~11~

1.5K 172 25
                                    

Το χέρι της συνέχισε να κρατά απαλά το δικό του, καθώς διέσχιζαν τις φυλλωσιές του δάσους. Είχαν φύγει μακριά από την γέφυρα. Προορισμός τους το κέντρο του δάσους.

Όταν έφτασαν μπροστά στο μικρό ρυάκι, μέρος του ποταμού που περνούσε κάτω από την πέτρινη γέφυρα η Έλλα άφησε το χέρι του. Αμέσως η ζεστασιά που πρόσδιδε η επαφή τους, το απαλό άγγιγμά της στον πρίγκιπα εξαφανίστηκε.

Στάθηκαν μπροστά στο ρυάκι. Η Έλλα έσκυψε και με μια κίνηση αφαίρεσε τις μπλε μπαλαρίνες της και τις κράτησε στο αριστερό χέρι της. Χωρίς να ρίξει ούτε μια ματιά στον Λουκ, με ένα άλμα βρέθηκε πάνω σε ένα μικρό βραχάκι, που έβγαινε στην επιφάνεια του ρυακιού.

Ο πρίγκιπας την κοίταξε έκπληκτος. Η Έλλα πάτησε σταθερά πάνω σε μερικά ακόμη βραχάκια και έφτασε στην απέναντι πλευρά. Τον κοίταξε έχοντας ένα μικρό μειδίαμα στα χείλη της. Ο Λουκ, αμέσως, άρχισε να λύνει τα κορδόνια τον καφέ παπουτσιών του. Όταν πλέον ήταν ξυπόλητος με το πριγκιπικό και απαλό δέρμα των ποδιών του να ακουμπά το έδαφος ακολούθησε τα βήματα της. Έφτασε δίπλα της και την κοίταξε υπερήφανος για το κατόρθωμα του.

Η Έλλα δεν του έδωσε σημασία, συνέχισε να προχωρά τον δρόμο της. Ο πρίγκιπας την ακολούθησε χωρίς να μιλήσει. Δεν φόρεσαν ξανά τα παπούτσια τους,πράγμα επώδυνο για τα πριγκιπικά πόδια του Λουκ. Το δέρμα του δεν ήταν συνηθισμένο στην αίσθηση του σκληρού εδάφους, σε αντίθεση με την Έλλα που έδειχνε άνετη κρατώντας τα παπούτσια της στα χέρια. Προσπάθησε, λοιπόν, να κρύψει τον πόνο του, έτσι θα έδειχνε πως είναι ακριβώς σαν και αυτή.

Κάτι που δεν ίσχυε σε καμία περίπτωση.

"Φτάσαμε" η γλυκιά της φωνή έφτασε στα αφτιά του και κοίταξε τριγύρω του. Το βλέμμα του έπεσα πάνω σε ένα μεγάλο δέντρο πάνω σε ένα μικρό ύψωμα. Τα μεγάλα κλαδιά του απλώνονται, δημιουργώντας έτσι σκιά σε οτιδήποτε βρισκόταν κάτω από αυτό.

Ανέβηκαν το ύψωμα και όταν πλέον είχαν πλήρη θέα του δέντρου γύρισε να την κοιτάξει έκπληκτος. Ένα δάκρυ παραλίγο να ξεφύγει από τα όμορφα ματιά της Έλλα, αλλά το μάζεψε γρήγορα με το χέρι της και το αντικατέστησε με ένα πικρό χαμόγελο.

"Από εδώ η μητέρα μου" η φωνή της έσπασε ελάχιστα στην τελευταία της φράση. Ο πρίγκιπας κοίταξε μπροστά του. Μια μαρμάρινη πλάκα μπροστά από το μεγάλο δέντρο, πάνω της επιγραμμένο ένα γυναικείο όνομα και από κάτω δύο ημερομηνίες.

Γυισε να την ξανά κοιτάξει,ομως τον κοιτούσε ήδη. Ο ίδιος δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυα του τα οποία έφυγαν από τα μάτια του σε δευτερόλεπτα. Δεν ακολούθησαν λυγμοί, τίποτα, μόνο αμέτρητα δάκρυα να κυλούν πάνω στα μάγουλά του, να πέφτουν πάνω στο γρασίδι που βρισκόταν κάτω από τα γυμνά του πόδια.

"Δεν σε έφερα εδώ για να κλάψεις για εμένα" αναφώνησε και προχώρησε κοντά στο δέντρο. Με μια κίνηση βρέθηκε ξαπλωμένη, με το κεφάλι της στηριγμένο στις ρίζες του. "Σε έφερα εδώ για να με γνωρίσεις" τα μάτια της έκλεισαν και πείρε μια βαθιά ανάσα.

Όταν τα άνοιξε ξανά βρισκόταν καθισμένος δίπλα της. Τα δάκρυα είχαν σταματήσει να τρέχουν από τα όμορφα ματιά του. Πλέον την κοιτούσε σοβαρός.

"Ξέρεις κατά κάποιον τρόπο είμαι ορφανή " άρχισε να μιλά. Έσπασε την σιωπή που είχε δημιουργηθεί μεταξύ τους. "Η μητέρα μου εγκατέλειψε αυτό τον κόσμο όταν εγώ ήμουν ακόμη μικρή και ο πατέρας μου την ακολούθησε πρόσφατα" το πικρό χαμόγελο εμφανίστηκε ξανά στο πρόσωπό της.

Ανασηκώθηκε για να τον κοιτάζει στα σοβαρά πλέον μάτια του. "Έχω μείνει με την μητριά μου και τις αγαπημένες της κόρες. Ακόμη και αν είναι η μοναδική μου οικογένεια, θα ήθελα τόσο πολύ να εξαφανίζονταν από την ζωή μου" ο Λουκ την κοίταξε ανέκφραστος.

Άλλωστε πως θα μπορούσε να αντιδράσει σε μια αποκάλυψη σαν αυτή;

Πως θα αντιδρούσε κάποιος άλλος που θα ήταν στην θέση του;

Χωρίς να σκεφτεί ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω, έφερε το σώμα της μέσα στην ζέστη αγκαλιά του. Τα δάχτυλά του ακούμπησαν απαλά την πλάτη της και το κεφάλι του στηρίχθηκε απαλά στον ώμο της.

Η Έλλα άνοιξε τα μάτια της από την έκπληξη. Δεν περίμενε αυτή την αντίδραση. Το μόνο που ήθελε ήταν να μιλήσει για αυτά που την βασανίζουν. Ακούμπησε διστακτικά με τα ακροδάχτυλά της την γεροδεμένη πλάτη του. Τότε ήταν που τα δάκρυα της έφυγαν από τα όμορφα μάτια της, έπεσαν πάνω στο λευκό πουκάμισό του, ενώ λυγμοί ξέφυγαν από τα λεπτά χείλη της.

Είχε ανάγκη τόσο αυτή την αγκαλιά. Την είχε ανάγκη τόσο πολύ. Όσο και να προσπαθούσε να κρατηθεί στα πόδια της είχε ανάγκη να ξεσπάσει. Ακόμη και αν αυτό ήταν για μια στιγμή.

Έσφιξε με τα χέρια της το πουκάμισό του συνεχίζοντας να ξεσπά ασταμάτητα.

"Συγνώμη, δεν ήξερα" ο πρίγκιπας ψιθύρισε δίπλα στο αφτί της.

Σταχτοπούτα (Cinderella) Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon