Κεφάλαιο 39

893 65 0
                                    

Ο πισινός μου καίει καθώς το δέρμα τρίβεται πάνω στα σεντόνια και γυρίζω με την πρόθεση να το αγνοήσω και να κοιμηθώ αλλά... Γιατί καίει; Οι αναμνήσεις από το πρωί πέφτουν στο μυαλό μου και αναστενάζω, γνωρίζοντας ότι είναι πολύ νωρίς για να αρχίσω να σκέφτομαι.

Ανοιγοκλείνω τα βλέφαρα, τρίβω τα μάτια μου και συνειδητοποιώ ότι είμαι μόνη μου στο κρεβάτι και στο δωμάτιο. Μου παίρνει μερικά λεπτά για να ξυπνήσω, να απομακρύνω τα πόδια μου από το άνετο στρώμα και να αρπάξω το τηλέφωνό μου. Μετά βίας έχει περάσει η δέκα η ώρα το πρωί.

Πριν φύγω από το δωμάτιο, παίρνω ένα αθλητικό σορτσάκι και περπατάω στο διάδρομο για το μπάνιο. Ξυπνάω εντελώς όταν ρίχνω κρύο νερό στο πρόσωπο μου και βουρτσίζω τα δόντια μου. Αναστενάζω και όταν βγαίνω έξω, διασχίζω το δωμάτιο για να πάρω το τηλέφωνό μου πριν κατευθυνθώ στην κουζίνα.

Ο Ντέμιαν κάθεται μπροστά στην μαρμάρινη νησίδα, φορώντας μόνο μια φόρμα και μπροστά του έχει το λάπτοπ του ανοιχτό ενώ μιλάει στο τηλέφωνο.

Χαιρετώ με το χέρι μου και εκείνος μου χαμογελάει.

«Δώσε μου ένα λεπτό», καλύπτει το ακουστικό και μου μιλάει. «Υπάρχει καφές στον πάγκο και τοστ. Φάε λίγο πρωινό όσο εγώ θα τακτοποιώ αυτό». Ο τόνος της φωνής του είναι ελαφρύς και δεν έχει καμία σχέση με τον άνθρωπο που έκανε τον κώλο μου κόκκινο τις πρώτες πρωινές ώρες.

Γνέφω και τον προσπερνώ. Όταν βλέπω ότι η κούπα του είναι άδεια, την αρπάζω.

Έχω ήδη μάθει πού βρίσκονται τα φλιτζάνια και η ζάχαρη, οπότε ξαναγεμίζω την κούπα του και ρίχνω το ζεστό ρόφημα από την καφετιέρα σε μια άλλη, και στη συνέχεια βάζω μερικές κουταλιές ζάχαρη σε αυτήν πριν πλησιάσω τη νησίδα και καθίσω απέναντι απ' τον κυρίαρχο μου. Αφήνω την κούπα του μπροστά του και μου χαμογελάει αμυδρά πριν συνεχίσει τη συζήτηση με ποιος ξέρει ποιον.

Εν τω μεταξύ, κοιτάζω το τηλέφωνό μου, ελέγχω τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς να βρίσκω κάτι άλλο να κάνω καθώς πίνω το φλιτζάνι καφέ μου και αγνοώ σκόπιμα τη συζήτηση του Ντέμιαν.

Διασκεδάζω βλέποντας βίντεο μανικιούρ, μέχρι που εκείνος διακόπτει την κλήση και κλείνει την οθόνη του υπολογιστή.

«Καλημέρα, Ντέμιαν», του χαμογελάω αργά, προσπαθώντας να αγνοήσω την ενόχληση των γλουτών μου.

Ναι, μπορεί να μην ήταν πολλά τα χτυπήματα, αλλά πιθανόν να έχω μερικούς μώλωπες.

«Καλημέρα, μωρό μου».

Συναισθησία (Lust #1)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα