Τον παρατηρούσε. Ήθελε να τον πλησιάσει αλλά φοβόταν. Και αν δεν ήθελε; Αν ήθελε να μείνει μόνος του αυτή τη στιγμή; Αν σκεφτόταν κάτι σημαντικό; Κι όμως, τι να ήταν αυτό που ξαφνικά τον μετέτρεψε έτσι;
Έβγαλε τα πέδιλά της. Ήθελε να βγάλει και τα ρούχα της αλλά σε μια στιγμή δείλιασε. Ντρεπόταν, κακά τα ψέματα..Όμως ήθελε να φτάσει κοντά του, δίπλα του. Οι πατούσες της ακούμπησαν το νερό. Ανατρίχιασε καθώς ήταν παγωμένη. Έκανε λίγα βήματα κάθε φορά, μέχρι που βούτηξε ολόκληρη. Κολύμπησε και έφτασε από πίσω του. Η ανάσα της βαριά καθώς είχε μείνει αρκετή ώρα κάτω από το νερό αλλά, δεν είχε συνηθίσει ακόμη και την θερμοκρασία..
《Γιατί ήρθες;》την ρώτησε ήρεμα. 《Ήθελα να είμαι δίπλα σου》του απάντησε χωρίς ντροπή και την κοίταξε πάνω από τον ώμο του. 《Δεν χρειαζόταν》σταύρωσε τα χέρια στο στήθος του. 《Δεν με ενδιαφέρει》του είπε σοβαρή και τον άγγιξε στην πλάτη. 《Γιώτα σε παρακαλώ, φύγε. Όχι αυτή τη στιγμή》της είπε και έκλεισε τα μάτια του. Δεν το έβαζε κάτω όμως. Πήγε μπροστά του και ξέδεσε τα χέρια του. Κόλλησε το σώμα της απάνω του και εκείνη την ώρα ο Άρης άνοιξε τα μάτια του. Είχε ανέβει απάνω του και τον αγκάλιαζε. Παραξενεύτηκε. Καμιά δεν του το είχε κάνει αυτό. Δεν είχε επιμείνει. Κι όμως, είναι εδώ τώρα μια γυναίκα που τον νοιάζεται. Τύλιξε και εκείνος τα χέρια του γύρω από την μέση της. Τότε παρατήρησε ότι ήταν μόνο με τα εσώρουχά της. 'Ω θεέ μου' σκέφτηκε και προσπάθησε να συγκρατηθεί αλλά άδικος κόπος. Την άκουσε να χαχανίζει. 《Δεν φταίω εγώ που είσαι με αυτά》της ψιθύρισε και εκείνη κοκκίνισε. 《Δεν ήθελα να βραχούν τα ρούχα..》του είπε και ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του.
Εκείνος χαμογέλασε..《Δεν κατεβαίνεις από πάνω μου;》την ρώτησε μετά από λίγο. 《Μπα..μ' αρέσει εδώ.》του απάντησε. 《Κοίτα. Το ξέρω ότι με ποθείς αλλά συγκρατήσου λίγο》της είπε και την άκουσε να γελάει. Έβγαλε τα πόδια της από την μέση του και κοιτάχτηκαν στα μάτια. 《Είσαι όμορφη..》της χάιδεψε το μάγουλο και του χαμογέλασε στραβά. 《Το ξέρω》του είπε και γέλασε. 《Δεν ντρέπεσαι λιγάκι;》την ρώτησε και έβαλε τα χέρια του πλάγια στη μέση της. 《Καθόλου》είπε και κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. Την έφερε κοντά του. 《Δεν μου ξεφεύγεις..》της είπε με ένα πονηρό βλέμμα. 《Δες με》του χαμογέλασε αινιγματικά και εκείνος έσμιξε τα φρύδια του.
Αφού τον είδε πλέον χαλαρό, το εκμεταλλεύτηκε και ξέφυγε από τα χέρια του. Άρχισε να κολυμπάει προς τα έξω και ήταν έτοιμη να ακουμπήσει την άμμο. Όταν ένα χέρι τράβηξε το πόδι της και την έκανε να βυθιστεί πάλι μέσα στο νερό. Την σήκωσε απάνω και την κόλλησε πάλι απάνω του. Και από τους δύο έτρεχαν νερά σε όλο τους το σώμα και κοιταζόντουσαν στα μάτια βαριανασαίνοντας. Πλησίασε το πρόσωπό της..《Δεν πάμε έξω; Κρύωσα..》κατάφερε να πει λίγο πριν τα χείλη τους ενωθούν. Η αλήθεια είναι ότι ο Άρης απογοητεύτηκε λίγο αλλά δεν ήθελε να το δείξει. 《Μάλιστα κυρία μου》της είπε θεατρικά. Την πήρε σε στυλ νύφης και για μια στιγμή η Γιώτα τρόμαξε. Τσίριξε και τύλιξε τα χέρια της, γρήγορα, γύρω από το λαιμό του. 《Πωπω, αν είναι να το ξανακάνεις αυτό να ξέρω να μην σε ξανασηκώσω..》είπε και καλά θυμωμένος μόλις την κατέβασε.
Τον αγριοκοίταξε αλλά δεν είπε τίποτα. 《Πως θα φύγουμε;》την ρώτησε και κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. 《Πετώντας》του είπε και εκείνος άρχισε να κάνει την μαϊμού 'για το αστείο' που πέταξε. 《Δεν είσαι αστείος》του είπε σοβαρά και εκείνος σταμάτησε κοιτώντας αλλού. 《Άιντε πάμε πριν αρχίσει να φυσάει》του είπε. 《Έξυπνη ιδέα αλλά εσύ θα κυκλοφορήσεις με τα εσώρουχα μόνο;》την ρώτησε. 《Θα σε χάλαγε κιόλας..》είπε ψιθυριστά. 《Είπες κάτι;》την ρώτησε. 《Λέω! Μπορούμε να φορέσουμε τα ρούχα, και ας κολλάνε απάνω μας.》είπε και εκείνος στένεψε τα μάτια του.
Άρχισαν να προχωράνε. Πέρασαν το μαγαζί, την πλατεία, το πάρκο και έφτασαν σπίτι της. 《Ωχ παναγία μου》αναφώνησε και απλώθηκε σαν το χταπόδι στον καναπέ. 《Εεε. Άιντε σήκω να μπεις για μπάνιο!》τον σκούνταγε. 《Μπες εσύ πρώτη μιας και είναι δικό σου το σπίτι ρε Γιώτα. Άσε με..》γκρίνιαξε και εκείνη στριφογύρισε τα μάτια της.
Μπήκε στο δωμάτιό της και πήρε την πετσέτα. Βγήκε έξω και τον είδε να κοιμάται. Αναστέναξε και κατευθύνθηκε προς το μπάνιο. Το ζεστό νερό που έπεφτε με ορμή απάνω στο σώμα της, την έκανε να χαλαρώσει κατευθείαν. Σκεφτόταν τι είχε γίνει εδώ και μια εβδομάδα περίπου. Η ζωή της είχε αλλάξει κατά πολύ. Ούτε την φίλη της, την Αθηνά δεν είχε δει αν και τις προάλλες στο τηλέφωνο φάνηκε αρκετά περίεργη. Ποιος ξέρει;
《Γιώτα τελειώνεις;》άκουσε την φωνή του από το σαλόνι. 《Εδώ είμαι》του απάντησε και εκείνος σήκωσε το κεφάλι του. Την είδε στο χολ να έρχεται προς το μέρος του. Φορούσε τις μπιτζάμες της με ζωάκια και τα μαλλιά της ήταν βρεγμένα. Κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες να μην γελάσει. Κι όμως δεν πέτυχε. 《Γιατί γελάς;》τον ρώτησε και σταύρωσε τα χέρια στο στήθος της. 《Με σκυλάκια; Σοβαρά;》την ρώτησε γελώντας και εκείνη στριφογύρισε τα μάτια της, ξανά. 《Δεν μπαίνεις για μπάνιο;》τον ρώτησε θυμωμένη και εκείνος την κοίταξε. 《Τι θα φορέσω μετά;》την ρώτησε. 《Θα σου βγάλω ρούχα》του είπε παίρνοντας το τηλεχειριστήριο στο χέρι της. 《Δεν νομίζω να μου κάνουν..》της είπε και του ξέφυγε ένα γελάκι. 《Θα το δούμε αυτό..》του είπε αιγματικά και άνοιξε την τηλεόραση.
《Που τα βρήκες αυτά;》της φώναξε και γύρισε το κεφάλι της. Στην αρχή κοκκάλωσε μιας και οι κοιλιακοί του ήταν σε θέα, έτρεχαν νερά από τα μαλλιά του και γύρω από την μέση του είχε μια πετσέτα. Ξεροκατάπιε και στο τέλος κατάφερε να τον κοιτάξει στα μάτια. 《Ποια;》τον ρώτησε. 《Τα ρούχα》της απάντησε και της τα έδειξε που τα κρατούσε στο χέρι του. 《Εμμ...στη ντουλάπα;》του είπε. 《Και γιατί ήταν αυτά εκεί μέσα;》την ρώτησε με ανασηκωμένο φρύδι. 《Και εσένα τι σε νοιάζει;》τον ρώτησε και έσμιξε τα δικά της. 《Απλώς ρωτάω. Κακό είναι;》την ρώτησε θυμωμένος. 《Είναι!》του φώναξε και σηκώθηκε όρθια. 《Πες μου ότι είσαι σαν και εκείνες τις πουτάνες που το κάνουν με τον έναν και με τον άλλον και αφήνουν τα ρούχα τους εδώ..》της είπε. Τον πλησίασε και η παλάμη της βρέθηκε με δύναμη στο μάγουλό του. Της έπιασε τους καρπούς. 《Τι έκανες;!》της είπε άγρια. 《Αυτό που σου άξιζε! Μαλάκα!》φώναξε και απελευθερώθηκε από την λαβή του.
Έτρεξε μέσα στο δωμάτιό της και κλείδωσε. Γύρισε την πλάτη της, στην πόρτα και σύρθηκε ως κάτω.
------------------------------------------------------
Χευυ. ΟΜΓ. φίλε πεινάω τόοσο πολύυυ που νομίζω πως βλέπω ένα κοτόπουλο δίπλα μου. Αα όχι περίμενε. Ο αδερφός μου είναι αυτός:(
Λοιπόνν καιι δεύτερο κεφάλαιο για σήμεραα. Λίγο κάπως χαχαχ.
Εικόνα: Ο Άρης στην θάλασσα.
Αυτάα. Αντίο σαςς:*
#ΝΤΟΝΑΤΣΑΚΙΑ #ΛΟΒΕΕ.♥♡
-Ροδ:3'