Το ματ των ανόητων

Oleh Eviesch12

2.1K 204 42

Δύο άνθρωποι. Ένα παιχνίδι σκάκι. Δύο μονάχα κινήσεις αρκούν για να βγει ένας νικητής και ένας χαμένος. Προσ... Lebih Banyak

Κάποιοι την λένε ζωή
Στοίχημα;
Μασάζ αγάπη μου..
Τα αισθήματα του
Ποιος είναι το τρίτο πρόσωπο..
Εγωισμός.
Κάποιος αναζητά.
Τανγκό
Θα τον σκοτώσω!
Περί μίσους και ηλιθιότητας
Ήσουν μαζί του!
Το ρεζιλίκι
Αδύναμοι
Δυνατοί
Τι θέλει ένας άντρας;
Φαντάσματα
Η καρδιά του
Προφητεία

Ήλιος και φεγγάρι

78 13 0
Oleh Eviesch12

- ......
Σιωπή...
Από Μακριά...
Ήχος μετάλλου να κοπανά σε μέταλλο.
Επαναλαμβάνεται βασανιστικα και με πλησιάζει.
Δυνατά και πιο δυνατά νιώθω να κοντοζυγωνει.
Κάτι με τυφλώνει...
Τίμημα.
Σταμάτα!
Η άσφαλτος.
Ένα γαλάζιο και άσπρο και μαύρο και κόκκινο φως.. άνθρωποι με αγγίζουν... κατι κόκκινο.. και πηχτό και..

- Τι σκατά μουρμουράς τόση ώρα;

- Ε;.. με έκοψες! Τώρα μου ερχόταν! Προσπαθώ να θυμηθώ το όνειρο που είδα χθες. Το νιώθω ήταν σημαντικό.. Να δεις που κάτι κακο θα γίνει.

- Γρουσουζιά πρωινιατικα. Τι χειρότερο μπορεί να γίνει; Όλα πάνε ήδη σκατα!

- Εσύ είσαι γρουσουζης. Επαναπαυσου, πες ότι δεν γίνεται χειρότερα και θα την πατήσεις. Το όνειρο πάντως.. δεν ξέρω.

- Μαλακίες. Απλά σταματα να μουρμουράς.

- Καλά αλλά να χεις το νου σου. Έχω κακό προαισθημα Σωτήρη..

- Δεν χρειάζομαι συμβουλές από εσένα.
Τα μάτια του κοιτάνε τον ουρανό από την ανοιχτή οροφή του αυτοκινητου και φορώντας τα γυαλιά του επαναφέρει την προσοχή του δρόμο.
Μια όμορφη ηλιόλουστη μέρα.
Όλα κυλάνε θεατρικά.. ομαλά.. εξαίσια παράσταση.
Δεν συζητήσαμε τιποτα για τα χθεσινά.Οι λέξεις δεν είναι η λύση στο μπλέξιμο μας.
Μείναμε ολόκληρο το βράδυ άυπνοι κοιτώντας τον άσπρο τοίχο του δωματίου.
Περίπλοκες σκέψεις που ούτε εγώ ήθελα να μοιραστώ ούτε εκείνος.
Κάποια στιγμή το ξημέρωμα με πήρε ο ύπνος όμως με ενα καλημέρα με ξύπνησε και επαναφερθηκαμε στους ρόλους μας.
Η υποχώρηση του να με πάει ως το σχολείο το μόνο στοιχείο που φανερώνει πόσο ράκος είναι. Ούτε να μαλωσουμε και να με στείλει με το ποδήλατο δεν είχε κουράγιο.

Ανησυχώ.

- Στις 2 θα μαι εδώ να σε πάρω.

- Σωτήρη μήπως

Πατάει γκάζι και φεύγει.
Εγώ φταίω που νοιάστηκα. Αφού ξέρω πως δεν αξίζει να νοιάζεσαι. Όχι πως νοιάστηκα. Δεν νοιαζομαι. Τέλος.
Ειναι ανυπόφορος. Ανυπόφορος.

....

- Ναι σας λέω τον συγχωρεσα. Αφού το έκανε για να μην με αποχωρίζεται. Θέλει να είναι εκτός από άντρας μου και οδηγός μου για να περνάμε όσο περισσότερο χρόνο γίνεται μαζί. Ξέρω ναι Αμέλια. Φυσικά και το κάνει μόνο για μένα Κύνθια. Έλα τώρα Ανδρομέδα. Να τος Ιωσηφίνα. Ναι Μαρία-Καστελα-Ερμιονη. Πρέπει να φύγω!

Ένα βήμα και νομίζω πως πνιγομαι.
Προσεύχομαι να είπα τα σωστά ονόματα και ξελυνω τη γλώσσα μου.
Μπαίνω μέσα και βάζω ζώνη. Βλέπω τις βλαμμενες να πλησιάζουν. Κουτσομπολες του σατανά! Παίρνουν μάτι!
Τι μάτι να πάρουν δηλαδή..

- Σωτήρη φίλα με.

- Άσε μας ρε Νεφέλη ακόμα δεν μπήκες στο αμάξι. Με κάνεις να μου λείπει το άντε ξεκινά ρε μαλακά που έλεγες τις πρώτες μέρες.

- Δεν αστειεύομαι φιλά με ρε μαλακα!

- Είπαμε αν με ξαναβρισεις θα

- Μας κοιτάνε Σωτήρη μου.. πονάει.. πιο απαλά το χεράκι. Σαν χάδι.. απαλά.. άντε όχι ντόπερμαν προσπάθησε τσιουάουα..

- Νεφέλη το παραξιλωνεις.

- Ενα στο μάγουλο εννοώ ρε βλάκα από εκεί θα φαίνεται κανονικό. Αλλιώς αγάπη μου αγιάτρευτη..

- Θα πληρώσεις αργότερα λατρεία μου απίστευτη...

Σμμμμμμμμμμμμμοοοουυυυυυυτσ!

Καλά για την ακρίβεια ένα σμουτσ πιο γρήγορο από εμένα όταν βλέπω προσφορά στο σούπερ μάρκετ ήταν αλλα αρκεί.
Σκουπίζω το μάγουλο μου κι εκείνος τις χειλαρες του.
Εντάξει έχει όμορφα χείλη..

- Το είδατε κορίτσια το ασβεστο το πάθος; Λιώνει για μένα. Δεν λιώνεις; Πες.. πες αγ

Γκαζωνει και όπως είχα σηκωθεί στη θέση του συνοδηγού και μιλούσα πάω να πέσω έξω.

- Για λίγο θα έπεφτα!!

- Συγγνώμη δεν υπολόγισα καλά το γκάζι. Την επόμενη φορά θα πατήσω πιο πολύ.

- Τόσες μέρες θέατρο, δεν αντεχες ένα λεπτό ακόμα;

- Αυτό δεν ήταν απλά θέατρο, ήταν τραγωδία.

- Καλά καλά. Πάντως από αϊκιου μέτρια πράγματα. Το πίστεψαν.

- Ενώ εσύ ξεφτέρι.

- Ακριβώς. Εξήγησε μου κάτι. Τι μανία έχετε οι πλούσιοι με τα περίεργα ονόματα. Ευτυχώς εσυ πως έτυχε έχεις νορμάλ.

- Δεν υπάρχει κάποια διαφορά. Εσεις εχετε μια μανία η μεσαία τάξη να ψάχνετε διάφορες με εμάς. Τι να σε λενε Γιώργο τι Κάρολο-Επαμεινώνδα.

- Καταλαβαίνεις πως μόλις ήρθες στα λόγια μου ε; Αν και δεν θα με αποκαλούσα μεσσαία τάξη πια.

- Κι εγώ δεν θα σε αποκαλούσα πλούσια για πολύ.

- Αυτό ασ' το πάνω μου. Δεν έχω να ανησυχώ για τίποτα.

- Δεν θέλω να ξέρω.

- Καλά κάνεις. Έχω μια ερώτηση..

- Περίεργο θα ταν να μη είχες!

- Πολιτικά που κλίνει η κοινωνικη μας τάξη;

- Αθώο μικρό μου σπουργίτι. Έχεις τόσα να μάθεις για την καπιταλιστική κοινωνία στην οποία υποτίθεται πως υπάρχεις.

- Δεν ξέρω για τη κοινωνία μα να και κάτι στο οποίο συμφωνούμε. Υποτίθεται πως υπάρχω. Μα ποιος ενδιαφέρεται;

- Εγώ δεν είμαι εδώ για να σου εξηγήσω την κακία γύρω μας. Μια συμβουλή έχω.. Φρόντισε να συνηθίσεις την αδιαφορία του κόσμου.

- Δεν κατάλαβες. Δεν έχω την ανάγκη να συνηθίσω την αδιαφορία κανενός. Ο κόσμος πρέπει να συνηθίσει τη δική μου αδιαφορία. Επειδή αδιαφορώ ειλικρινά. Για τα πάντα και για το τίποτα. Δεν με αγγίζει κάτι. Για αυτό δεν με καταλαβαίνεις.. Νομίζεις πως έχω πολλά να μάθω, μα γνωρίζω ήδη περισσότερα από εσένα.

- Όπως;

- Γνωρίζω τον εαυτό μου.
Γελά και με κοιτά.

- Είναι όμορφος;

- Είναι αποτρόπαιος.
Χτυπά το τηλέφωνο και το κλείνω γρήγορα. Το μυαλό ξεφεύγει από το θέμα και το βλέμμα του κυλά από το κινητό στα μάτια μου.
Σχιστό.. σκούρο.. βλοσυρό.. με εξετάζει.

- Ποιος ήταν;
Ρωτά και με κοιτά πια από τον καθρέφτη.

- Κανείς. Οι δικοί μου.

- Και γιατι δεν απάντησες;

- Έτσι.

- Μήπως ήταν ο "ξάδερφος";

- Είπαμε όχι. Και μην ξεχνάς εγώ είχα κανονίσει να βρεθούμε. Άλλο που πήραν άλλη τροπή τα πράγματα.

- Παρ'τον τηλέφωνο να βρεθούμε τώρα.

- Που να βρεθούμε τώρα; Με περιμένει η μητέρα να μου μάθει με τη Μάρθα να φτιάχνω ντολμαδάκια. Είναι αδύνατον. Δεν μπορώ.

