Πριν σβήσουν τ' αστέρια

Oleh astra-kai-noufara

22.6K 2.3K 1.4K

Η Αμέλια Άντερσον λάτρευε την Νέα Υόρκη διότι εκ φύσεως είχε μία αδυναμία στο χάος · σε αυτήν την τεράστια πο... Lebih Banyak

Αφιέρωση + πληροφορίες
Κεφάλαιο 1ο
Κεφάλαιο 2ο
Κεφάλαιο 4ο
Κεφάλαιο 5ο
Κεφάλαιο 6ο
Κεφάλαιο 7ο
Κεφάλαιο 8ο
Κεφάλαιο 9ο
christmas special
Κεφάλαιο 10ο
Κεφάλαιο 11ο
Κεφάλαιο 12ο
Κεφάλαιο 13ο
Κεφάλαιο 14ο
Κεφάλαιο 15ο
Κεφάλαιο 16ο
Κεφάλαιο 17ο
Κεφάλαιο 18ο
Κεφάλαιο 19ο
Κεφάλαιο 20ο
Κεφάλαιο 21ο
Κεφάλαιο 22ο
Κεφάλαιο 23ο
Κεφάλαιο 24ο
Κεφάλαιο 25ο
Κεφάλαιο 26ο
Κεφάλαιο 27ο
Κεφάλαιο 28ο, μέρος πρώτο
Κεφάλαιο 28ο, μέρος δεύτερο
Κεφάλαιο 29ο
Κεφάλαιο 30ο
Κεφάλαιο 31ο
Κεφάλαιο 32ο
Επίλογος
author's note

Κεφάλαιο 3ο

656 65 21
Oleh astra-kai-noufara


𝒜𝓂𝑒𝓁𝒾𝒶


Στις σειρές και στις ταινίες που έβλεπε -δεν ήταν πολύ κορίτσι των βιβλίων- η Αμέλια πάντα παρατηρούσε πως υπάρχει αυτό το άτομο που έχει το πρωταγωνιστικό ρόλο και είναι σε μία εφηβική ηλικία το οποίο έχει όνειρα να φύγει από εκεί που έχει μεγαλώσει, να ξεφύγει και να εξαφανιστεί, να γίνει μέρος κάτι μεγαλύτερου από την χάλια πόλη στην οποία μεγάλωσε. Μικροί έφηβοι με μεγάλα όνειρα, πάντα για αυτούς έγραφαν οι πάντες.

Εκείνη βέβαια ποτέ δεν ευχήθηκε να φύγει από την Νέα Υόρκη και να πάει κάπου άλλου. Δεν της άρεσε η ιδέα να ταξιδέψει το κόσμο και να τον βάλει μέσα στην τέχνη της. Φοβόταν πως επειδή ο κόσμος ήταν μεγάλος, θα έλειπε καιρό και πως μέχρι να γυρίσει πίσω η Νέα Υόρκη θα είχε αλλάξει. Άλλωστε η Νέα Υόρκη δεν περιμένει για κανέναν και αυτό η Αμέλια το ήξερε πολύ καλά από τότε που έμενε σε μια όμορφη γειτονιά στο Κουίνς στο σπίτι του πατέρα της. Εκείνη την εποχή αισθανόταν πως ήταν μέρος του πιο σημαντικού πράγματος που υπήρχε στον κόσμο. Δεν ήξερε τι ήταν ή πως έμοιαζε ή ποιο ήταν το όνομα του αλλά το μόνο σίγουρο ήταν πως υπήρχε στην καρδιά της τσιμπεντούπολης. 

Δεν είχε σκεφτεί να την αφήσει ποτέ. Τουλάχιστον, μέχρι να βάλει επίτηδες στο ποτό της Μοράλεζ λίγο υγρό που θα την έκανε να βγάλει το μεσημεριανό της μέσα στο κρύο του Σεπτεμβρίου. Την στιγμή που η κοπέλα την κόλλησε στον τοίχο μπορούσε να δει ότι τα μάτια της έλαμπαν και μιλώντας τα μυτερά της δόντια έδειχναν πιο απειλητικά από ότι συνήθως. Μόνο για εκείνο το δευτερόλεπτο σκέφτηκε ότι ίσως όντως έπρεπε να αλλάξει πολιτεία. Αμέσως μετά όμως συνήλθε διότι θυμήθηκε ποια ήταν και αυτή που ήταν δεν την φόβιζε τίποτε, δεν το έβαζε ποτέ κάτω, πάντα σηκωνόταν άλλη μία φορά. 

Αυτή η πόλη δεν χωράει και τις δύο, σκέφτηκε δραματικά και μετά είπε στην κοπέλα ότι η ανάσα της μυρίζει εμετό για να δει τα μάτια της να βράζουν μέσα σε ένα καζάνι θυμού. 

