Τα μυστικά της Ντούτραμ

By Baifi88

12.2K 2.7K 5.4K

Το διάσημο κάστρο Μπράν, το οποίο φιλοξενεί τον μύθο του Κόμη Δράκουλα, με την γοτθική αρχιτεκτονική του, σε... More

Πρόλογος
Ο Καταραμένος Πρίγκιπας/part 1
Ο Καταραμένος Πρίγκιπας/part 2
Σκοτεινή Ακαδημία/ part 1
Σκοτεινή Ακαδημία/part 2
Ντούτραμ/part 1
Ντούτραμ/ part 2
Το Τάγμα του Δράκου/part 1
Το Τάγμα του Δράκου/ part 2
Το Τάγμα του Δράκου/ part 3
Φύλακες της μνημης/part 1
Φύλακες της μνήμης/part 2
Φύλακες της μνήμης/ part 3
Όταν το παρελθόν, συναντά το παρόν/ part 1
Όταν το παρελθόν, συναντά το παρόν/ part 2
Όταν το παρελθόν, συναντά το παρόν/ part 3
Ύφος σκληρό και άγριο/ part 1
Ύφος σκληρό και άγριο/ part 2
Ύφος σκληρό και άγριο/ part 3
Το σπάσιμο του δεσμού/ part 1
Το σπάσιμο του δεσμού/ part 2
Τα παιδιά της νύχτας/ part 1
Τα παιδιά της νύχτας/ part 2
Ο αληθινός Ντράκουλα/ part 1
Ο αληθινός Ντράκουλα/ part 2
Ο αληθινός Νράκουλα/ part 3
Ο αληθινός Ντράκουλα/ part 4
Εκτός αν είναι ο ίδιος ο γιος του Διαβόλου/ part 1
Εκτός αν είναι ο ίδιος ο γιος του Διαβόλου/part 2
Η γνώμη σας μετρά!!
Ο δρόμος για το Ποενάρι/ part 1
Ο δρόμος για το Ποενάρι/ part 2
Ο δρόμος για το Ποενάρι/ part 3
Βοήθεια από το Έρεβος/ part 1
Βοήθεια από το έρεβος/ part 2
Βοήθεια από το έρεβος/part 3
Βοήθεια από το έρεβος/ part 4
Βοήθεια από το έρεβος/part 5
Η πάλη της λογικής με το συναίσθημα/part 1
Η πάλη της λογικής με το συναίσθημα/ part 2
Η πάλη της λογικής με το συναίσθημα/ part 3
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 1
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 2
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 3
Προσωπικά συναισθήματα και σκέψεις
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 4
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/part 5
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 6
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 1
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 2
Ήρωες!!!
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 3
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 4
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 1
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 2
H δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 4
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/part 5
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 6
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/part 7 και Επίλογος

Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 3

129 36 95
By Baifi88

Μετά από εκείνο το φρικτό βράδυ, στις δύο κοπέλες είχαν πάει τα πάντα στραβά. Μαζί με το αυτοκίνητο, είχαν χαθεί και τα προσωπικά τους αντικείμενα. Η Βικτόρια ήταν γενικά ένας χαρακτήρας που δύσκολα λύγιζε, μα δεν ίσχυε εμφανώς το ίδιο και για την Μάρα που έμοιαζε μουδιασμένη και επαναλάμβανε διαρκώς την ίδια ιστορία.

«Δεν μπορεί. Δεν είναι δυνατόν, δεν γίνεται! Αυτός ο τύπος ήταν στα σίγουρα τρελός. Δε μπορεί να υπάρχει ο Πορθητής. Έλα τώρα! Βέβαια το πώς σταμάτησε το αυτοκίνητο, δεν χωρά εξήγηση ακόμη. Θα την βρω όμως, πού θα πάει» συνέχιζε καθώς βάδιζαν πρωινιάτικα προς το Μπρασόβ, μέχρι που η Βικτόρια σταμάτησε απότομα.

«Σε ικετεύω, παψε, αλλιώς θα τρελαθείς. Είναι δύσκολο, έως τρομερό να το δεχτείς και το ξέρω, μα οι μεσαιωνικές προσωπικότητες, υπάρχουν. Όχι όλες, αλλά αρκετές από αυτές. Συνάντησα τον Ραντού, τον μικρό αδερφό του Βλαντ» της εκμυστηρεύτηκε επιτέλους, μα διόλου δεν βελτίωσε την κατάσταση.

