Κεφάλαιο δεύτερο

Start from the beginning
                                    

«Μα πως τα κατάφερε αυτό;!»

«Ήρθε χθες ο φίλος του ο Χρήστος βλέπεις κι τα ήπιαν λίγο και για κάποιο ανεξήγητο λόγο νόμιζαν πως ήταν στα μπουζούκια. Έτσι πέταξαν τους δίσκους στο πάτωμα αντί για πιάτα και χόρεψαν πάνω σε αυτούς»

«Θα προσπαθήσω να μην γελάσω» είπα ενώ δάγκωσα το κάτω χείλος μου για να μην σκάσω στα γέλια

«Αν γελάσεις θα έρθω εκεί και θα σε χαστουκίσω! Με ακούς;!»

«Ότι πεις, τι κάνεις τώρα;»

«Κάθομαι και βλέπω λίγο αθλητικά»

«Ωραία τότε, έρχομαι από εκεί. Πρέπει να σου μιλήσω» είπα με ένα βαθύ αναστεναγμό

Σιωπή επικράτησε στην άλλη γραμμή και για λίγα λεπτά απάντηση δεν πήρα. Κοίταξα το κινητό για να δω αν η κλήση είχε τερματιστεί αλλά ήταν ακόμα ενεργή.

«Αντρέα με ακούς;» Ρώτησα και τον άκουσα που ανέπνεε

«Ναι σε ακούω»

«Τι έπαθες; Πολύ ησυχία έπεσε»

«Σκεφτόμουν απλά, τι έγινε;»

«Γιατί πρέπει να έγινε κάτι;»

«Ο τρόπος που είπες ότι πρέπει να μιλήσουμε, μαρτύρησε πολλά. Κάτι σοβαρό έγινε»

«Περίπου. Να περάσω;»

«Ναι πέρνα»

«Ωραία. Έρχομαι»

Έκλεισα το κινητό και αμέσως άλλαξα σε μια αθλητική μπλούζα και βερμούδα. Άνοιξα το συρτάρι του κομοδίνου δίπλα από την πλευρά που κοιμάται η Κατερίνα και βρήκα τα υπόλοιπα προσκλητήρια. Κούνησα το κεφάλι μου απαξιωτικά και στρίμωξα μια πρόσκληση στο λάστιχο της βερμούδας κάτω από την μπλούζα. Εξήλθα από το δωμάτιο και δίχως να ρίξω μια ματιά, περπάτησα προς την είσοδο. Την ώρα που έβαζα παπούτσια ένα χέρι μου ακούμπησε τον ώμο.

«Φεύγεις;» Ρώτησε γλυκά

«Ναι, πάω λίγο να δω τον Αντρέα»

«Να έρθω μαζί σου;»

«Όχι»

«Γιατί όχι; Δεν με θες; Δεν θα σας ενοχλήσω. Απλά θα κάτσω να τον ρωτήσω πως πάνε οι σπουδές και πως περνάει τον χρόνο του και-» ξεκίνησε να λέει αλλά την διέκοψα με ένα άγριο βλέμμα την ώρα που γύρισα να την κοιτάξω

«Είπα όχι, θέλω να δω τον φίλο μου, μόνος μου»

«Καλά, όπως νομίζεις» είπε και έκανε ένα βήμα πίσω

Το κορίτσι που αγάπησα Where stories live. Discover now