24ο: Σκοτεινά συναισθήματα

Start from the beginning
                                    

"Τι απλά; Θα μιλήσεις; Αλλιώς να φύγω! Εξάλλου με περιμενουν."

"Όχι..όχι... σε παρακαλώ μην φύγεις ακόμα."  της ξανά τονίζει ενώ κάνει μια προσπάθεια να την φέρει πάλι σε απόσταση αναπνοής.

"Γιατί; Τι θέλεις από εμένα; Αφού δεν με ξέρεις." του λέει ενώ ταυτόχρονα ανασηκώνει τους ώμους της και αναδεικνύει τα λεπτά της χέρια μιας που το μπλουζάκι που φοράει είναι ανοιχτό από μπροστά.

"Ξέρω ότι δεν είσαι καλά αυτόν τον καιρό απλά ήθελα να σου πω ότι με το που μπήκα στο μαγαζί και σε είδα, δεν μπόρεσα να πάρω τα μάτια μου στιγμή από πάνω σου. Είσαι τόσο όμορφη! Γι'αυτό σε ρωτούσα αν έχεις σχέση ,δεν θα ήθελα να μπλεχτώ. Με πήρες με στραβό μάτι οπότε δεν ήταν καλή η αρχή μας. Μπορούμε να την ξανά δοκιμάσουμε αν φυσικά θέλεις έτσι ώστε να την διορθώσουμε." είπε αυτός κοιτάζοντας στα ανοιχτά καστανά μάτια της Ελένης με πάθος και μη μπορώντας να αλλάξει πορεία το βλέμμα του. Είχε καρφωθεί πάνω της και δεν έλεγε να αλλάξει πλευρά.

"Ωραία και πιστεύεις ότι εγώ θα σου δώσω αυτήν την ευκαιρία;; Για ποια με πέρασες;"

"Όχι ..όχι ..εντάξει δεν σε πιέζω.. συγγνώμηηηη. Αντίο" λέει ενώ κάνει να φύγει από το χώρο. Λίγο πριν κλείσει την πόρτα η Ελένη τον φωνάζει για να μπει μέσα. Αυτός μέσα στην χαρά και στην ευτυχία για την αποδοχή του από την κοπέλα, πηγαίνει δίπλα της, της χαμογελάει και την ακουμπάει ελαφρά στο ώμο... φτάνοντας προς το λαιμό.

Τον κοιτάει κατάματα όμως όταν συνειδητοποίησε ότι την κοιτούσε και αυτός έγυρε το κεφάλι προς τα κάτω. Αυτός ένιωσε την ελάχιστη έλξη της προς αυτόν και τότε χωρίς άλλη σκέψη, την πήρε από το χέρι και την πέταξε ελαφρά πάνω στο τοίχο. Ήταν τόσο κοντά τα στήθη τους που ένιωσε τον χτύπο της καρδιάς της να χτυπά δυνατά και με γρήγορους ρυθμούς. Δεν ήξερε τι έκανε εκείνη την ώρα. Άρχισε να την πιάνει τα μαλλιά και να ενώνει τα δικά του χείλη με το λαιμό της. Προσπάθησε να της τραβήξει το ενδιαφέρον αλλά μια βαθιά ριζωμένη καλή πτυχή του εαυτού του, τον εμπόδιζε να το κάνει. Ήξερε ότι η κοπέλα θα πληγωνόταν παρ'όλα αυτά αυτός έβαζε πάνω απ' όλα και μόνο το ΣΤΟΊΧΗΜΑ, χωρίς να τον νοιάζει αν θα πληγωθεί ή αν θα στεναχωρηθεί η κοπέλα.

"Δεν ξέρω αν πρέπει ή αν θέλω να γίνει αυτό." του λέει σκεφτόμενη όσα έχουν γίνει στο παρελθόν αλλά ταυτόχρονα και τα λόγια της φίλης που ήταν να προχωρήσει μπροστά και να τα αφήσει όλα πίσω.

"Απλά ηρέμησε και μην σκέφτεσαι τίποτα. Κάνε ότι λέει η καρδιά σου." της ξεστόμισε χωρίς να τα έχει καταφέρει ποτέ του να πει αυτά τα λόγια σε άλλη γυναίκα.

Εκείνη έκλεισε τα μάτια της και αφέθηκε πρώτη φορά τόσο γρήγορα σε άντρα. Είναι πρόοδος γι' αυτήν. Αν μάθαινε ότι όλο αυτό ήταν για ένα στοίχημα θα πληγωνόταν πάρα πολύ γιατί δεν ήθελε να την ξεφτιλίζουν και να την καταπατάν την προσωπικότητα της. Αλλά η Ελένη ήταν πολύ αθώα, καλόκαρδη και γλυκιά οπότε δύσκολα μπορούσε να καταλάβει τις κακές και παράξενες επιθυμίες, συνήθειες, προθέσεις καθώς και πράξεις των άλλων. Θα γινόταν για ακόμα μια φορά θύμα αυτής της υπόθεσης και θα περνούσε ξανά την ίδια κατάθλιψη.

Μόλις έκλεισε τα μάτια της, ο Χρήστος πήρε την ευκαιρία στα χέρια του και αποφάσισε να κάνει το πρώτο βήμα και να την φιλήσει. Το φιλί τους στην αρχή ήταν γλυκό και τρυφερό αλλά όσο αυξάνονταν οι παλμοί της καρδιάς τόσο πιο καυτό και παθιασμένο γινόταν. Σιγά σιγά άρχισε να της τραβάει το μπλουζάκι προς τα πάνω και να την κοιτάει για λίγα δευτερόλεπτα με το γλυκό του χαμόγελο.

Τότε η Ελένη τον τράβηξε απότομα προς το μέρος της , του έβγαλε γρήγορα την γραβάτα του και το μπλέ του πουκάμισο. Τον φιλούσε χωρίς να σκέφτεται τίποτα άλλο. Δεν ήθελε καθόλου να τελειώσει αυτό. Όμως από την άλλη δεν ήξερε αν θα μπορούσε να το ζήσει όλο αυτό χωρίς να πληγωθεί. Θέλησε να το προσπαθήσει αρκετά. Ήλπιζε ότι αυτήν την φορά θα είναι κάτι διαφορετικό. Κάτι που δεν είχε μια σχέση με τα παλιά. Κάτι που θα άλλαζε την ζωή της προς το καλύτερο.

Μέσα σε λίγα λεπτά και οι δύο ήταν με τα εσώρουχα τους. Όλα ήταν πεσμένα στο πάτωμα. Το περίεργο είναι πως κανένας από τους δύο τους δεν αναρωτήθηκε τι θα γίνει αν έρθει κάποιος και τους δει. Απλά το ζούσανε σαν να μην υπήρχε αύριο. Σαν να ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που θα έβλεπαν ο ένας τον άλλον.

Το χέρι του είχε κατέβει χαμηλά στο εσώρουχο της και πίεζε με δύναμη ώσπου ακούστηκε ένας μικρός αναστεναγμός της Ελένης. Κι άλλος... Κι άλλος αναστεναγμός.. πιο δυνατός αυτή την φορά και το παλικάρι χωρίς να πει κουβέντα έβαλε το χέρι του στο στόμα της για να μην ακουστεί τίποτα. Αυτή προσπαθούσε να τον αγγίξει έστω στα χείλη του αλλά ο πόνος της δεν την άφηνε να κουνηθεί.

"Κάνε ησυχία,
θα μας πάρουν χαμπάρι!! ήταν οι μόνες λέξεις που είπε ο νεαρός στην κοπέλα αφού την σήκωσε από τα πόδια και την έβαλε στο πάγκο του νιπτήρα του μπάνιου. Ο νεαρός της έπιασε το στήθος και της έβγαλε το σουτιέν. Με μια κίνηση βρέθηκε να της δαγκώνει το λαιμό και το στήθος. Να αφήνει σημάδια στο μισό της σώμα. Καθώς το δεξί του χέρι βρισκόταν ακόμα εκεί κάτω. Αυτή την φορά με περισσότερη δύναμη.

"Δεν μπορώ άλλο." του λέει ξαφνικά και εκείνος σταμάτησε κοιτώντας την στα μάτια.

( Σας άρεσε το κεφάλαιο! Ξέρω άργησα πολύ να ανεβάσω αλλά είχα πολλά μαθήματα! 
Τώρα θα αρχίσουν τα διαγωνίσματα στο φροντιστήριο. Να δείξετε λίγο κατανόηση.
Θα προσπαθήσω να ανεβάζω όσο πιο γρήγορα μπορώ.
Τι πιστεύετε ότι θα γίνει;)

Να έχετε ένα καλό σαββατοκύριακο!!

Unexpected love Where stories live. Discover now