Όσο θυμόταν τα γεγονότα της προηγούμενης νύχτας δεν μπορούσε παρά να γελάει μόνη της καθώς περπατούσε πρωί στους δρόμους του Μπρούκλιν. Παρ' όλα αυτά ένιωθε πως είχε ξεπεράσει τα όρια και πως θα συνέχιζε να το κάνει εκείνη την ημέρα. Ακόμα κι αν η Μοράλεζ την είχε προειδοποιήσει και η Αμέλια όντως είχε ακούσει εκείνη την φορά και δεν είχε σκοπό να βρεθεί ξανά στον δρόμο της, δεν μπορούσε παρά να δοκιμάσει την τύχη της. Ο Ακιχίρο την είχε πάρει τηλέφωνο μέσα στα άγρια χαράματα -ήταν μόλις έντεκα- και την είχε παρακαλέσει να φέρει έναν φάκελο με έγγραφα στο τμήμα διότι εκείνος τα είχε ξεχάσει και δεν προλάβαινε διότι πνιγόταν στην δουλειά. 

Αν και η Αμέλια αντιστάθηκε στην αρχή ο Ακιχίρο την ενημέρωσε πως σήμερα ήταν μία από τις κακές μέρες του διοικητή και πως είχε πάρει αυτά τα αρχεία σπίτι του κατά λάθος. Αν έβλεπε ο Μπρουκς πως έλειπαν θα έχανε τις υπερωρίες τους για τουλάχιστον δύο εβδομάδες. Η Αμέλια έτσι σαν καλός άνθρωπος που δεν θα παραδεχόταν ποτέ ότι ήταν σηκώθηκε και οδήγησε μέχρι το διαμέρισμα του Ακιχίρο που από εκεί πήρε τα αρχεία. Στον δρόμο της για το τμήμα σταμάτησε σε ένα καφέ και παράγγειλε τους καφέδες που επίσης της ζήτησε ο Ακιχίρο μιας και θα ερχόταν στο τμήμα. 

Έτσι φορτωμένη και με έναν φόβο ότι η ζωή της θα τελειώσει πριν καν φτάσει στο γραφείου του ξαδέλφου της μπήκε μέσα στο αστυνομικό τμήμα και ανέβηκε με τα πόδια μέχρι τον τέταρτο όροφό. Δεν ήθελε να πάρει το ασανσέρ από φόβο μήπως συναντήσει την Μοράλεζ και η κοπέλα εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι κανένα δεν μπορεί να την σταματήσει. 

''Αμέλια'' άκουσε την φωνή της αρχιφύλαξ καθώς την είδε να κατεβαίνει τις σκάλες .

''Καλημέρα'' της είπε και σταμάτησε εκεί που βρισκόταν. 

''Είναι μεσημέρι'' της αποκρίθηκε μπερδεμένη η γυναίκα. 

''Καλημέρα'' επανέλαβε η Αμέλια και της έσκασε ένα χαμόγελο. 

''Ξέρεις ότι θα σε σκοτώσει, έτσι;''  την ρώτησε η Αχμάρ με το συνηθισμένο της χαμόγελο. 

''Δεν έχω άλλη επιλογή'' της είπε ''Ο Ακιχίρο ήθελε αυτά τα έγγραφα''. 

''Κατάλαβα'' της είπε και την κοίταξε από επάνω μέχρι κάτω ''Χάρηκα που σε γνώρισα''. 

''Τόσο άσχημα είναι;'' ρώτησε η Αμέλια και αισθάνθηκε μία έντονη επιθυμία να γυρίσει πίσω. 

Η αστυφύλαξ αντί να της απαντήσει της έδωσε ένα στραβό χαμόγελο και συνέχισε την πορεία της. Η Αμέλια με ένα διστακτικό περπάτημα έφτασε στον τέταρτο όροφο και για μία στιγμή κανένα κεφάλι δεν στράφηκε προς το μέρος της. Μάλλον θα είχε την τύχη να περάσει απαρατήρητη και να ακουμπήσει τα έγγραφα στο γραφείο του γραμματέα. 

''Αμέλια εδώ!'' της φώναξε ο Ακιχίρο και κάθε ελπίδα που είχε καταστράφηκε. 

''Ξέρω βλαμμένε που είναι το γραφείο σου, δεν χρειάζεται να μου φωνάξεις'' μουρμούρισε καθώς τον πλησίασε, άφησε τους βαρύς φακέλους και τους καφέδες πάνω στο γραφείου και έκανε να φύγει. Κάποιοι είχαν γυρίσει ήδη το κεφάλι τους και την κοιτούσαν. 

''Τι κάνεις εδώ;'' ξαφνικά βρέθηκε στον δρόμο της η Μοράλεζ. Η κοπέλα είχε σταυρωμένα τα χέρια της και καθόταν σε μία δυναμική τρομακτική στάση. Την κοιτούσε σαν αρπακτικό που κάποιος είχε καταπατήσει την περιοχή του. 

''Ήρθα να παραδοθώ'' της είπε και όταν είδε πως η Μοράλεζ δεν είχε καμία όρεξη για το συνηθισμένο της χιούμορ έστριψε δεξιά και προσπάθησε να φύγει όμως η Μοράλεζ την έπιασε από το μπράτσο και την σταμάτησε. 

