Το πρωί ξύπνησα και βρισκόμουν σε ένα πολύ όμορφο δωμάτιο.
Μετά θυμήθηκα το είδα την τελευταία φορά και έβαλα τα χέρια μου μπροστά από το στόμα μου ειμουν έτοιμη να κλάψω μέχρι που...
-?:επιτέλους ξύπνησες σήκω να ντυθείς , είπε μια κοπέλα που φορούσε στολή υπιριετριας και κρατούσε κάτι ρούχα στα χέρια της.
Ε:που είμαι?
-? :αυτα δεν στα πω εγώ,είπε κρύα και άφησε τα ρούχα δίπλα μου, έβγαλε το παπλομα και με τράβηξε από το χέρι πήγε να μου βγάλει την μπλούζα αλλά απομακρυνθηκα.
Ε:μπορώ και μόνη μου.
Με κοίταξε για λίγο.
Ε:εδώ θα μείνεις?
-? :πες μου ότι ντρέπεσαι.
Ε:όχι.
-? :ωραία τότε ντύσου γρήγορα πριν μας δει κανείς υποτίθεται ότι σε ντύνω εγώ.
Ε:εντάξει, είπα και άλλαξα όσο ποιο γρήγορα μπορούσα.
-? :ωραία.
Τότε χτύπησε η πόρτα και άνοιξε εμφανίστηκε ένα αγόρι.
-?2:Οοοο...δεν το περίμενα, είπε με ένα πονηρό χαμόγελο.