Εκτός ελέγχου

570 17 7
                                    

Ο Μάϊος έδειχνε τον καλύτερο του εαυτό στο μικρό Διαφάνι. Πολύχρωμα λουλούδια και καταπράσινα φύλλα στα δέντρα έκαναν τη φύση γύρω τους να μοιάζει με πίνακα ζωγραφικής. Παρόλα αυτά οι κάτοικοι ένιωθαν ένα μαύρο σύννεφο να πλανιεται πάνω από το χωριό τους, που δεν τους άφηνε να χαρούν. Ο Προκόπης παρέμενε στην εξορία. Τώρα πια είχε μαζί του και τον Μπάμπη. Οι οικογένειες και των δύο ζούσαν σε μια διαρκή θλίψη, μεταξύ ζωής και θανάτου.

Το βαρύ αυτό κλίμα δε μπορούσε να μην επηρεάσει την οικογένεια του Λάμπρου. Η Ελένη είχε διαρκώς το μυαλό της στο κακό, ένας απροσδιόριστος φόβος που δε μπορούσε να ελέγξει την έκανε να μένει ξάγρυπνη για νύχτες. Ο Λάμπρος είχε συνεχώς τα μάτια του στραμμένα στο νέο χωροφύλακα, σα να αισθανόταν πως κάτι δεν πάει καλά μαζί του. Αντιλαμβάνονταν ότι τους παραμόνευε και παρακολουθούσε κάθε τους κίνηση, δε μπορούσε όμως να διακρίνει το σιχαμερό βλέμμα του χωροφύλακα προς τη γυναίκα του. Τα κορίτσια προσπαθούσαν μάταια να καταλάβουν τι συμβαίνει. Το σταθερό περιβάλλον που έχουν ανάγκη τα παιδιά έμοιαζε να κινδυνεύει να διαταραχτεί. Το παιδικό μυαλουδακι, ευτυχώς δε μπορούσε να αντιληφθεί πλήρως την κατάσταση.

Έπαιζε με τις κόρες του στην αυλή όταν ένιωσε κάποιον να τους παρακολουθεί από το πλάι του σπιτιού. Σύντομα διαπίστωσε ότι επρόκειτο για το χωροφύλακα. Δεν έδωσε σημασία και συνέχισε να παίζει "τα μήλα" με τις κόρες του.

Η Ελένη εμφανίστηκε στη σκάλα κρατώντας ένα δίσκο με μπολακια παγωτού. Η Βιολέτα που την αντιλήφθηκε αμεσως, έτρεξε προς το μέρος της. Κάθισαν όλοι μαζί στο τραπεζάκι της αυλής να απολαύσουν το παγωτό τους. Η μικρή ανεβασμένη στην ποδιά της μάνας της για να φτάνει έτρωγε με τόση λαιμαργία που πασαλειφτηκε όλη η μουσούδα της, κάνοντας τους υπόλοιπους να γελάνε μέχρι δακρύων.

Την όμορφη οικογενειακή στιγμή διέκοψε ο χωροφύλακας που εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά τους.

-Καλησπερα, συμβαίνει κάτι; ρώτησε με συγκρατημένο εκνευρισμό ο Λάμπρος, παρατηρώντας τον τρόπο που ο γλοιώδης τύπος κοιτούσε τη γυναίκα του.

-Εκανα τον απογευματινό μου περίπατο, και ο δρόμος με έβγαλε εδώ.

-Να σας προσφέρουμε κάτι; Ένα νερό; Λίγο παγωτό; ρώτησε με τρεμάμενα φωνή η Ελένη.

-Δεν έχουμε άλλο παγωτό, αγάπη μου. Έβαλα το τελευταίο κομμάτι στη Βιολέτα μας. Φέρε ένα νερό στον χωροφύλακα Μπουντούρη, σε παρακαλώ.

Η ΜΟΙΡΑ 🧶Where stories live. Discover now