''Ω έλα τώρα Έλενορ άσε την να φύγει'' άκουσε την φωνή του φίλου της από πίσω όμως το κράτημα στο χέρι της έγινε πιο δυνατό. 

''Δεν είναι καμία έφηβη'' του αποκρίθηκε θυμωμένη η Μοράλεζ ''Δεν γίνεται να μην υπάρχουν συνέπειες για τις πράξεις της''. 

''Βασικά είμαι μέχρι τα είκοσι τρία'' δεν μπορούσε παρά να της απαντήσει γεμάτη εξυπνάδα η Αμέλια, κάτι το οποίο ήταν λάθος. 

Η Μοράλεζ την έσυρε μέχρι την άλλη άκρη του τμήματος που βρισκόταν το κρατητήριο το οποίο φαινόταν αρκετά γεμάτο εκείνη την ώρα της ημέρας. Δεν ήταν συνήθως αυτό στο οποίο θα κατέληγε η Αμέλια διότι εκεί απλά κρατούσαν τους κρατούμενους μέχρι να έρθει κάποιος να τους βγάλει. Εκείνη είτε έμενε εκεί την νύχτα σε ένα δωματιάκι με κρεβάτια είτε περίμενε σε μία από τις θέσεις απέναντι από τα γραφεία των αστυνομικών. 

''Έλα σε παρακαλώ'' της είπε η Αμέλια και προσπάθησε να ξεφύγει αλλά ήταν μάταιο, για κάποιο λόγο η Μοράλεζ είχε εξαιρετικά μεγάλη δύναμη ''Αγόρασα και καφεδάκι''. 

Η Μοράλεζ άνοιξε την πόρτα από κάγκελα, την πέταξε μέσα και μετά την έκλεισε ''Σίγα μην πιω ξανά κάτι που θα μου δώσεις εσύ''. 

Η Αμέλια κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να την μεταπείσει ''Να σου πω την αλήθεια'' της χαμογέλασε ''πάντα λες πόσο καλή ντετέκτιβ είσαι όμως δεν κατάλαβες ότι την μόνη φορά που θα σου έδινα κάτι που όντως το πίνεις θα πήγαινε κάτι λάθος;''. 

Η Μοράλεζ σταμάτησε και για μία στιγμή η Αμέλια παρακολούθησε την πλάτη της. Ύστερα γύρισε και της χάρισε ένα οργίλο βλέμμα στην λευκή κοπέλα. Η Αμέλια έπιασε τα κάγκελα με τα δύο της χέρια και ακούμπησε πάνω το κούτελο της κατσουφιασμένη. 

''Τώρα αυτό είναι το αγαπημένο μου βλέμμα'' της αποκρίθηκε η Μοράλεζ και πρώτη φορά την είδε εκείνη την μέρα να χαμογελάει. 

Η Αμέλια με την σειρά της της έβγαλε την γλώσσα σαν μικρό παιδί και παρακολούθησε καθώς η Μοράλεζ πλησίασε τον Ακιχίρο και άρχισαν να λογομαχούν σιγανά. Προσπάθησε να διαβάσει τα χείλη τους όπως συνήθιζε όταν βαριόταν και από ότι κατάλαβε αναφέρθηκαν στο όνομα της. Πιθανόν ο Ακιχίρο θα παραπονιόταν για τον τρόπο που της φερόταν. 

Εκείνη την στιγμή μπήκε από το ασανσέρ που βρισκόταν ακριβώς δίπλα στο κρατητήριο η αστυφύλαξ η οποία σταμάτησε μία στιγμή και κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω την Αμέλια. 

''Έλειψα κυριολεκτικά πέντε λεπτά'' της αποκρίθηκε γελώντας ''Τι συνέβη;''. 

''Η Μοράλεζ με είδε'' της απάντησε η Αμέλια ''Η Μοράλεζ με έκλεισε φυλακή''. 

''Τι έκανες πάλι;'' την ρώτησε η μεγάλη γυναίκα. 

''Τίποτα!''' της αποκρίθηκε αμέσως η ξανθιά κοπέλα ''Σου το ορκίζομαι, αυτήν την φορά απλά με είδε και της την έδωσε''. 

''Κατάλαβα'' είπε η Αχμάρ και κατευθύνθηκε προς το σημείο που στεκόταν η Μοράλεζ με τον Ακιχίρο. 

Η Αμέλια προσπαθούσε να καταλάβει τι γινόταν όμως δεν μπορούσε να ακούσει. Το κρατητήριο ήταν γεμάτο και όλοι έκαναν πολύ φασαρία. Ήταν έτοιμη να γυρίσει και να πει σε όλους με έναν όχι και πολύ όμορφο τρόπο να κάνουν ησυχία όταν η αστυφύλαξ ήρθε προς τα εκείνη με την Μοράλεζ να τρέχει πίσω της με ένα ανησυχητικό ύφος. 

''Είσαι ελεύθερη Αμέλια'' της είπε καθώς ξεκλείδωσε την πόρτα ''Συγνώμη εκ μέρους της συναδέλφου μου''. 

''Μα...-'' το βλέμμα της Μοράλεζ άξιζε όλα τα χρήματα το πατέρα της παρατήρησε καθώς βγήκε από το κρατητήριο και η αστυφύλαξ κλείδωσε πίσω της την πόρτα ''Χθες πήγε να με δηλητηριάσει''. 

''Δεν ήταν δηλητήριο'' της είπε η Αχμάρ ''Ήταν απλά ένα χάπι από τα πράγματα του Τζέσπερ για τις φορές που τρώει πολύ βαριά''. 

''Ε και;'' παραπονέθηκε η Μοράλεζ. 

''Ήταν άκακο και ήταν μία πλάκα σαν αυτές τις χαζές που κάνει ο Ντάνιελ'' της είπε ''Θα τον έβαζες ποτέ φυλακή;''. 

''Με ευχαρίστηση'' απάντησε. 

Η αστυφύλαξ πήρε ένα σοβαρό ύφος, πλησίασε την Μοράλεζ και δίνοντας έμφαση με το δείκτη της στραμμένο προς την αδικημένη αστυνομικό είπε ''Άκου, ο διοικητής δεν έχει τα κέφια του σήμερα και δεν θέλω η ομάδα να είναι ο λόγος που θα έχει άλλη μία απογοήτευση. Ξέρεις πόσο τυχερή είσαι που ήμουν εγώ αυτή ότι έχεις κλειδώσει παράνομα έναν πολίτη μέσα στο κρατητήριο; Ξεχνάς ότι είμαι ακόμα το αφεντικό σου, για αυτό πήγαινε πίσω στο γραφείο σου και συνέχισε την δουλειά σου''. 

Η Μοράλεζ κοίταξε μία φορά το αφεντικό της με ένα λυπημένο ύφος και χωρίς να της ρίξει ούτε μία ματιά έσφιξε τα χέρια της σε γροθιές και επέστρεψε με το κεφάλι σκυφτό στο γραφείο της. Η Αμέλια σκέφτηκε πως δεν είχε ξανά ζήσει πιο απίστευτη κατάσταση στην ζωή της εκτός από εκείνη την φορά που ο θείος της Μπεν άρχισε να γελάει όταν έμαθε την ηλικία μίας ερωμένης του πατέρα της χρόνια πριν. 

''Ευχαριστώ'' είπε στην αρχιφύλαξ ''Μπορώ να μείνω για λίγο ή θα είμαι στα πόδια σας;''. 

''Μείνε αλλά μην εκνευρίσεις τον διοικητή εάν τον δεις'' της είπε και μετά πήγε και κάθισε στο γραφείο της. 

''Μάλιστα'' ψιθύρισε και κατευθύνθηκε προς το γραφείο του Ακιχίρο. 

''Τι γίνεται ξαδελφάκι;'' τον ρώτησε καθώς κάθισε στην καρέκλα που υπήρχε μπροστά στο γραφείο του και ακούμπησε τα πόδια της πάνω στο γραφείο. 

 ''Αμέλια εκτιμώ αφάνταστα το γεγονός ότι με βοήθησες και λυπάμαι που η τρελή σου νέμεσις σε έκλεισε μέσα πάλι αλλά έχω δουλειά'' της είπε ο Ακιχίρο πίνοντας μια γουλιά από τον καφέ του. 

''Τι δουλειά μπορεί να έχει ένας γραμματέας που είναι τόσο σημαντική;'' ρώτησε . 

''Ο διοικητής μου ανέθεσε να αρχειοθετήσω κάποια αρχεία'' ''είναι όλα ένα χάλι'' ''Άσε που πρέπει να σηκώνω και τα τηλέφωνα''. 

Εκείνη την στιγμή το τηλέφωνο πάνω στο γραφείο του φίλου της άρχισε να χτυπά όμως προτού προλάβει να πιάσει το ακουστικό το άρπαξε η Αμέλια και το τοποθέτησε δίπλα στο αυτί της. 

''Παρακαλώ;'' ρώτησε γελώντας με την τρομαγμένη έκφραση που πήρε ο Ακιχίρο ο οποίος σηκώθηκε και της το άρπαξε αμέσως από τα χέρια. 

Εκείνη συνέχισε να γελάει καθώς ο Ακιχίρο τελείωνε το τηλεφώνημα. Βαριεστημένη σηκώθηκε από την θέση της μέχρι ο ξάδελφος της να τελειώσει και πήγε μέσα στο δωμάτιο που οι αστυνομικοί περνούσαν συνήθως τα διαλείμματα τους. Πλησίασε τον αυτόματο πωλητή, έβγαλε ένα δολάριο από την τσέπη της και αφού διάλεξε μία μπάρα σοκολάτας. Ήταν έτοιμη να την φάει όταν μπήκε μέσα στο δωμάτιο η Μοράλεζ με μια κούπα καφέ στο χέρι. Αμέσως έκανε έναν  μορφασμό μόλις είδε την ξανθιά κοπέλα και κάθισε στο στρογγυλό τραπέζι. 

''Ακόμα εδώ είσαι;'' την ρώτησε με ένα βλέμμα απέχθειας. 

''Ω'' χασκογέλασε ψεύτικα η Αμέλια και κάθισε μπροστά από την Μοράλεζ ''Ξέρω ότι κατά βάθος με λατρεύεις''. 

''Έχει δίκιο'' της απάντησε ειρωνικά η μεγαλύτερη κοπέλα ''Έχω μια τάση τους ανθρώπους που λατρεύω να τους κλείνω φυλακή''. 

''Δεν με έχεις κλείσει στην φυλακή'' της είπε γεμάτη εξυπνάδα η Αμέλια. 

''Ακόμα'' απάντησε η αστυνομικός και ύστερα πήρε μία βαθιά ανάσα. Τότε η Αμέλια παρατήρησε πως είχε μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια της και πως η στάση της δεν ήταν στητή ως συνήθως, οι ώμοι της ήταν πεσμένοι και φαινόταν αρκετά βαριά. 

 ''Μεγάλη μέρα;'' την ρώτησε και όταν η Μοράλεζ την αγριοκοίταξε της είπε ''Ω έλα τώρα, μίλα στην μεγαλύτερη σου εχθρό''. 

''Απλά έχω προβλήματα με μία υπόθεση'' της απάντησε κοφτά και έτριψε τα μάτια της. Για μία φευγαλέα στιγμή φάνηκε σαν μικρό κορίτσι που ήθελε να πάει για ύπνο μετά από μία δύσκολη μέρα.  

''Θες να σε βοηθήσω;'' της πρότεινε η Αμέλια απλά και μόνο για να δει πως θα αντιδράσει. 

''Τι θα κάνεις;'' γέλασε η Μοράλεζ ''Θα ενοχλήσεις τον δράστη μέχρι να ομολογήσει;''. 

''Έχω τους τρόπους μου'' την διαβεβαίωσε και ύστερα από μία παύση σιωπής σκέφτηκε κάτι που πραγματικά θα την έκανε έξαλλη ''Μοράλε...-''. 

''Μπορείς Αμέλια να σκάσεις για λίγο;'' της αποκρίθηκε ενοχλημένη η κοπέλα ''Σε αντίθεση με εσένα εγώ όντως έχω δουλειά, ζωή και σημαντικά πράγματα να κάνω''. 

''Ποιος σου είπε ότι εγώ δεν έχω;''. 

''Ω έλα τώρα, ξέρω πως ζεις'' της εξήγησε η Μοράλεζ με ένα υποτιμητικό βλέμμα ''Δεν είχες ποτέ στην ζωή σου δουλειά σε αντίθεση με πολλούς φοιτητές που ξέρω...-''. 

''Δουλεύω συνέχεια σε μπαρ και καφετέριες'' παραπονέθηκε η Αμέλια. 

''Εννοώ κανονική δουλειά'' αναστέναξε η Μοράλεζ ''Σπούδασε τίποτα, κάνε κάτι με την ζωή σου''. 

''Σπουδάζω''. 

''Παίζεις με λίγο πηλό όπως έκανα στα πέντε μου'' η ειρωνεία της Μοράλεζ ήταν σαν μαχαίρι στην καρδιά της Αμέλια όσον αφορούσε το συγκεκριμένο θέμα ''Και δεν δουλεύεις επειδή το χρειάζεσαι, δουλεύεις...η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω γιατί δουλεύεις. Αυτό που ξέρω είναι πως κάθεσαι πάνω στον θρόνο που σου πληρώνει ο μπαμπάς σου και νομίζεις ότι σου ανήκουν τα πάντα. Είσαι το πιο κακομαθημένο άτομο που έχω γνωρίσει, είσαι ενήλικη και συμπεριφέρεσαι λες και είσαι δεκαπέντε. Δεν παίρνεις τίποτα σοβαρά, ξενυχτάς και έχεις κάνει την νύχτα μέρα. Οπότε όχι, δεν μπορείς να με βοηθήσεις σε τίποτα διότι δεν είσαι αρκετά έξυπνη για να το κάνεις''. 

''Ελπίζω να χάσεις την δουλειά σου και μετά να πεθάνεις'' της αποκρίθηκε απότομα η Αμέλια και σηκώθηκε από την καρέκλα. 

''Φεύγεις κιόλας;'' ακούστηκε η φωνή της Μοράλεζ πίσω της καθώς πλησίασε την πόρτα. Η Αμέλια έσφιξε τις γροθιές της, έτριξε τα δόντια της και κατάπιε τα λόγια της. 

Τα λόγια της Μοράλεζ αυτήν την φορά την είχαν πληγώσει. Όχι φυσικά η προσβολή προς την τέχνη της αλλά το μέρος που συμπεριέλαβε τον πατέρα της. Η Αμέλια σιχαινόταν που την συντηρούσε ακόμη, που πλήρωνε το διαμέρισμα της και τα δίδακτρα της σχολής της. Η σχέση τους ήταν από πάντα επαγγελματική όμως από τότε που η Αμέλια του ανακοίνωσε πως θέλει να σπουδάσει τέχνη έγινε επίσημο. Έβλεπαν ο ένας τον άλλον λίγες φορές τον χρόνο και υπήρχε πάντα ένας λογαριασμός στην τράπεζα με το όνομα της ο οποίος ήταν πάντα γεμάτος. Για αυτό η Αμέλια δεν ένιωθε ποτέ ελεύθερη, διότι τον είχε ακόμη ανάγκη. 

Θα μπορούσε κάλλιστα να του πετάξει τα λεφτά στα μούτρα και να μην του μιλήσει ποτέ ξανά όμως αυτό θα σήμαινε πως θα αποχαιρετούσε την σχολή της, το διαμέρισμα της και την Νέα Υόρκη. Για να παρατήσει η Αμέλια αυτήν την ζωή θα έπρεπε να παγώσει η κόλαση και να πάρει φωτιά ο παράδεισος. Αυτό βέβαια δεν σήμαινε πως κάθε φορά που κάποιος τις υπενθύμιζε πως χρωστούσε τα πάντα στον πατέρα της δεν ένιωθε ένα τσίμπημα στην καρδιά της. 

Με αυτές τις σκέψεις βγήκε από το δωμάτιο μην έχοντας κάτι έξυπνο να πει πίσω στην Ισπανίδα. Κατευθύνθηκε προς το γραφείο του Ακιχίρο και πήρε στα χέρια της έναν από τους καφέδες που του είχε αφήσει. Εκείνος δεν της έδωσε σημασία, πολύ απασχολημένος στην δουλειά του. 

Ήπιε μία γουλιά και περπάτησε ως το γραφείο της Μοράλεζ το οποίο ήταν όπως πάντα τακτοποιημένο. Κοίταξε γύρω της και παρατήρησε πως οι περισσότεροι ντετέκτιβ έλειπαν και οι ένστολοι που υπήρχαν είχαν πολλή δουλειά για να της δώσουν σημασία. Ακούμπησε τον καφέ πάνω στο γραφείο της κοπέλες και ύστερα με μια γρήγορη κίνηση τον έσπρωξε πάνω στα έγραφα που είχε τοποθετημένα προσεκτικά πάνω. 

''Ουπς'' αναφώνησε και χαμογέλασε διαβολικά. Αμέσως απομακρύνθηκε από την σκηνή του εγκλήματος σκεπτόμενη πως εάν η Μοράλεζ την έπιανε θα την έβαζε φυλακή. Βέβαια ήταν πολύ δελεαστικό να παρακολουθήσει την Μοράλεζ να προσπαθεί να εξηγήσει στους υπόλοιπους τον -για ακόμα μια φορά χαζό- λόγο για τον οποίο θα την είχε πετάξει πίσω από τα σίδερα. 

Μπαίνοντας βέβαια μέσα στο ασανσέρ βρήκε μέσα τον αρχηγό του τμήματος, κύριο Μπρούκς. Ήταν ένας μαύρος άντρας αρκετά μεγαλύτερος -ηλικιακά και σωματικά-  από εκείνη που ήταν σχεδόν πάντα σοβαρός, στωικός και βαρετός. Στεκόταν σοφός σαν ιτιά λες και μπορούσε να ακούσει τις σκέψεις των πάντων. 

'' Όι '' του αποκρίθηκε η Αμέλια και έβαλε το χέρι της δίπλα στο κούτελο της κάνοντας του ένα σινιάλο ''Τι τρέχει καπετάνιε;''. 

''Καλησπέρα δεσποινίς Άντερσον'' της αποκρίθηκε και κούνησε λίγα εκατοστά το κεφάλι του. 

''Αμέλια, κύριε'' τον διόρθωσε ''Σας έχω πει τόσες φορές, εμείς οι δύο είμαστε φιλαράκια''. 

Η αλήθεια ήταν πως η Αμέλια τους τελευταίους μήνες είχε έρθει κοντά με τον μεγαλύτερο άντρα. Τον γνώριζε ήδη φυσικά, εξαιτίας της σχέσης της με την Μοράλεζ όμως τώρα πια μπορούσε να πει ότι τον ήξερε πραγματικά -γεγονός για το οποίο περηφανευόταν συνέχεια στην Μοράλεζ-. Ο κύριος Μπρούκς μαζί με τον άντρα του είχαν έρθει σε πολλές εκθέσεις της σχολής της Αμέλια και όταν κάποια μέρα ο κύριος Μπρούκς της είχε εξομολογηθεί τον θαυμασμό του για ένα συγκεκριμένο έκθεμα τον πήγε σε μία άλλη έκθεση στο ΜΟΜΑ. Ύστερα ακολούθησε κι άλλη και ύστερα από άλλες τόσες έγιναν φίλοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να κανονίζουν να πηγαίνουν μαζί σε εκθέσεις τέχνης και καμιά φορά για ένα πρωινό για να γράφουν αρνητικές κριτικές. 

''Αμέλια'' της αποκρίθηκε ''Πήγαινα στην ταράτσα να πάρω λίγο αέρα, θες να έρθεις μαζί μου''. 

''Κύριε, ναι κύριε!'' του αποκρίθηκε γελώντας και πάτησε το κουμπί για την ταράτσα. 

''Πως είναι ο Ρόμπερτ;'' ρώτησε η Αμέλια και παρατήρησε το προφίλ του αρχηγού. 

''Απασχολημένος στο νοσοκομείο'' απάντησε λιτά και η Αμέλια δεν ρώτησε παραπάνω. 

Όταν το ασανσέρ έφτασε τον τελευταίο όροφο βγήκαν έξω στην ξεχασμένη ταράτσα του κτιρίου. Στο πάτωμα υπήρχαν μαύρες κηλίδες, κάποια παλιά σίδερα και γόπες. Βέβαια πέρα από την εικόνα της ταράτσας απλωνόταν το Μπρούκλιν στο οποίο και εστίασε η Αμέλια. 

Αν και το κτίριο ήταν ψηλό, υπήρχαν ακόμα ψηλότερα που τους σκίαζαν και τους υπενθύμιζαν που βρίσκεται ο ουρανός και που εκείνοι. Η Αμέλια πλησίασε την άκρη και λύγισε πάνω στο καυτό τσιμέντο παρακολουθώντας την κίνηση της λεωφόρου. Σκέφτηκε πως θα ήταν όμορφη εικόνα για φωτογραφία όμως αμφέβαλλε αν θα μπορούσε καμία κάμερα να προλάβει να φωτογραφίσει τους Νέο Υορκέζους, που το καθημερινό τους γρήγορο περπάτημα μπορούσε να συμπεριληφθεί σε ασκήσει για μαραθωνοδρόμους. 

Οι άνθρωποι περπατούσαν γρήγορα χωρίς να κοιτάξουν πίσω ή να σταθούν και να σκεφτούν, λες και ήταν σίγουροι για τα πάντα, λες και τίποτε δεν μπορούσε να τους σταματήσει. Τα αυτοκίνητα φυσικά ήταν ακίνητα, κοκαλωμένα λόγω της καθημερινής κίνησης που κάθε φορά που το φανάρι άλλαζε σε πράσινο άρχιζαν να κορνάρουν. Τα χρώματα ήταν αρκετά, αυτό όμως που κυριαρχούσε ήταν το χρυσό σε κάθε του απόχρωση · το χρυσό του ήλιου που ακουμπούσε και ζέσταινε το πεζοδρόμιο ή το τσιμέντο από τους ουρανοξύστες, το χρυσωπό των αμέτρητων ταξί και της της κάποτε καφέ όμως τώρα πια ζεστής κίτρινης μπογιάς διάφορων κτιρίων. 

''Λοιπόν'' του αποκρίθηκε αλλάζοντας το βάρος της μπρος και πίσω με τα χέρια της πάνω στο τσιμέντο που χώριζαν εκείνη και την πόλη ''Γιατί είστε ανήσυχος σήμερα;''. 

''Προβλήματα στο τμήμα'' της απάντησε και έβγαλε το καπέλο του. 

''Κατάλαβα'' ξεφύσησε η Αμέλια ''Τα προκαλεί όλα η Μοράλεζ, ε;''. 

Ο αρχηγό αγνόησε το σχόλιο της Αμέλια όπως έκανε σε κάθε καυγά που είχαν τα δύο κορίτσια μεταξύ τους ''Έχουμε τους ομοσπονδιακούς πάνω από τα κεφάλια μας με αυτήν την υπόθεση για τα ναρκωτικά και...πρέπει να την λύσουμε''. 

''Αλλιώς τι;''. 

''Αλλιώς θα μας την πάρουν'' απάντησε ο αρχηγός και έσμιξε τα φρύδια του ''Και είναι μεγάλη υπόθεση''. 

''Ε, και;'' ανασήκωσε τους ώμους της η ξανθιά κοπέλα ''Όλο και κάποιος άλλος έμπορος ναρκωτικών θα καταλήξει στα χέρια σας''. 

''Φοβάμαι μήπως κλείσει το τμήμα'' ομολόγησε γρήγορα ο αρχηγό, το βλέμμα του κολλημένο στην πόλη. 

''Τι;'' τσίριξε η Αμέλια ''Γιατί; Πως; Δεν γίνεται να σας κλείσουν, που να σας πάνε;''. 

