Τα μυστικά της Ντούτραμ

By Baifi88

12.2K 2.7K 5.4K

Το διάσημο κάστρο Μπράν, το οποίο φιλοξενεί τον μύθο του Κόμη Δράκουλα, με την γοτθική αρχιτεκτονική του, σε... More

Πρόλογος
Ο Καταραμένος Πρίγκιπας/part 1
Ο Καταραμένος Πρίγκιπας/part 2
Σκοτεινή Ακαδημία/ part 1
Σκοτεινή Ακαδημία/part 2
Ντούτραμ/part 1
Ντούτραμ/ part 2
Το Τάγμα του Δράκου/part 1
Το Τάγμα του Δράκου/ part 2
Το Τάγμα του Δράκου/ part 3
Φύλακες της μνημης/part 1
Φύλακες της μνήμης/part 2
Φύλακες της μνήμης/ part 3
Όταν το παρελθόν, συναντά το παρόν/ part 1
Όταν το παρελθόν, συναντά το παρόν/ part 2
Όταν το παρελθόν, συναντά το παρόν/ part 3
Ύφος σκληρό και άγριο/ part 1
Ύφος σκληρό και άγριο/ part 2
Ύφος σκληρό και άγριο/ part 3
Το σπάσιμο του δεσμού/ part 1
Το σπάσιμο του δεσμού/ part 2
Τα παιδιά της νύχτας/ part 1
Τα παιδιά της νύχτας/ part 2
Ο αληθινός Ντράκουλα/ part 1
Ο αληθινός Ντράκουλα/ part 2
Ο αληθινός Νράκουλα/ part 3
Ο αληθινός Ντράκουλα/ part 4
Εκτός αν είναι ο ίδιος ο γιος του Διαβόλου/ part 1
Εκτός αν είναι ο ίδιος ο γιος του Διαβόλου/part 2
Η γνώμη σας μετρά!!
Ο δρόμος για το Ποενάρι/ part 1
Ο δρόμος για το Ποενάρι/ part 2
Ο δρόμος για το Ποενάρι/ part 3
Βοήθεια από το Έρεβος/ part 1
Βοήθεια από το έρεβος/ part 2
Βοήθεια από το έρεβος/part 3
Βοήθεια από το έρεβος/ part 4
Βοήθεια από το έρεβος/part 5
Η πάλη της λογικής με το συναίσθημα/part 1
Η πάλη της λογικής με το συναίσθημα/ part 3
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 1
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 2
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 3
Προσωπικά συναισθήματα και σκέψεις
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 4
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/part 5
Το Δισκοπότηρο της Ντούτραμ/ part 6
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 1
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 2
Ήρωες!!!
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 3
Η μεγαλύτερη αδυναμία/ part 4
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 1
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 2
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 3
H δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 4
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/part 5
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/ part 6
Η δύση μίας εποχής και η ανατολή μίας νέας/part 7 και Επίλογος

Η πάλη της λογικής με το συναίσθημα/ part 2

145 42 75
By Baifi88

Ο Λέοναρντ τόση ώρα πάλευε να βρει τις σωστές λέξεις, προτού περάσει η γνωστή τους παρέα και τον πάρει με το αυτοκίνητο, έχοντας ενημερωθεί για την επιστροφή του.