- Φερτο εδώ.
Γκάζι. Φρένο. Σκόνη στον αέρα και το κινητό περνάει στα χέρια του.

- Πας καλά; Θες να μας σκοτώσεις; Και δώσε το κινητό!

Το αυτοκίνητο σταματά και η σκόνη εκτελεί με μεγάλη επιτυχία ελεύθερη πτώση.
Το χέρι του τεντώνεται στον αέρα μαζί με το τηλέφωνο.
- Να περιμένεις.

- Σωτήρη! Δώστο μου!

Με τεντωμένο το χέρι του πατάει πάνω στην τελευταία αναπάντητη.

- Έχεις ονομάσει την μάνα σου "Θεογκομενος". Πρώτον, αυτό μικρή είναι αιτία διαζυγίου και δεύτερον

- Μην το πατήσεις!
Τεντώνομαι, πατάω ακόμα και με τις γόβες στα δερμάτινα καθίσματα μα δεν σταματά! Γελά και το κουνα με μια εκνευριστικη επίδειξη ισχύος.. και διάπλασης.. καλά είμαι κοντή! Για να μην αντιδρά στα σημάδια από τις γόβες στα καθίσματα το έχει πάρει σοβαρά.

Το χέρι μου τεντώνεται στο δικό του, πιάνομαι από κοιλιακούς, ώμους, πλάτες, ορειβατώ στο κορμί του με στόχο το πολυπόθητο..
Κωλοκινητό!

- Μικρη πολύ πιάνεις μαζέψου.

- Δεν.. το. μμμ φτανω...! Κουράστηκα. Θα σου πατήσω τα αυτα τα ξέρεις ποια! Δώστο!
Λαχανιαζω και τεντώνομαι μια τελευταία φορά το ένα χέρι μου στον ώμο του, τα πόδια μου γονατιστά πάνω του, το στοιχειώδες στήθος μου υπό άλλες συνθήκες θα τον έπνιγε με τα πάλι υπό άλλες συνθήκες πλούσια ελέη του, όταν πάτα και ακούγεται να καλεί.

- Κλεισ'το βλάκα!
Παίρνω ανάσα και την αφήνω να σκάσει πάνω του.

- Ελπίζω να μην παρεξηγησει ο ξάδερφος αν ακούσει περίεργους ήχους της κομμένης ανάσας σου. Ε

Η φωνή από το τηλέφωνο τον κόβει.

- Έλα ζωή μου. Είμαι στο δρόμο μπορείς να βρεθούμε;
Το χέρι μου πιασμένο παραδίνεται.
- Ξαδερφουλη θα σε πάρω μετά κλειστο. Τώρα!
Φωνάζω όταν ο Σωτήρης κλείνει την ανοιχτή ακρόαση και βάζει το τηλέφωνο στο αυτί του.

- Ο ξάδερφος;
Μια παύση.. κάνω να κρυφακουσω μα τίποτα, έχει χαμηλώσει τον ήχο να ακούει μόνο αυτός. Έξυπνε βλάκα!
Το αυτί του κολλημένο στη μία πλευρά του τηλεφώνου, το δικό μου στην άλλη ενώ τα χέρια μου σφίγγουν τους ώμους του για στήριγμα. Πολύ γυμναστηριο... Κι αυτό το πουκάμισο.. στενό.

- Μάλιστα εσύ ξέρεις για εμένα. Δεν νομίζεις ηρθε η ώρα να σε μάθω κι εγώ; Σε δέκα στην καφετέρια που συναντήθηκες προχθές με τη γυναίκα μου.
Κλείνει το τηλέφωνο και πάω στοίχημα ο εξάδελφος δεν πρόλαβε να βγάλει άχνα.

Ένα πλάκωμα.
Το κακο προαίσθημα επιστρέφει.
- Σωτήρη άσε τις υποψίες και τις ανακρίσεις και πάμε σπίτι.

- Κρύβεις κάτι;

- Όχι..

- Έχεις κάτι να φοβάσαι;

- Όχι..

- Δεν έχεις να πεις τίποτα τίποτα;

- Είπα όχι!

- Ξεσκαρφάλωνε τότε και θα βγάλω εγώ την άκρη μόνος μου.

- Ξεσκαρφάλωνε;

Δείχνει το σώμα μου τυλιγμένο πάνω στο δικό του.
- Δεν θα το επαναλάβω άλλη φορά. Δεν είσαι ο τύπος μου μικρή.

Το χέρι του πιάνει το δικό μου και σαν να απενεργοποιεί βομβα το απομακρύνει από πάνω του.

- Αφού δεν είμαι ο τύπος σου τι σε πειράζει λίγη επαφή; Θα σε αφήνει απλά αδιάφορο. Εσύ είπες γνωρίζεις από αδιαφορία, πως επιβάλλεται στην εποχή μας.

- Εγώ όμως γνωρίζω και τον πόθο. Και όταν κάτι δεν είναι ποθητό, απλά δεν είναι μικρή. Κι εσύ δεν είσαι.

- Δηλαδή όταν δεν ποθείς κάτι θες απαραίτητα να μένει μακριά σου;

- Δεν το θέλω απλά. Το φροντίζω και άμεσα το κάνω πράξη. Ότι δεν θέλω, δεν επιτρέπω να μου επιβάλλεται.

