Κεφάλαιο 4

28 3 10
                                    



''Ρον! Ρον!'', ούρλιαζε πρωί πρωί ο Έρικ.

''Τί συμβαίνει και έχεις σηκώσει όλον τον ύφαλο στο πόδι από τις φωνές σου?''

''Άφησες την Σιλβάνα να φύγει?''

''Ναι''

''Και μπορώ να μάθω το γιατί? Όχι άσε καλύτερα, θα το βρω μόνος μου. Ήρθε η αδελφούλα της και σου κλάφτηκε και τις άφησες να φύγουν! Ηλίθιε!'', κολυμπούσε πάνω κάτω ο Έρικ με τα πτερύγιά του να είναι διάπλατα ανοιχτά από τον θυμό του.

''Δεν είσαι το αφεντικό εδώ Έρικ! Είμαστε μαζί σε όλο αυτό. Όσο μετράει ο λόγος ο δικός σου, τόσο μετράει και ο δικός μου λόγος''

''Όχι αν ο δικός σου, αναιρεί τον δικό μου! Τους δείχνεις έλεος, Ρον! Δείχνεις έλεος σε γοργόνες! Δεν υπάρχουν πιο άγρια πλάσματα, δεν πρέπει να τους αφήσουμε να έχουν το πάνω χέρι''

''Και εμείς είμαστε καρχαρίες! Και για εμάς κυκλοφορούν άσχημες φήμες. Όμως η Ρόζαλι δεν το υπολογίζει αυτό, δεν με βλέπει σαν φονιά. Γιατί να μην κάνω και γω το ίδιο?'', είδε λίγο τον Έρικ να σκέφτεται.

''Άκου Ρον, είσαι αδελφός μου και θα στο πω για δικό σου καλό. Η Ρόζαλι δεν σε αγαπάει. Απλά μεγάλωσε σε μια βασιλική οικογένεια, είχε όλη την προσοχή στραμμένη πάνω της. Τώρα όμως που εμείς έχουμε αυτά που κάποτε της ανήκαν, έρχεται για να τα πάρει πίσω''

''Ξέρεις πως αυτό δεν ισχύει!'', φώναξε ο Ρον.

''Πες της τότε για την Άρια!'', του φώναξε ο Έρικ και κολύμπησε μακριά. Βγήκε στη στεριά να ηρεμίσει λίγο. Περπατούσε για αρκετή ώρα, μέχρι που είδε στην άκρη του ορίζοντα ένα πλοίο. Κοίταξε καλύτερα και πρόσεξε πως μία μαύρη σημαία κυμάτιζε στον αέρα, στην κορυφή του καταρτιού του πλοίου. ''Να το και το πειρατικό...'', σκέφτηκε και αμέσως πλησίασε περισσότερο τη θάλασσα για να το περιμένει. Φύσηξε μέσα σε ένα μεγάλο κοχύλι που είχε μαζί του και αυτό έβγαλε έναν δυνατό ήχο. Μέσα σε λίγα λεπτά, όλο το νησί ήταν περικυκλωμένο από μεγάλα μαύρα πτερύγια που έσχιζαν τα κύματα. 

''Έρικ!'', ακούστηκε μια γνώριμη φωνή από το πλοίο να τον καλεί. Ήταν ο Κάπτεν Σμιθ.Το πλοίο είχε πλησιάσει αρκετά το νησί, όμως δεν είχαν σκοπό να αποβιβαστούν εκεί, λόγω των σκυλόψαρων.

''Κάπτεν Σμιθ! Πώς και απ' τα μέρη μας ξανά? Νόμιζα πως η προηγούμενη φορά που ήρθες ήταν και η τελευταία'', τον κοίταξε με τα κατάμαυρα μάτια του.

Το Χρυσό ΚλειδίWhere stories live. Discover now