«Εξαφανίστηκα για να διακτινιστώ σε εκείνα τα μπουντρούμια. Ας το αφήσουμε αυτό ειλικρινά. Προτιμώ να μην το συζητώ. Όσο για εσένα, ξέρω πως το δίλλημα είναι μεγάλο, ωστόσο η καρδιά σου τι σου λέει; Ο Μεχμέτ κατάφερε από όσο φαίνεται να σε ρίξει στο λάκκο με τις αμφιβολίες. Άσε έξω τη μαμά και τον μπαμπά, γνωρίζεις τη γνώμη τους. Εσύ όμως ερωτεύτηκες έναν Βλαντ, αυτόν που γνώρισες από την αρχή, οπότε θαρρώ πως γνωρίζεις κιόλας την βίαιη φύση του ή τη φυγή του στο τέλος. Όσο για την ασφάλειά μας, ποιος σου εγγυάται πως πράγματι δεν θα πάθουμε τίποτε; Ο πόλεμος είναι πόλεμος και μπορεί ο Μεχμετ ας πούμε να μην σε σκοτώσει, αλλά να το κάνει κάποιος άλλος. Η ζωή όπως συνειδητοποίησα, είναι μία στιγμή και τη μόνη βεβαιότητα που έχεις, είναι το εδώ και τώρα. Ένα δευτερόλεπτο μετά, μπορεί να πέσει βόμβα ας πούμε και να μας πλακώσει το σπίτι. Ξέρω και το διατυμπανίζει και η λογική, πως ο Βλαντ δεν είναι η τέλεια σχέση, από πολλές πλευρές. Ακόμη και αν γεφυρώνατε τις διαφορές, εκείνος είναι αθάνατος και εσύ θνητή. Όμως, βλέπω πως μακριά του είσαι δυστυχισμένη. Ίσως θα έπρεπε να το ζήσεις αφού ούτως ή άλλως και μακριά του να είσαι, τα συναισθήματά σου δεν θα αλλάξουν. Γιατί τουλάχιστον να μην είσαι κοντά του για όσο πάει;» την ρώτησε.

«Και αν σας κάνουν κακό;» πρόφερε φοβισμένα, με μάτια που βούρκωναν και πάσχιζαν να συγκρατήσουν τα δάκρυα.

«Θαρρώ πως ο φίλος σου, δεν θα μας αφήσει ακάλυπτους. Όπως και να έχει, σου το είπα και πριν. Κανείς δεν μπορεί να σου εγγυηθεί πως δεν θα πάθουμε κάτι. Πάρε το ρίσκο, αξίζει νομίζω» τελείωσε και σηκώθηκε να φύγει, όταν την κοίταξε για τελευταία φορά. «Τους γονείς άστους πάνω μου. Έχω τσάι που θα βοηθήσει στα νεύρα» την πείραξε, μα τότε είδαν τον Μίρτσεα να σκαρφαλώνει και να χτυπά το τζάμι. Οι πληγές στο πρόσωπό του είχαν επουλωθεί ελαφρώς και ο ήλιος βάραινε τα μάτια του.

«Ο Βλαντ!» της φώναξε και εκείνη τινάχτηκε.

«Τι έπαθε;» ρώτησε τρομοκρατημένη.

«Έχει δεχτεί επίθεση, πλέον έχει ξημερώσει και θαρρώ η απουσία σου έχει ρίξει επιπλέον τις άμυνές του. Έλα μαζί μου, θα φύγουμε από εδώ» της είπε και ο Λέοναρντ χαμογέλασε στραβά.

«Θα βάλω μαξιλάρια λέγοντας πως ακόμη κοιμάσαι» την πείραξε και η Γκάμπι τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του Μίρτσεα και πήδηξαν μαζί από το παράθυρο.

Ο Βλαντ είχε δεχτεί τρία χτυπήματα. Οι αναθεματισμένοι τον είχαν πετύχει τη στιγμή που το μυαλό του, έπειτα από πολλά χρόνια, βρισκόταν χαμένο σε ένα τοπίο ομιχλώδες, κολλημένο σε έναν βαλτότοπο αρνητικών σκέψεων που για πρώτη φορά δεν αφορούσαν τον επικείμενο πόλεμο. Το πρώτο χτύπημα διαπέρασε ως και την καρδιά του από τον πόνο, μα τότε ύψωσε τα αετίσια του μάτια, γεμάτα μίσος, μόνο για να δει πως ήταν περικυκλωμένος. Περικυκλωμένος τόσο στην καρδιά, όσο και στην πραγματικότητα. Το σώμα του βρισκόταν βυθισμένο στον ποταμό που κάποτε ταξίδεψε τον έρωτά του, την Εκατερίνα. Ταυτόχρονα, η καρδιά του έχανε ακόμη έναν και μπροστά του έστεκαν αιώνια οι αντίπαλοι, η μόνη σίγουρη συντροφιά αιώνων ατελείωτων. Ίσως δεν ήταν καμωμένος για αγάπη, μα για πόλεμο. Να, πάλι το μυαλό του αφαιρέθηκε, ξεγλιστρώντας σε μονοπάτια ανίερα και το δεύτερο χτύπημα, τον ανάγκασε να αφήσει μία σιγανή κραυγή. Τα ρούχα του μούλιασαν από το αίμα και το νερό και για πρώτη φορά συνειδητοποίησε πως θα πέθαινε. Τα τείχη του Ποενάρι ήταν μακριά για να πεταχτεί και οι εχθροί σαν αίλουροι, έρπονταν μέσα στη βλάστηση και τις σκιές των Καρπαθίων που τους έκρυβαν στις δασώδεις αγκαλιές τους.