«Τον άσημο αδερφό θέλεις να πεις, καθώς δεν είχα ιδέα πως υπήρχε. Φαντάζομαι ούτε και οι υπόλοιποι εδώ γύρω. Εσύ που αρέσκεσαι να διαβάζεις ιστορία, είμαι βέβαιη πως θα γνωρίζεις μέχρι και το όνομα της παραδουλεύτρας του κάστρου» πρόφερε κάνοντάς την να γελάσει. Ο καιρός μπροστά τους ήταν φορτωμένος και το ίδιο και οι καρδιές τους.

Ένα διερχόμενο αυτοκίνητο, όπου επέβαινε μία γυναίκα τις έκανε να αναπηδήσουν και την Μάρα να γυρέψει σωτηρία ώστε να φτάσουν στο Μπρασόβ. Κάνοντας νόημα με τα χέρια της, κατόρθωσε να το σταματήσει. Καθώς ήταν μονάχα δύο κοπέλες, εμφανώς ταλαιπωρημένες και καταπονημένες από το συμβάν, η γυναίκα σταμάτησε αμέσως στην άκρη του δρόμου, ρωτώντας τες αν ήταν καλά. Όταν πλέον η Μάρα ήταν έτοιμη να καθίσει στο πίσω μέρος, η Βικτόρια αρνήθηκε. Το μόνο που της ζήτησε, ήταν να βρει τη μητέρα της στο γνωστό σημείο στην πλατεία και να της πει πως ήταν καλά. Μπορεί οι τύψεις να φόρτωναν την ψυχή της, για το γεγονός πως θα την άφηνε μονάχη της να δουλέψει, η κατάσταση όμως την είχε κουράσει. Το βράδυ θα γυρνούσε πάλι σπίτι της, ίσως να ένιωθε και το χέρι του πατέρα της να προσγειώνεται στο μάγουλό της αδέξια, εξαιτίας των νεύρων για την οικονομική τους στενότητα. Αποφάσισε λοιπόν να παρατείνει την παραμονή της στο πουθενά. Ήταν βέβαιη πως τίποτε κακό δεν θα της συνέβαινε. Όχι όσο οι θρύλοι τριγυρνούσαν με σάρκα και οστά. Για εκείνους δεν αποτελούσε πρόβλημα, σε αντίθεση με τον πατέρα της.

«Δεν μπορώ να σε αφήσω» της είπε η φίλη της.

«Φύγε σε παρακαλώ» πάλεψε να την πείσει.

«Μα....φοβάμαι. Αν πάθεις κάτι; Μία κοπέλα μόνη της στο πουθενά;» συνέχισε εκείνη.

«Δεν θα πάθω τίποτε. Και αν πάθω, θα φύγω λίγο πιο ευτυχισμένη από την ρουτίνα της καθημερινότητάς μου» τελείωσε και την είδε να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Το αυτοκίνητο αργά χάθηκε και η Βικτόρια χώθηκε στις πλαγιές τις ολοπράσινες, με τις πινελιές τις χρυσαφένιες που ζωγράφιζε το φθινόπωρο. Τα έλατα καρτερούσαν να στολιστούν με το ένδυμα του χιονιά, παρουσιάζοντας τη μεγαλοπρέπεια μίας εποχής δυνατής και αρχοντικής. Κατηφορίζοντας, ο ήχος του τρεχούμενου νερού, έκανε την καρδιά της να σκιρτήσει. Από μικρή τη φώναζαν ΄΄αγρίμι΄΄. Έτρεχε, έπαιζε και λάτρευε να εξερευνά την άγρια φύση, κάνοντας τα ρούχα της άχρηστα. Ήταν εκείνο το κορίτσι που ερχόταν αντίθετα με τα πρότυπα τα λανθασμένα κατά την άποψή της, του γυναικείου φύλου. Ο ήχος του νερού ωστόσο, συνοδεύτηκε από γέλια. Κατηφορίζοντας ακόμη λίγο και προσπαθώντας να μην γίνει αντιληπτή, σύρθηκε κοντά στις μελανείμονες σκιές των ελάτων, που κάλυπταν τέλεια την αδύνατη σιλουέτα της. Εκεί, στο εσωτερικό των παγωμένων νερών, τον είδε.

Η εικόνα του Ραντού θα μπορούσε να τραβήξει δίχως πρόβλημα, το βλέμμα όλων. Ήταν το σύνολο των χαρακτηριστικών του που με τόση μαεστρία τον είχε προικίσει η φύση. Τα ανοιχτόχρωμα μάτια του και τα μαλλιά του, βρεγμένα τώρα πιά, έγερναν προς τα πίσω αφήνοντας σε κοινή θέα το αγγελικό πρόσωπό του. Η χλομάδα του ουρανού, φώτιζε παράδοξα τη λευκή του επιδερμίδα. Ήταν αδύνατον κάποιος να πιστέψει πως το ίδιο άτομο, είχε διαβεί το σκιερό μονοπάτι της αμαρτίας, με απαγωγές και ανθρωποκτονίες, μα κάπου στο βάθος, η ίδια του η ψυχή αντιδρούσε στο δηλητήριο με το οποίο είχε ποτιστεί. Καθώς όμως ειπώθηκε, η αλλαγή του ήταν αδύνατη και το τέλος του αναπόφευκτο.

΄΄Όλοι θα έχουμε ένα τέλος αναπόφευκτο΄΄ σκέφτηκε ΄΄Μήπως όμως θα ήταν καλύτερο να εμπλουτίσουμε τη διαδρομή;'' Μονολόγησε όταν μπροστά από τον νεαρό, διέκρινε την εικόνα του σουλτάνου.

Καθώς στην ανθρώπινη ιστορία, οι πρωταγωνιστές είναι άνθρωποι και όχι υπερφυσικά ρομπότ ή ειδεχθείς δαίμονες του κακού, η φύση τους κρύβει ένα φως και ένα σκοτάδι, εκτός φυσικά από κάποιες εξαιρέσεις. Εκείνη είχε μπροστά της ιστορικές προσωπικότητες, μπολιασμένες με την παιδεία και την εμπειρία του Μεσαίωνα. Κανείς τους δεν δημιουργήθηκε για να γίνει φονική μηχανή. Ο Μεχμέτ μεγάλωσε στην αυλή, όπου έπρεπε να αποδείξει απέναντι σε όλους τους επίδοξους εχθρούς, πως άξιζε τον φόβο και σεβασμό τους. Από τα έντεκα κλήθηκε να αναλάβει καθήκοντα κυβερνήτη και ας αποδείχτηκε πως ήταν πολύ νωρίς, σε έναν τόπο που επικρατούσαν συγκεκριμένα έθιμα και συγκεκριμένη κουλτούρα. Το ίδιο ίσχυε και για τον Ραντού, καθώς και για τον Βλαντ. Δίχως να αθωώνονται για τα εγκλήματα που διέπραξαν, ο καθένας για τους λόγους και τους σκοπούς του, μπορούσαν τουλάχιστον να δικαιολογηθούν. Με αυτόν τον τρόπο τους αντιμετώπιζε η Βικτόρια, δίχως φόβο και προκατάληψη. Ο οποιοσδήποτε άλλος τους έβλεπε τώρα, θα έλεγε πως επρόκειτο για δύο τρελούς νεαρούς, που είχαν βουτήξει γυμνοί στο παγωμένο ποτάμι, με τον Χειμώνα να είναι προ των πυλών.

Καθώς ήταν μάγοι, είχαν την ικανότητα να ρυθμίζουν τη θερμοκρασία ανάλογα. Από την μία το πρόσωπο του Ραντού φωτιζόταν και από την άλλη ο Μεχμέτ φαινόταν να διασκεδάζει απίστευτα με κάποια συζήτηση που είχαν ξεκινήσει. Κατά καιρούς έβρεχαν το κεφάλι τους με νερό, ψευτοπαλεύοντας μεταξύ τους, σαν δύο κλασσικοί άνδρες φίλοι. Καθώς η Βικτόρια τους παρακολουθούσε, προσπάθησε να κουνηθεί για να φύγει, όταν πέτρες ξεκίνησαν να κατρακυλούν προς το ποτάμι. Ευθύς άκουσε φωνές και έντονο σχολιασμό στα τούρκικα, όταν γλίστρησε και κατέληξε κοντά στις όχθες. Οι δυο τους αλληλοκοιτάχτηκαν, με τον Ραντού να χαμογελά πλατιά και τον Μεχμέτ να σκοτεινιάζει. Φανερά εκνευρισμένος, βγήκε από το νερό δίχως να τον ενδιαφέρει η γύμνια του και την άρπαξε από τους ώμους. Στα μάτια του στιγμιαία, διέκρινε μία λάμψη απειλής.

