη η Λιζα, πριν την διακοψει η Κορίνα, "Οι γονεις μου τα ξερουν ολα, έρχονται απο λεπτο σε λεπτο! Πρέπει να φυγουμε γρήγορα!" Ειπε με μια ανασα κρατώντας τα χερια της αγαπημενης της. "Και που θα παμε; Δεν εχω πολλά χρήματα στο σπιτι, ο αδερφός μου δεν εχει στείλει ακομη τα λεφτα" ειπε ανησυχα κοιτώντας την στα ματια. "Παμε να φύγουμε Λίζα!! Δεν θα αντεξω να σε χασω! Σαγαπαω!" Προλαβε να πει η Κορίνα πριν ακουσουν δυνατα χτυπήματα στην πορτα. Κοιταχτηκαν εντρομες. Δεν υπήρχε διαφυγη. "Σ'αγαπάω γλυκιά μου Κορίνα, αυτό να θυμάσαι" . Η πορτα ανοιξε απότομα και οι γονείς της Κορίνας μπηκαν μεσα έξαλλοι. Ο πατερας της αρχισε να τραβάει την Λιζα εξω απο το σπίτι. Ενω η μητέρα της τραβηξε την Κορίνα μέχρι το σπιτι τους, οσες φορες κι αν προσπαθησε να δραπετευσει απο το κρατημα της μεγαλύτερης γυναικας. Η δύο νεαρες φωναζαν ακατάπαυστα η μια το όνομα της άλλης, καθως οδηγουνταν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Κανενας δεν τις ακουσε. Κανενας δεν εδωσε σημασία. Ισως ολοι να γνωριζαν τι συνέβαινε και να συναινεσαν με τη σιωπη τους σε αυτο που έμελλε να γίνει. Η μητέρα κλειδωσε την κορη της στο υπόγειο δεμένη και φιμωμενη. Με δακρια στα μάτια κλειδωσε την πόρτα του σπιτιού και πήγε γρήγορα στο χωραφι δίπλα στο ποταμι, οπου ηταν ο άντρας της με το παλιοθυληκο. Γνωριζε καλα πως η μονη λύση για να διαφυλαξουν την λιγη αξιοπρέπεια που ειχε μεινει στο ονομα της οικογένειας της, ηταν να η κορη της να καταλήξει στη κλινική και η Λίζα να φύγει μια και καλη απο τη μεση. Ειχε αρχισει να ψιχαλίζει οταν εφτασε στο χωραφι. Αμέσως βοηθησε τον άντρα της να τραβηξουν το σχοινί πανω στο γερο κλαδι που ειχαν αποφασίσει να την κρεμασουν. Τα χερια της ηταν δεμένα πισω απο την πλάτη της. Στο πρόσωπο της κυλουσαν δάκρυα καθως εκλαιγε βουβά. Οι σταγονες της βροχης αρχισαν να πέφτουν στο πρόσωπο της πιο δυνατά και εστρεψε το κεφάλι της στον ουρανό με τη θηλιά περασμενη στο λαιμο της. Τα πόδια της αρχισαν σιγα σιγα να αφηνουν το εδαφος και εκεινη πάλευε να παρει ανάσα. Δεν μπορουσε να κανει τίποτε. Ήταν πλεον αργά. Δυνατη βροχή και αερας. Οι σταγονες κυλουσαν στο πρόσωπο της. Τα μάτια της δεν γυαλιζαν οπως συνήθως. Τα χείλη της δεν ειχαν πλεον κοκκινοπη αποχρωση. Ηταν πλεον ξερα με μια απόχρωση η οποία αρχικά δεν ξεχωριζε απο το υπόλοιπο δέρμα της. Το βλέμμα της κενο. Χωρίς συναισθηματα. Ενα ξεχασμενο δακρυ συνεχισε να κυλάει, σαν να μην ειχε καταλαβει την τραγωδία. "Κορίνα" η τελευταία λεξη που σχηματίστηκε στα νεκρα χείλη της. Το σωμα της μεσα στο αγαπημένο της θαλασσι φορεμα σταματησε να κανει σπασμους και πλεον λικνιζονταν στον ρυθμό που εδινε ο αερας σαν μαεστρος με τη συνοδεία της βροχης και των κεραυνων. Οι γονεις της Κορίνας με θολωμένο μυαλο κατεβασαν το σωμα της και την εσυραν μεχρι το ποταμι.

                                                       ****

•Lisa•Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα