Κεφάλαιο 10ο

Start from the beginning
                                    

«Κάντε πιο γρήγορα γιατί αν δεν κατέβουμε μέσα στα επόμενα δέκα λεπτά, θα με σκοτώσει. Βασικά, λάθος, πρώτα θα με απολύσει...ή ίσως με απολύσει μόνο».

«Λάνα», τη διέκοψε η Νοέλια, «ηρέμησε, δεν πρόκειται να σε απολύσει».

«Γιατί όχι; Τόσους έχει για να με αντικαταστήσει. Εκείνος κολυμπάει στα λεφτά κι εμείς τρέχουμε να μαζέψουμε τα ψίχουλα που μας πετάει, λες και ήμαστε τίποτα ζώα. Αλλά βέβαια, πλουσιόπαιδο είναι…».

  Η Νοέλια χαχάνισε με τα λόγια της νεαρής υπηρέτριας και σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι.

  «Έχεις δίκιο, αλλά πρόσεξε γιατί εδώ μέσα είμαι σίγουρη ότι και οι τοίχοι έχουν αυτιά» της είπε με ειλικρίνεια.

  «Έτσι είναι» συμφώνησε η κοπέλα. «Τέλος πάντων, αφήστε τα αυτά τώρα κι ελάτε να δείτε τι θα φορέσετε. Σας έχω φέρει κάποια ρούχα, όλα επιλεγμένα από την αφεντιά του».

  Η Νοέλια δεν χάρηκε ιδιαίτερα μ’ αυτό. Δεν ήθελε να έχει αυτός το πάνω χέρι ακόμα και στις στιλιστικές της επιλογές. Εντάξει, μπορεί να του άνηκε, κάτι που ακόμη δεν είχε χωνέψει, και να ήταν ένας καταξιωμένος σχεδιαστής μόδας, αλλά αυτό δεν του έδινε το δικαίωμα να κάνει κουμάντο στη ζωή της. Σωστά;

  «Για να δω» είπε αναστενάζοντας και στάθηκε δίπλα στη Λάνα.

  Τα μάτια της εξέτασαν το περιεχόμενο της ντουλάπας και αφού έκρινε τα περισσότερα από αυτά ως ακατάλληλα, αποφάσισε ότι θα φορούσε μια εφαρμοστή μπεζ φούστα που έφτανε ως το γόνατο, ένα λευκό πουκάμισο και μια ζακέτα στο χρώμα της φούστας. Δεν ήταν ενθουσιασμένη με την επιλογή της, αλλά τα ρούχα που της είχε πλασάρει ο Λεονάρντο ήταν όλα για ηλικιωμένες. Ήταν λες και ήθελε να την ντύσει σαν δασκάλα του κατηχητικού.

Έπειτα από είκοσι λεπτά περπατούσε γοργά στο διάδρομο, με την αλογοουρά της να ανεμίζει υπερήφανα, ενώ από πίσω της ακολουθούσε η Λάνα. Δεν είχε ιδέα που ακριβώς ήταν η τραπεζαρία, αλλά συνέχιζε να περπατά έως ότου της έλεγε να σταματήσει. Τα μάτια της επεξεργάζονταν κάθε λεπτομέρεια, από τους πανέμορφους πίνακες που στόλιζαν τις βυσσινή ταπετσαρίες, έως τις λάμπες σε σχήμα τριαντάφυλλο που κρέμονταν απ’ το ταβάνι. Αυτό το σπίτι έμοιαζε με παλάτι.

  «Από εδώ» είπε η νεαρή υπηρέτρια και η Νοέλια την ακολούθησε, ώσπου μπήκαν σε ένα μεγάλο δωμάτιο. Απ’ το μακρύ τραπέζι που είδε να ξεπροβάλει, η Νοέλια κατάλαβε ότι έφτασαν στον προορισμό τους.

Ίντριγκες Και ΠάθηWhere stories live. Discover now