- Πρέπει να με ποθείς πολύ τότε, έστω σίγουρα αυτό το συναίσθημα υποβόσκει...

- Από που το συμπερανες αυτό ιδιοφυία;

- Γιατί Σωτήρη όσο και να δοκιμάσεις, όσο πόθο δεν νιώθεις, ότι και να κάνεις, δύσκολα θα ξεμπερδεψεις με εμένα αγάπη μου.
Το χέρι μου στα κοντα κοντά γενιά του.
Με το που το βλέμμα του βρίσκει το δικο μου σταματά για δεύτερα προσπαθώντας να βρει κάποια αληθεια μέσα στην προσποίηση, τα χέρια του τυλίγονται γύρω μου με σηκώνουν και με αφήνουν σαν γομάρι στη θέση του συνοδηγού.

- Από εσένα δεν χρειάζεται να ξεφύγω. Θα φύγεις μόνη σου, έτσι συμφωνήσαμε. Όμως μέχρι τότε πρέπει αν θέσουμε έναν κανόνα. Τερμα τα αγγίγματα.

- Από εμένα δεκτό και μην αγχώνεσαι. Ξέρω πως δεν έχεις μάτια για άλλη εκτός από την Έλενα.

- Μην την πιάνεις στο στόμα σου!

- Ότι θέλω θα κάνω. Έχουμε δημοκρατία!

- Δεν γνωρίζεις καν τη σημασια της λέξης! Σοβαρά! Κοιτά ποια μιλαει! Μου καταπατας ασυστολα τα δικαιώματα!

- Α ναι;

- Ναι κωλοπαιδο!

- Ε μπράβο μου! Τώρα πάμε σπίτι!

- Μίλησα! Δεν πάμε.

- Καλά. Πάρε τηλέφωνο την μανούλα σου να δούμε αν θα επιτρέψει να χάσω την διάλεξη για τα ντολμαδάκια και τα λέμε μετά.

- Σιγά μην..

Χτυπά τηλέφωνο.
- Μάντεψε αγάπη μου.. Η μαμα σου.
Ένα χαμόγελο ανωτερότητας και ωριμότητας στο πρόσωπο μου, αγανάκτηση στο δικό του.

- Φερτην εδώ!! Έλα! Δεν είμαι θυμωμένος. Όχι είπα. Με την Νεφέλη θα. Ναι θα έρθουμε από το σπίτι μετ.. Ξέρω πως είναι συνταγή της προγιαγιάς.. Ναι.

Κλείνει το τηλέφωνο.
- Τι;

- Τι είπε;

- Τίποτα. Όλα κανονίστηκαν. Πάμε από το σπίτι να της πούμε πως θα μαγειρέψετε το βράδυ επειδή από το κινητό δεν άκουγε!

- Ότι από κοντά θα ακούσει.

- Έχω τον τρόπο μου.

- Απλά θα στείλω ένα μήνυμα να το ακυρώσουμε στον

- Τι κρύβεις;

- Κολλησες εκεί εσύ! Σου είπα δεν κρύβω τίποτα!

- Ωραία. Πάμε σπίτι να ξεμπερδευουμε με τη μάνα μου και μετά θα γνωρίσουμε τον ξάδερφο να δούμε αν λες αλήθεια! Το πολύ πολύ να τον στήσουμε κάνα πεντάλεπτο.

- Κάνε ότι θες! Εγώ αδιαφορώ.

Το αυτοκίνητο ξεκινά και το μυαλό λειτουργεί. Πρέπει να τον προειδοποιήσω.

Το φανάρι φαίνεται από μακριά πράσινο μα ο Σωτήρης σταματά και κοιτώ τον χαμό μπροστά μου.

- Τι γίνεται;

- Μάλλον τροχαίο. Θα στρίψω στον παράδρομο.

...

Η μητέρα πείστηκε με αντάλλαγμα το Σαββατοκυριακο να το περάσω στην κουζίνα μαζί της και με την Στέλλα. Ο Σωτήρης ευχαριστημένος με έσυρε στο αυτοκίνητο, έκλεισε την πόρτα και οδηγά προς το μαγαζί..

Τι σκατά θα κάνω!
Εγώ κινώ τα νήματα! Τι πάει στραβά και δεν μπορώ να τον σταματήσω.

- Σωτήρη σταματά. Πάμε πίσω.

- Έχουμε καθυστερήσει ήδη δέκα λεπτά. Θα περιμένει ο.. οποίος είναι.

- Είναι ο ξάδερφος μου και αν θες το πιστεύεις. Πάμε σπίτι αλλιώς

- Οταν κάτι επαναλαμβάνεται το συνηθίζεις και παύει να είναι τόσο τρομακτικό.

- Θες να έρθεις αντιμέτωπος με τις συνέπειες της έλλειψης φόβου σου; Ο φόβος σε βοηθά να επιβιώνεις. Άκου τη ώριμη.