«Μας παρακολουθείς; Πρόσεχε γιατί μισώ τις αλλεπάλληλες συμπτώσεις που κατατρέχουν τις συναντήσεις μας» πρόφερε και για πρώτη φορά, είδε τον Ραντού να τσιτώνει.

Η Βικτόρια προσπάθησε να αποτραβήξει το βλέμμα της από τα επίμαχα σημεία και ταυτόχρονα να συγκεντρωθεί στην απάντηση.

«Η αλήθεια είναι πως πράγματι το σύμπαν έχει ταρακουνηθεί τελευταία και μας φέρνει αντιμέτωπους. Δεν σε ακολουθώ, ωστόσο δεν σου κρύβω πως όταν κατά τύχη σας άκουσα, θέλησα να σας πλησιάσω. Όχι εσένα όμως....» του πέταξε κατάμουτρα και τον είδε να κοιτάζει απότομα τον Ραντού.

«Βάζεις θνητούς στο παιχνίδι και στο τέλος θα μας κάψεις. Τι σου συμβαίνει; Μετάνιωσες; Ξαφνικά ξεκίνησες να λυπάσαι τον Ντράκουλα;» τον προκάλεσε και τον είδε να οργίζεται.

«Όλο αυτό δεν έχει καμία σχέση με τον Ντράκουλα. Απλώς για πρώτη φορά εξερευνώ τον εαυτό μου. Αυτόν που δεν έχει σχέση με τα χρόνια που έζησα στην αυτοκρατορία σου. Αυτόν τον εαυτό που ίσως θα υπήρχε, αν τελικά δεν βρισκόμουν εκεί. Ξέρεις τι θέση έχεις για εμένα, ξέρεις πως με τον Βλαντ, μας χωρίζουν άλλα, μα τα συναισθήματα που ποτέ δεν μπόρεσαν να βλαστήσουν εξαιτίας του προσηλυτισμού, αυτά δεν μπορώ να τα κρατήσω άλλο ανέκφραστα. Μοιραστήκαμε....στιγμές, μα» πήγε να ολοκληρώσει, ωστόσο ο Μεχμέτ δεν το άφησε.

«Κοίταξε μονάχα να μη σταθείς εμπόδιο στον δρόμο μου. Μπορεί για εσένα να υπήρξα απλώς ο Μεχμέτ, αλλά μπορώ να γίνω και ο σουλτάνος κατακτητής με την απόλυτη στρατηγική και δίχως συναίσθημα» του είπε και τον είδε να ντύνεται και να αποχωρεί επιδεικτικά. Η Βικτόρια έμεινε να κοιτάζει το έδαφος, για όσο ντυνόταν ο Ραντού.

Δεν ήξερε ειλικρινά τι να πει. Το να είναι περιορισμένη η προσωπικότητά σου, το να μαθαίνεις απλώς να ζεις μία ζωή δίχως στην ουσία να σε αντιπροσωπεύει, αυτό ονομάζεται σκλαβιά και κατά πώς φαινόταν, ο Ραντού είχε ξυπνήσει.

«Πίστευα πως δεν θα ήθελες να με ξαναδείς από την μέρα που έμαθες»

«Έχω καταφέρει να πείσω τον εαυτό μου, πως η ιστορία που διάβαζα κάποτε στα βιβλία, περπατά ανάμεσά μας. Δεν ήταν εύκολο, πίστεψέ με. Όμως στην τελική, είμαι ίσως και εγώ μία βαθιά προβληματική προσωπικότητα που έχει ανάγκη να πιστέψει στα παραμύθια και τους θρύλους, καθώς η πραγματικότητα κυριολεκτικά δεν αντέχεται» του είπε και τον είδε να πλησιάζει κοντά της, σε σημείο που σταγόνες από το βρεγμένο του πρόσωπο, έσταξαν στα μάγουλά της.

«Ποτέ δεν ασχολήθηκα με τους ανθρώπους. Φυλάκιζα, άρπαζα θνητούς για δική μου χρήση. Ήθελα όσο τίποτε να εκδικηθώ τον Βλαντ για όλη τη δύναμη που πάντα διέθετε σε σχέση με εμένα. Το μίσος, μίσος θρέφει. Μπόρεσα να ελέγξω τις συνειδήσεις της εκκλησίας. Μπόρεσα να διαμορφώσω το σχέδιό μου όπως το επιθυμούσα, μόνο για να έρθει μία καταραμένη στιγμή, να βρεθεί ανοιχτό ένα παραθυράκι που θα μου διέλυε όλους τους κόπους. Όταν σε είδα, εκεί, κάτω από το μικρό υπόστεγο, δεν γνωρίζω το γιατί, μα σκέφτηκα εμένα. Σε έβλεπα να χαμογελάς στον κόσμο, μα το χαμόγελο να μην φτάνει στα μάτια σου. Ζούσες σε ένα χρυσό κλουβί, που φαινομενικά περνούσες καλά, μα στην ουσία κραύγαζες για εκείνη τη σωτήρια βόλτα που πήγαμε. Για εκείνα τα λίγα λεπτά, που ο αληθινός σου εαυτός ξεγλίστρησε και το ίδιο και ο δικός μου» έκανε παύση και τον είδε να ανασαίνει βαριά.

΄΄Δεν μπορείς να σώσεις την ψυχή του, όχι απόλυτα΄΄ σκέφτηκε και είχε δίκιο, όμως η θέλησή της υπερίσχυσε της σκέψης της.

Αν αυτή ήταν και η τελευταία φορά, ας την έκανε να αξίζει. Ο Μεσαίωνας δεν θα είχε ποτέ χώρο στο σήμερα, μα θα έφευγε έχοντας διδαχθεί πολλά. Με ένα ακόμη βήμα, τον φίλησε. Ήταν ένα φιλί από ένστικτο, ίσως στιγμιαία ανάγκη, δεν είχε σημασία. Βρήκε ευθύς ανταπόκριση, αφού ο νεαρός την αγκάλιασε σφιχτά, αφήνοντας ένα πρωτόγονο πάθος ελεύθερο. Το κρύο καθώς νύχτωνε αυξανόταν και εκείνος την τύλιξε σφιχτά με τα χέρια του.

«Κρυώνεις;» την ρώτησε.

«Είμαι εντάξει» απάντησε.

«Τι ήταν αυτό; Εννοώ, μας βγήκε κάτι...» πήγε να της πει, μα εκείνη σκάλισε και τα τελευταία απομεινάρια κουράγιου.

«Ήταν αυτό που και οι δύο θέλαμε. Μονάχα που κανείς μας δεν τρέφει αυταπάτες. Η ζωή είναι εκεί και περιμένει, η συνέχεια είναι γνωστή, γραμμένη με ορθό τρόπο» του είπε και εκείνος ακούμπησε το μάγουλό του στην κορυφή του κεφαλιού της.

Η ζωή ήταν ένας ορθός κύκλος. Η μάχη ερχόταν και ο Μεχμέτ θα την έδινε. Η προδοσία στον παράδοξο σύντροφό του δεν του ταίριαζε. Θα ακολουθούσε τον δρόμο του, νιώθοντας ευγνώμων γι' αυτή τη στιγμή.

«Θα σε πάω στο Μπρασόβ. Ό,τι αρχίζει, πρέπει να κλείνει σωστά. Σε ευχαριστώ γι' αυτή τη στιγμή» της ψιθύρισε. Το τελευταίο του φιλί, εκείνο του αληθινού, καταπιεσμένου εαυτού, θα της το έδινε στην πλατεία. 

Continue Reading

You'll Also Like

108K 7.7K 32
Η Κυριακή είναι μια 25χρονη φοιτήτρια που τα βράδια δουλεύει ως χορεύτρια σε ένα κλαμπ για να μπορεί να νοσηλεύει την μητέρα της που πάσχει από λευχα...
96.8K 10K 36
"Σου απαγορεύω να τον ξαναδείς!" Φώναξε ο Ίαν και Η Φαιθ τον αγριοκοιταξε... "Δεν καταλαβαίνεις! Πότε δεν θα καταλάβεις!" απάντησε και αμέσως τα πα...
2.1K 45 19
«Εισαι και πολύ πουτανα» ειπε εκείνος και έβλεπα τον πόνο στο πρόσωπό τ αυτόν τον πόνο π τόσο λατρεύω και είναι τόσο γαμημενα σεξι «Εγω;» είπα ειρων...