Tότε, μέσα στην παραζάλη του πόνου, του θυμού και της απογοήτευσης, ο παλιός εαυτός αναδύθηκε. Κανένας δεν θα τον λύγιζε. Ο μύθος του δεν θα κατέρρεε με αυτόν τον τρόπο. Θα κάλυπτε την αδυναμία του και θα έδινε μία μάχη ψυχής, είτε για να κερδίσει είτε για να πεθάνει. Τα μάτια του τα κοφτερά αντάμωσαν με εκείνα ενός σκοτεινού. Τα πόδια του αν και έτρεμαν, έδωσαν την τελευταία ώθηση και ο Βλαντ όρμησε επάνω στον Σκοτεινό, σπάζοντας τον λαιμό του. Τα δάση του ψιθύριζαν, ήταν ο αφέντης τους και έπρεπε να τον κρύψουν στο σκοτάδι τους. Οι μάγοι εκτόξευσαν τα βέλη του ασημιού και ο Βλαντ ύψωσε πύρινη ασπίδα. Κατόπιν, ξεκίνησε να τρέχει με υπερφυσική ταχύτητα, μα το κορμί του τον πρόδιδε. Η καρδιά του βαριά και αδύναμη από πριν, δεν τον κράτησε για πολύ και εκείνος γλίστρησε σε ένα γκρεμό, παλεύοντας μάταια να κρατηθεί. Το κορμί του κατέληξε σε μία εσοχή και η περηφάνια του δεν του επέτρεπε να καλέσει σε βοήθεια.

Σύντομα, το Τάγμα είχε αναλάβει την αναχαίτηση των αντιπάλων, τη στιγμή που ο κόσμος βούιζε για την ανάσταση του αιμοδιψούς Παλουκωτή που θα ήταν έτοιμος να τιμωρήσει τους πάντες και να σκίσει τις σάρκες του. Ο Μίρτσεα έχοντας μαζί την κοπέλα, προσπάθησε να αποφύγει τις κακοτοπιές. Μόλις ενημερώθηκε από την Αλεξάνδρα για την υποχώρηση των Μάγων, ξεκίνησε να τον αναζητά κοντά στο Ποενάρι μάταια. Η Γκάμπι πήδηξε από την πλάτη του και έφτασε κοντά στις όχθες, όταν μία εικόνα ξεπήδησε από τις αναμνήσεις της. Εκείνη του Βλαντ να βρίσκεται βυθισμένος στα νερά του και της ίδιας να τον κοιτάζει για πρώτη φορά, χάνοντας έναν χτύπο από την καρδιά της. Ήταν η πρώτη τους αμήχανη στιγμή.

΄΄Πού είσαι;΄΄ σκέφτηκε, όταν αποφάσισε να φωνάξει το όνομά του. Τα Καρπάθια το άκουσαν και το μετέφεραν σε εκείνον μέσω του ανέμου. Τα φλογερά του μάτια άνοιξαν απότομα, μα το ψύχος θαρρείς και είχε σκεπάσει, το πράσινο της ίριδάς τους. Γύρισε το πρόσωπο από την άλλη και δεν απάντησε. Βαθιά μέσα του είχε δεχτεί πλήγμα στον εγωισμό του και ας μην το ομολογούσε. Το σώμα του όμως, βρήκε το κουράγιο να σηκωθεί παρά τους πόνους. Κοίταξε την νέα του, μοναχική κατοικία, το Ποενάρι και με κόπο βάδισε προς τα κει. Μόνος, μα αλύγιστος σαν το ατσάλι, ήταν αποφασισμένος να υπερασπιστεί τη χώρα του μέχρι το τέλος.

***

Ο Γουάιλαν βάδιζε ανάμεσα στα δέντρα, με το φθινοπωρινό, δροσερό αεράκι να παίζει με τα μαλλιά του και τη γαλήνη της φύσης να απλώνεται μπροστά του, σαν ένα τεράστιο, πολύχρωμο χαλί, γεμάτο εκπλήξεις. Και σε ποιον δεν άρεσε αυτή η αίσθηση ελευθερίας και ηρεμίας; Δίπλα του ακολουθούσε η στρουμπουλή Χόουπ, προκειμένου να δοθεί σε μία κυρία βρικόλακα στο Σάνταουκλιφ, ώστε να την προσέχει για όλες τις ημέρες που θα απουσίαζε το αφεντικό της. Το παράξενο, μουντό χωριό, η βλοσυρή αυτή επαρχία με τα πλακόστρωτα στενάκια, θαρρείς και είχε κάνει μία στάση, γύρω στο 1900. Οι περισσότεροι βρικόλακες, είχαν άσχημο παρελθόν. Ανήκαν κυρίως σε πολέμους, καθώς τότε ήταν που η ελπίδα της ανάστασης θεωρούταν πιο αναγκαία από ποτέ. Φυσικά ανάμεσά τους, βρίσκονταν και πιο απλές περιπτώσεις, όπως θανάτου από αρρώστια. Το Σάνταουκλιφ όμως, φιλοξενούσε κυρίως στρατιώτες και μαχητές του δευτέρου παγκοσμίου, καθώς οι αναστάσεις γίνονταν ομαδικά και όλη αυτή η ομάδα, έτυχε να συγκεντρωθεί σε εκείνο το μέρος και αργότερα να γνωρίσει το Τάγμα του Δράκου, τους πρώτους βρικόλακες που έζησαν στη γη.

Ο Γουάιλαν αναζητούσε στα πανομοιότυπα σπίτια, εκείνο που του είχε υποδείξει ο Χάινς πως ήταν κατάλληλο για την μαλλιαρή του φίλη. Πράγματι, στον πρώτο όροφο, κατοικούσε μία βρικόλακας η Άνναμπαλ, που ήταν μία κλασσική περίπτωση μεγάλης γυναίκας που απεχθανόταν τα γηρατειά και τον θάνατο και αποφάσισε να χαράξει το ΄΄ναι΄΄ λίγο πριν αφήσει τα εγκόσμια. Οι βρικόλακες το διαισθάνονται. Είναι σαν να τους καλούν οι ψυχές εκείνες που έχουν επιλέξει την ανάσταση. Η συγκεκριμένη, όπως και ο Γουάιλαν ήταν ψυχικά βαμπίρ. Τρέφονταν από την ενέργεια, από οποιαδήποτε μορφή ενέργειας. Η γλυκιά της φωνή ακούστηκε, καθώς ο νεαρός πλησίαζε στην πόρτα της, ανάμεικτη με εκείνη ενός άλλου. Πράγματι, μπροστά της στεκόταν ένας ξανθός νεαρός, τον οποίο τον θυμόταν και ο Γουάιλαν, μα ποτέ δεν είχε τύχει να μιλήσουν. Σπάνια κυκλοφορούσε και πάντοτε ήταν σκυφτός.

΄΄Τελικά όσοι βρικολακιάσαμε, καταντήσαμε προβληματικοί΄΄ σκέφτηκε ο Γουάιλαν τη στιγμή που καλησπέριζε τη γυναίκα.

«Αχ, μου έφερες την Χόουπ; Πολύ περίεργο, το αφεντικό της δεν την έχει αφήσει ποτέ στην μικρή μου πανσιόν» του είπε, ενώ ο άλλος νεαρός κοιτούσε το σκυλί καχύποπτα.

«Δεν μου λες, είναι του αφεντικού μας του τρελοεβραίου το σκυλί;» ρώτησε ξεφυσώντας και η Άνναμπαλ τον κοίταξε πλαγίως.

«Σιωπή Γκιάελ! Μην αρχίσετε πάλι τα ίδια!» τον μάλωσε, όταν άκουσαν μία φωνή ψυχρή και ήταν αυτή του Χάινς.

«Μας ενοχλεί που έχουμε για αρχηγό εβραϊκό αίμα; Τι να κάνουμε. Η ήττα για εσένα ήταν διπλή...» τον ειρωνεύτηκε και ο Γουάιλαν που βρισκόταν στη μέση, είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται τη σχέση αυτών των δύο.