- Ο πραγματικα ώριμος ανάμεσα μας σου λέει πως ο φόβος σε κάνει θύμα διάρκειας. Κι εγώ Νεφελακι δεν είμαι το θύμα σου. Θύματα υπάρχουν αρκετά στην ιστορία κι εγώ είμαι πολύ βρόμικος να σταθώ δίπλα τους. Θα πρέπει να με φοβάσαι όσο εύχεσαι να σε φοβάμαι.

- Α. Δι. Α. φορΩ!

- Χε. στη. ΚΑ! Αφού δεν έχεις τίποτα να πεις, ίσως μάθω κάτι για σένα από τρίτους.

Παραδίνομαι. Πρέπει να είμαι αισιόδοξη. Είναι έξυπνος. Μάστερ στο θέατρο έχω πάρει όμως με το σπαθί μου. Αισιοδοξία σπρώχνει μακριά δυσοίωνες σκεψεις.
Σχέδιο υπάρχει. Δεν υπάρχει τίποτα να φοβάμαι.

Μπλε και λευκό..
- Σωτήρη.. σου κάνει νόημα ο αστυνόμος.

- Τι έκανες πάλι βλαμμενο;;

- Αυτή τη φορά δεν έκανα τίποτα! Γενικως δεν έκανα τίποτα.. που πήγε το μυαλό σου;

- Όλο μιλάς μιλάς και ξέχασα ήρθαμε εδώ που είχε μαζευτεί ο κόσμος πριν. Γι'αυτό έκανε νόημα ο άνθρωπος.

Περιπολικό.. το περιπολικό μπροστά μας πάτα φρένο. Κόκκινα φωτα.. και γαλάζιο και άσπρο φως.. αναβοσβηνει.
Κατεβαίνουν και πάνε τρέχοντας εκεί που είναι μαζεμένο το πλήθος.
Ένα τέταρτο έχει περάσει και είναι ακόμα μαζεμένοι.

Οι άνθρωποι που τρέχουν..
Βγαίνω από το αμάξι και πλησιάζω.
Λευκό φως με τυφλώνει κοιτώντας τον ήλιο όπως προχωράω προς το τσούρμο.
Από το περιπολικό παρκαρισμένο στη σκιά παρότι είναι ακόμα μέρα φαίνεται λευκό και μπλε φως..
Η άσφαλτος.. φαίνεται να καίγεται από τον ήλιο. Οι άνθρωποι μιλάνε ασταμάτητα. Κάποιοι ανήσυχοι, κάποιοι αδιάφοροι. Προχωράω και ο Σωτήρης μπροστά μου πάει να ρωτήσει τι συνέβη.
Κάτι με τυφλώνει και το μάτι μου πέφτει σε ένα βραχιόλι πεσμένο στην άκρη. Η χρυσή αλυσίδα αντανακλούσε το φως στα μάτια μου και με προκαλούσε να την πλησιάσω.
Σκύβω και την παίρνω στα χέρια μου.
Νιώθω τη σκιά του Σωτήρη από πάνω μου. Φωνές γύρω μου.

- Είναι νεκρός;
- Ίσα που αναπνέει.
- Νέο παιδί.
- Πως έγινε;
- Δεν έχει ταυτότητα πάνω του.
- Γιατί να το κάνει κανείς αυτό;

Σηκώνομαι στα πόδια μου και πλησιάζω αργά παραμερωντας όποιον είναι μπροστά μου.

- Νεφέλη; Που πας;

Το χέρι ενός αστυνομικού με αγγίζει.
- Δεν μπορείτε να περάσετε από εδώ.

Πίσω από ένα παρκαρισμένο αμάξι τον βλέπω. Αιμόφυρτος. Κόκκινο, πηχτό αίμα απλωμένο βράζει στην καυτή άσφαλτο κι εκείνος αναίσθητος.

Ένα δευτερόλεπτο παραλυσης περνάει και μετά
- ΜΙΧΑΛΗΗΗ!!
Κραυγή βγαίνει από μέσα μου. Και αστυνομικοί με κρατάνε.
- ΜΙΧΑΛΗΗ!!

- Νεφέλη;
Το χέρι του Σωτήρη με αγγίζει και τους σπρώχνω όλους μακριά μου!

Κενό.
- ΜΙΧΑΛΗ!!!!

- ΝΕΦΕΛΗ! ΣΤΑΜΆΤΑ!

Σκίζω την ασπροκοκκινη κορδέλα, σπρώχνω τους ανθρώπους, τους αστυνομικούς, τους γιατρούς, τον Σωτήρη και τον σηκώνω στην αγκαλιά μου.

- Μιχάλη;

- Σήκωστε την. Πρέπει να τον πάμε γρήγορα στο

- Μην με αγγίζετε! Μην τον αγγίζετε!!

- Νεφέλη!
Ο Σωτήρης έρχεται και με σηκώνει στα χέρια του. Άνθρωποι ανεβάζουν τον Σπύρο σε φορείο και τον βάζουν στο ασθενοφόρο.

- ΑΦΗΣΕ ΜΕ! ΑΦΗΣΕ ΜΕ! ΣΩΤΉΡΗ!!

Τα χέρια του με σφίγγουν πάνω του, μα εγώ δεν νιώθω τίποτα! Μόνο θυμό και φόβο. Δεν κλαίω. Θέλω μόνο να με αφήσει να πάω κοντά του.

- Το χέρι σου.

Αίμα κυλά στο χέρι μου, όπως εσφιγγα την αλυσίδα του Μιχάλη.
- Εγώ του την είχα κάνει δώρο.

- Νεφέλη ηρέμησε.

- Άφησε με κάτω και ακόλουθα στο ασθενοφόρο. Σωτηρη.. σε ικετεύω.

...

Βήματα πανω κάτω στον διάδρομο.
Η μυρωδιά του νοσοκομείου με κάνει να ανακατευτω. Κάθομαι στην πάτωμα και ο Σωτήρης ερχεται από πάνω μου.

- Δεν ήταν ξάδερφος σου.

- Ήταν.. Είναι! Το μόνο καλό στη ζωή μου.

- Νεφέλη

Ο γιατρός βγαίνει και ερχεται προς τα εμάς.
- Δεν μπορώ να σας πω τίποτα ακόμα. Περάσαμε την πρώτη αιμορραγία μα το χειρουργείο συνεχίζεται.

- Τότε γιατί είσαι εδώ! Πήγαινε καντον καλά!

- Εσείς τι του είστε;

- Άγνωστοι!
Λέω και ο Σωτήρης με κοιτά, όπως και ο γιατρός.
- Εννοώ τον γνώρισα πριν λίγες μέρες. Ξέρω μόνο το μικρό όνομα του.

- Καλώς.
Ο γιατρός επιστρέφει στο χειρουργείο κι εγώ πέφτω ξανά στο πάτωμα. Ο κρύος τοίχος μου παγώνει το σώμα, μα στέκομαι εκεί για τιμωρία.

- Ψέματα. Κι άλλα ψέματα.

- Μάθε να ζεις με αυτά, με την αδιαφορία, με τον εγωισμό, με την ζήλεια, με την υποκρισία, με τον θάνατο, με την κακιά, με τις ενοχές, με όλα Σωτήρη. Όλα αυτά! Όλα!

- Νεφέλη μην

Σηκώνομαι πάνω και πάω κοντα του. Τα μάτια μου τον σκοτώνουν με μανία!

- Πως τολμάς και μιλάς! Πως τολμάς και λες έστω και μια κουβέντα! Εσύ φταις! Εσύ του είπες να συναντηθούμε. Στην καφετέρια πήγαινε! Στο επόμενο τετραγωνο ήταν να συναντηθούμε! Έκλεισες το τηλέφωνο και μετά συνέβη ότι συνέβη. Περάσαμε από μπροστά εκείνος πέθαινε κι εμείς δεν καταλάβαμε τίποτα. Και γιατί; Γιατί; Γιατί ήθελες να δεις τι κρύβω. Δεν κρύβω τίποτα και να έκρυβα δεν θα το μάθεις ποτέ. Η δική σου περιέργεια, αντί να σκοτώσει εσένα σκοτώνει εκείνον.

- Μην με κατηγορείς γι'αυτό. Δεν έχω καμία σχέση.

- Ναι εσύ δεν ευθύνεσαι ποτέ για τίποτα. Όλοι γύρω σου ειναι κακοί και σε πληγώνουν τον άγιο. Αν πάθει κάτι θα πληρώσεις για όλα!

- Τι σου ήταν;

- Σταματα να μιλάς λες και έχει πεθάνει!
Μια μπουνιά στο στήθος του βρίσκει τον στόχο της, αφού αποφασίζει να μην την εμποδίσει.
- Ένιωσες καλύτερα;

- Όχι!
Τον χτυπάω ξανά και ξανά και ξανά. Με μανία. Χωρίς έλεος. Αυτός φταίει!!

- Νεφέλη! Σταμάτα Νεφέλη!
Τα χέρια του σταματούν τα δικά μου.

- Το πιθανότερο είναι να πεθάνει.

Τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα. Κάτι νιώθω να με καταβροχθίζει και να γίνομαι πολύ μικρή. Έτοιμη να τυλιχγω στο σκοτάδι.

- Μην! μιλάς! Μην μιλάς!

- Αυτό που θέλω να πω είναι πως ότι και να συμβαίνει να μην χάνεις την ελπίδα σου.

Σφιγγω τα χέρια μου και ηρεμώ..
Ηρεμεί κι εκείνος.
Κάθομαι στην καρέκλα δίπλα μου κι αυτός γύρνα και με κοιτά.

- Η ελπίδα, η τύχη, όλα.. είναι για τους πλούσιους, εγώ πρεπει να φτιάξω τη δική μου τύχη.

- Η πίστη όμως είναι για όλους.

- Πίστη; Γελάω απλά γελάω. Σωτήρη; Πίστη σε τι; Στον Θεό; Ποιο θεό; Έχουμε γεμίσει θεούς! Γιατί να πιστέψω πως κάποιος άλλος ελέγχει την τύχη μου; Δεν έχω τύχη για να μου την ελέγξουν. Δεν έχω καν ζωή για να μου την έχουν δώσει. Το είπες και ο ίδιος. Απλά υπάρχω. Έχω μόνο ατυχία!