''Θα σκορπιστούμε όλοι στα υπόλοιπα τμήματα'' της απάντησε ''Τα κεντρικά γραφεία αποφάσισαν πως θα κάνουν περικοπές και μιας και μοιραζόμαστε περιφέρεια κοντινή με το 79 θα κλείσουν μάλλον ένα από τα δύο. Βέβαια μπορεί να κλείσουν το 45ο ή το 46, μιας και αυτά μοιράζονται περιφέρεια αλλά τίποτε δεν είναι σίγουρο'' έκανε μία παύση ''Για να κρατήσουμε σίγουρη την θέση μας χρειαζόμαστε μία νίκη, αυτή η νίκη θα έρθει με αυτήν την υπόθεση''. 

''Ποιους έχετε βάλει;'' τον ρώτησε ''Αν κάνει να πείτε φυσικά''. 

''Την Μαρτορέλι...-''. 

''Ω Θεέ μου'' αναφώνησε η Αμέλια. 

''Τον Μίλερ...-''. 

''Κουλ''. 

''Και την Μοράλεζ'' τελείωσε ο αρχηγός και η Αμέλια έμεινε για λίγο σιωπηλή. 

''Μην ανησυχείτε'' του αποκρίθηκε ''Ο Μίλερ και η Μοράλεζ είναι οι πιο έξυπνοι και με την μεγαλύτερη ψύχωση για υποθέσεις εκεί πέρα, η Μαρτορέλι θα κάνει τα πάντα για να μείνει σε αυτήν την δουλειά''. 

''Ναι;'' ρώτησε ο αρχηγός ''Κάθε μέρα λέει ότι μας μισεί, πάντα είναι στο κινητό της''. 

''Μπα'' αναφώνησε χαμογελώντας η Αμέλια ''Η ομάδα είναι η οικογένεια της, σας αγαπάει πολύ για να σας αφήσει να σας βασανίζει και να σας προσβάλλει κάποιος άλλος''. 

''Συγνώμη που άρχισα να στα λέω όλα αυτά, δεν είναι ο λόγος που σου είπα να έρθει μαζί μου'' της εξομολογήθηκε ο αρχηγός. 

Η Αμέλια δεν τον ρώτησε, απλά τον κοίταξε και περίμενε να της εξηγήσει. 

''Αύριο εγώ και ο Ρόμπερτ θα πάμε να επισκεφτούμε την μαμά του που είναι στο νοσοκομείο. Έσπασε τα πλευράς της πέφτοντας καθώς πήγαινε να βγει από το λεωφορείο''. 

''Νόμιζα πως ήταν σκύλα'' τον διέκοψε η Αμέλια. 

''Είναι'' συμφώνησε ο αρχηγός ''αλλά είναι η μητέρα του. Οπότε αναρωτιόμουν αν αύριο το απόγευμα θα μπορούσες να προσέξεις την Άντζι;''. 

''Δεν θέλει να δει την γιαγιά της;''. 

''Όχι ιδιαίτερα''. 

''Τι ώρα να περάσω;'' ρώτησε η Αμέλια ''Κατά τις έξι είναι καλά;''. 

''Ναι'' της απάντησε ''θα γυρίσουμε το βράδυ, κατά τις δώδεκα και μισή''. 

''Τέλεια'' χαμογέλασε η Αμέλια ''Θα είμαι εκεί''. 


♥ author's note ♥

Κανονικά τα updates θα έρχονται κάθε Κυριακή όμως επειδή η φιλοσοφική είναι κλειστή αυτές τις μέρες και επειδή αυτό και το επόμενο αλληλοσυμπληρώνονται είπα να ανεβάσω αυτό σήμερα. Επίσης θα ήθελα να πω πως κάθε μου γνώση για την αστυνομία προέρχεται από σειρές και από μία γρήγορα έρευνα στο site της nypd so be kind. 

Ευχαριστώ όλους όσους μέχρι τώρα έχετε δείξει ενδιαφέρον στην ιστορία. It means the world to me my babies ♥ Τα λέμε την Κυριακή, until then read and write, peace xo xo xo ♥

Lanjutkan Membaca

Kamu Akan Menyukai Ini

233K 10.9K 48
> είπα με την γλυκιά μου φωνή > Πλέον ένιωθα την αναπνοή του στα χείλη μου. > #03 in #love out of 9,93K 22/12/2019 #07 in #έρωτας out of 3,71K 14/09...
278K 9.4K 50
Η Βικτόρια Μίλερ, στους φίλους Βι ,είναι 18 ετών, μαθήτρια της τελευταίας (12ης) τάξης του high school (λυκείου) και μένει με τους γονείς της και τον...
820K 4.4K 4
''Όταν λες να χορέψω για να δουλέψω εδώ, εννοείς να κάνω στριπτίζ;''τον ρώτησε έντονα και τα μάτια της σχεδόν πετάχτηκαν από την έκπληξη. ''Ναι. Δέ...
185K 13.8K 40
Η Άλισον είναι ένα 17χρονο κορίτσι της τρίτης λυκείου. Της αρέσει να κάθεται σπίτι βλέποντας ταινίες, σειρές και διαβάζοντας βιβλία. Είναι χαμηλών τό...