Ο Γκιάελ ήταν Γερμανός αιχμάλωτος, από τη στιγμή που τελείωσε η μάχη στο Στάλινγκραντ. Αμέσως ξεκίνησε πορεία για τα στρατόπεδα των αιχμαλώτων, διασχίζοντας εκατοντάδες χιλιόμετρα στο δριμύ ψύχος, δίχως τροφή, δίχως ιατρική περίθαλψη, δίχως οίκτο από τους νικητές και με πολλούς χωρικούς που είχαν ζήσει υπό τον ναζιστικό ζυγό και τύχαινε να δουν την φάλαγγα, να επιτίθενται όχι μόνο στον ίδιο, μα και στην υπόλοιπη ομάδα. Καθώς όμως δεν άντεξε, εκτελέστηκε από Ρώσο και το σώμα του απλώς πετάχτηκε στη μέση του πουθενά. Το ΄΄ναι΄΄, το είχε χαράξει από πριν καθώς όπως έλεγε και ο ίδιος, είχε ζήσει την φρίκη του πολέμου αρκετά και ήθελε να φτάσει η ημέρα που θα προλάβαινε την ειρήνη. Ο Χάινς ωστόσο, δεν άντεχε την παρουσία του ούτε δευτερόλεπτο.

«Χάινς δεν έχω όρεξη» πάλεψε να τον πείσει ο Γκιάελ.

«Εγώ είχα, μέχρι που σε είδα και μου κόπηκε. Ακολουθούσα τον νεαρό από εδώ, για να δω με τα μάτια μου την παράδοση της συντρόφου μου σε καλά χέρια. Η τύχη όμως μου επιφύλασσε εσένα για έκπληξη!» του φώναξε και ο Γουάιλαν μπήκε στη μέση.

«Σας ικετεύω, σταματήστε. Ήρθα ως εδώ για βοήθεια και καλό θα ήταν να υπάρχει ομαδικό πνεύμα. Χάινς, γνωρίζεις την ιστορία, είσαι ο αρχηγός της κοινότητας και η απόφαση είναι δική σου. Πρέπει να επιστρέψω καθώς έχω και άλλη μία αποστολή. Αφήνω σε εσένα το θέμα του Στεφάν» τελείωσε και ρίχνοντας ένα πλάγιο βλέμμα και στους δύο, εξαφανίστηκε με την ταχύτητα του υπερφυσικού πλάσματος.

«Εννοεί, τον Στέφανο τον Μέγα;» ρώτησε ο Γκιάελ.

«Μορφωμένο σε βρίσκω. Λογικό, αφού ανήκεις στην αρία φυλή των ευγενών» τον ειρωνεύτηκε και ο Γκιάελ στένεψε τα μάτια του.

«Γνωρίζεις όμως, πως είμαι εκπληκτικός στη σαγήνη. Ίσως με μία συνεργασία να βγάλουμε τον Στεφάν από το μπουντρούμι» του πρότεινε.

«Προτιμώ να πεθάνω ξανά» απάντησε ο Χάινς και φιλώντας την Χόουπ στο μαλλιαρό της κεφάλι, τον προσπέρασε σκουντώντας τον έντονα. 

Continue Reading

You'll Also Like

15.7K 1.6K 43
- Τι πίνεις ; - Ουίσκι με πάγο - Σκληρό ποτήρι να υποθέσω !! - Όχι. Απλώς μπερδεμένη. Πολύ μπερδεμένη... [ ... ] ...
12.8K 1K 27
Η Ίζαμπελ μετά τον θάνατο τον γονιών της μετακομίζει στο Μπρίστολ για να ζήσει μαζί με την θεία της Άλισον μιας και δεν είχε κανέναν άλλον στον κόσμο...
108K 6.7K 47
«Φοβάσαι;» Την ρώτησε με την βαριά αλλά ταυτόχρονα τόσο γοητευτική φωνή του. «Όχι» απάντησε εκείνη μονολεκτικά χωρις να σκεφτεί καλά την απάντηση που...
108K 7.7K 32
Η Κυριακή είναι μια 25χρονη φοιτήτρια που τα βράδια δουλεύει ως χορεύτρια σε ένα κλαμπ για να μπορεί να νοσηλεύει την μητέρα της που πάσχει από λευχα...