- Που πας;

- Φεύγω. Ειναι νεκρός. Κι αν δεν είναι, θα είναι στο επόμενο πεντάλεπτο. Γιατί άνθρωποι σαν εμένα και εκείνον δεν έχουμε θεό να μας προστατέψει. Ή σήκω ή κάτσε περίμενε εκεί.

....

Περιμένω στο αυτοκίνητο. Δεν έχω δύναμη να περπατήσω. Εκείνος ήθελε να περιμένει. Ας περιμένει. Όχι πως τον ενδιαφέρει. Δεν ξέρω τι με ενδιαφέρει εμένα πια. Νομίζω κουραστηκα. Ήταν δύσκολη μέρα. Ανοίγω το παράθυρο παίρνω ανάσα. Δεν μου την έδωσε κάνεις. Μόνη μου την διεκδικώ για να επιβιώσω. Και είμαι σίγουρη πως όλο και με κάποιο τρόπο θα πληρώσω που τόλμησα να επιβιωσω και σήμερα.
17 χρόνια επιβιώνω. 17 χρόνια πληρώνω.

Το 7 είναι ο τυχερός μου αριθμός. Επόμενος το 2.
Η ανάσα ειναι ο καθημερινός στόχος μου.
Η ελευθερία ο μακροπρόθεσμος μου.

Μια μαργαρίτα την μαδάνε για να δουν αν αγαπιούνται ή όχι. Εγώ την μαδαω για να πεθάνει κι αυτή.

Η πόρτα ανοίγει απότομα και με τρομάζει.
Ο Σωτήρης μπαίνει μέσα και κάθεται στη θέση του.
Στέκεται για λίγο. Τον νιώθω να με κοιτά μα σύντομα γυρνά και βάζει το κλειδί στη μίζα.

- Πέθανε. Έτσι δεν είναι;

Δεν απαντά.
Το αυτοκίνητο παίρνει μπρος και ξεκινάει.

Κοιτάω έξω. Άνθρωποι. Πολλοί άνθρωποι. Ξένοι μεταξύ τους ακόμα κι αν γνωρίζονται. Βλέπω τη θάλασσα.

- Πήγαινε με στη παραλία που φαίνεται από το δωμάτιο.

- Νεφέλη;

- Δεν σε πιέζω, δεν σε διατάζω. Μπορείς να σταματήσεις και να κατέβω εδώ.

- Πάμε.

Το αυτοκίνητο λιγα μέτρα μακριά από εκεί που σκάνε τα μικρά κύματα.

- Βραδυασε.

- Νύχτωσε.

- Όμως το κακό έγινε στο φως του ήλιου.

- Το σκοτάδι δεν είναι κακό. Εμείς το θεωρούμε δυσοίωνο.

- Έχω αδυναμία στο σκοτάδι. Μπορεί να βγάλει έξω όλη τη μοναξιά μου.

- Πέθανε Νεφέλη.

- Μεγάλη μοναξιά. Φρικαλέα. Αποκρουστική.

- Είχατε σχέση;

- Σε ρουφάει μέσα της κι εσύ δεν έχεις να κάνεις τίποτα από το να της παραδοθείς. Κανείς δεν της πάει κόντρα. Ούτε οι θεοί σου Σωτήρη.

- Νεφέλη θέλω να σε καταλάβω!

- Δεν θες. Κανείς δεν θα το ήθελε.

- Πληγωμένη, μόνη, απρόβλεπτη. Αυτό μου βγάζεις αυτή τη στιγμή. Αυτό; Είναι αληθινό;

- Δεν ξέρω. Ίσως. Ξέρεις είσαι πολύ κακος.

- Κακός;

- Ναι. Κακός. Έπρεπε να με αφήσεις μόνη. Το να είσαι εδώ τώρα και αύριο να χαθείς είναι κακία.

- Και να θέλω να χαθώ είμαι σίγουρος πως θα με βρεις.

- Βαρέθηκα να ψάχνω τόσα χρόνια.

- Τι;

- Ανθρώπους, κρατήματα, απαντήσεις.. έναν λόγο να γίνει η ζωή πιο υποφερτή. Αυτό δεν ψάχνουν όλοι;

- Δεν ξέρω. Εγώ δεν έχω απαντήσεις πια.

- Πέρασες από εκείνον;

- Ναι.

- Και;

- Τίποτα. Δεν ξέρω τι θέλω να γίνει. Ίσως άμα μιλούσα να τελείωναν όλα.

- Να μην μιλήσεις. Κάνε υπομονή λίγο καιρό. Και μετά θα είμαστε και οι δύο ελεύθεροι.

- Εγώ Νεφέλη μπορώ ανα πάσα στιγμή να καω. Αυτό δεν καταλαβαίνεις.

- Εσύ δεν μου έλεγες να έχω πίστη; Άντε να σε δω εσένα και το θεό σου. Εγώ δεν έχω άλλη δύναμη σήμερα. Σήμερα έχασα το μόνο μου στήριγμα, αυτό ήταν για εμένα αυτός ο άνθρωπος. Ειναι ένα τέλος. Ένας τερματισμός και μια εκκίνηση. Δεν με νοιάζει τίποτα.

- Τι κάνεις;

- Δεν με κρατά τίποτα. Το μόνο πράγμα για το οποίο ανησυχούσα χάθηκε.

Βγάζω τα ρούχα μου και μένω με τα εσώρουχα μου.

- Που πας;

- Υπό μια έννοια είμαι ελεύθερη. Αδέσμευτη από κάθε συναίσθημα. Θέλω να νιώσω τη θάλασσα στο δέρμα μου. Νιώθω πως καίω.

- Νεφέλη!

- Έλα και εσύ Σωτήρη.
Το πόδι μου αγγίζει το νερό και ανατριχιάζω. Βλέπω τη ρώγα μου να διαγράφεται από το λεπτό σουτιέν και γυρνάω προς το μέρος του.
Κι εκείνος το είδε. Το βλέμμα του έχει καρφωθεί στο σώμα μου.

- Αδιαφόρησε για τα πάντα και έλα. Έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις;

Σηκώνεται. Ξεσφιγγει την γραβάτα. Και την παίρνει ο αέρας.

- Μείον μία..

- Θα μου πάρει καινούρια η γυναίκα μου.

Τα χέρια του προσπαθούν να ξεκουμπωσουν τα κουμπιά του πουκαμίσου του μα αργεί.
- Κρυώνω ρε Σωτήρη. Έλα εδώ.
Πάω κοντά του και τον βοηθαω.

- Ψηλωσες;

- Όχι. Εσύ βουλιάξες στην άμμο.

Το στέρνο του ελεύθερο το αγκαλιάζει ο αέρας που παρασέρνει μέσα μου το άρωμα του όταν τον ακουω να σκέφτεται ότι εγώ γι'αυτόν.

- Μυρίζεις όμορφα Νεφέλη.

- Εσύ οικεία.
Ψελλίζω και τον πλησιάζω κι άλλο.
Νιώθω σαν να ζούσα πάντα με την αίσθηση αυτού του αρώματος. Το πρόσωπο μου γέρνει στο στήθος του και τον μυρίζω.
Το χέρι του ακουμπά τα μαλλιά μου και προσπαθεί κι εκείνος να με απομνημονεύσει.
Νιώθω κάτι περίεργο, ελεύθερο, ενθουσιασμένο, υπέροχο, τρομακτικό.

- Κλάψε. Αυτό είναι το ανθρώπινο όταν πονάς. Πάψε να κρύβεσαι.

- Δεν νιώθω άνθρωπος. Δεν ξέρω πως είναι. Δεν κλαίω. Ειναι αδυναμία.

Τα χέρια του απωθούν τα δικά μου που αργα τον ξεντυνα και ανοίγουν το υπόλοιπο πουκάμισο με μιας.
Τον κοιτάω. Το δέρμα του δείχνει βελούδινο φωτισμένο με το λιγοστό φως μέσα στο σκοτάδι.
Τα χέρια του με σηκώνουν στην αγκαλιά του και προχωράει αργά προς τη θάλασσα.
Το νερό κρύο με αγκαλιάζει κι εγώ αγκαλιάζω τον Σωτήρη σφιχτά. Η ζεστασιά του γίνεται δική μου και η δική μου δική του.
Το φεγγάρι ζωγραφίζεται στη μαύρη θάλασσα και μέσα της μετέωροι, χαμένοι εμείς. Το δέρμα του θέλω να το αγγίξω κι άλλο. Να γίνει ένα με τη σάρκα μου όσο κοιτάζω τα μάτια του. Τα πόδια μου τον τυλίγουν και κρατώντας εκείνος την μέση μου αφήνομαι πίσω στη θάλασσα. Τα μαλλιά μου παρασύρονται στα νερά της μα το σώμα μου στερεο χάρη στο κράτημα του.. ανατριχιαζει από τα κύματα, από το βλέμμα και την επαφή αυτού του άντρα.
Νιώθω.. γυναίκα;

Σηκώνομαι και χωνομαι πίσω στην αγκαλιά του. Τα μαλλιά μου στάζουν νερα πανω στο σώμα του και τον κοιτώ.

- Σε ευχαριστώ.

- Γιατί;

- Δεν ξέρω γιατί.

Lanjutkan Membaca

Kamu Akan Menyukai Ini

169K 5.9K 37
Η Εύα Αλεξιου, μια κοπέλα που έχει περάσει πολλά στην ζωή της. Είναι 17 και πάει Τρίτη λυκείου. Ζει με τα δυο της αδέρφια και πιάνει δουλειά ως babys...
74.1K 2.7K 30
Ένας Ιταλός αρχιμαφιόζος...... Μια Ισπανίδα..... Μια συνάντηση μεταξύ τους δεν θα βγει όπως την σχεδίαζαν.... Αλλά τα πράγματα δεν τελειώνουν εκεί...
881K 62.1K 72
[ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΈΝΗ] "Για που νομίζεις ότι το έβαλες;" Με ρώτησε, ενώ εγώ εστίασα το βλέμμα μου στα καταγάλανα μάτια του που ξεπρόβαλαν μέσα από την μαύρη...
1.3K 125 24
Ο Αλεξάντερ Γκρέι είναι το πιο ωραίο αγόρι στο σχολείο μου. Μου άρεσε από την πρώτη στιγμή που τον είδα και το μόνο που ήθελα τόσα χρόνια ήταν να με...