Κεφάλαιο 6

98 16 0
                                    

Λίγες μέρες μετά από εκείνο το απόγευμα των αποκαλύψεων ετοιμαζόμουν να φύγω από το χωριό. Οι επόμενες μέρες δικαιολόγησαν απόλυτα την απόφαση της εταιρίας να με κρατήσει κι άλλες μέρες εκεί. Είχα μια σειρά ραντεβού με πολλούς διαφορετικούς φορείς. Δεν μπορούσα να φανταστώ την γραφειοκρατία που υπήρχε πίσω από την κατασκευή του πολιτιστικού κέντρου. Προφανώς η δεξαμενή που ήταν θαμμένη στον χώρο και μου είχε αναφέρει ο κύριος Κ. ήταν μέρος αυτής της ταλαιπωρίας.

Η δουλειά ήταν τόση που τις μέρες εκείνες είπα με τον κύριο Κ. μόνο μια δυο φορές ένα γεια από μακριά. Ήμουν πολλά απογεύματα στην πλατεία με το λάπτοπ μου και έγραφα αναφορές και μελέτες, διόρθωνα έγραφα και προσπαθούσα να είναι όλα έτοιμα για να ξεκινήσει το έργο. 

Το βράδυ πριν αποχωρήσω από το χωριό, το πέρασα στο καφενείο μαζί με κάποιους από τους καινούριους μου φίλους. Η αλήθεια είναι ότι έμεινα σχεδόν ένα μήνα σε αυτό το μέρος και όπως και να έχει, είχα δεθεί με αρκετούς κατοίκους. Σε μια τόσο κλειστή κοινωνία πολύ γρήγορα γίνεσαι ντόπιος. 

Τους ρώτησα αν είδαν τον κύριο Κ. να επιστρέφει σπίτι. Μου είπαν πως δεν τον είχαν δει, αλλά κάποιες φορές έμενε λίγο παραπάνω στο παγκάκι. Θέλησα να τον αποχαιρετήσω κι έτσι περπάτησα προς το παγκάκι. Ήταν σκοτεινά, μα η θέα κοιτώντας προς τα πάνω σε αποζημίωνε. Έβλεπες όλα εκείνα τα αστέρια που ούτε φανταζόσουν πως χωράνε στον ουρανό. Η Ανδρομέδα ήταν εκεί όπως και κάθε ιστορία και μύθος που είχα ακούσει για καθέναν από τους αστερισμούς. Κοιτούσε επάνω και σπάνια γύρω μου. Ίσως και λίγο από φόβο για τις σκιές που σχημάτιζαν τα δέντρα ή για τον ήχο που έκανε ο αέρας που περνούσε ανάμεσά τους.

Πλησίασα, μα αυτό που είδα περισσότερο με ανησύχησε, παρά με καθυσήχασε. Ο κύριος Κ. καθόταν στην άκρη του γκρεμού και κοιτούσε προς τα κάτω. Φαινόταν έτοιμος να πέσει.

«Κύριε Κώστα! Τι κάνετε;», φώναξα και τράβηξα την προσοχή του.

«Φύγε νεαρέ, ήρθε η μέρα που περίμενα, θα πάω να τη συναντήσω.»

«Τι λέτε; Δεν υπάρχει ούτε ομίχλη, ούτε πύλη, ούτε τίποτα! Μόνο ο γκρεμός!» Κοιτούσα τριγύρω και προσπαθούσα να καταλάβω τι κοιτάζει. Προφανώς τίποτα ανόητε! Σε γέμισε φούμαρα! Ο άνθρωπος είναι τρελός και πάει να αυτοκτονήσει!

Πλησίασα αρκετά. Πριν κάνει καμία τρέλα τον έπιασα από τα χέρια. Αντιστάθηκε. Μου φώναζε και με έβριζε. Όταν τελικά παραδόθηκε στη δύναμη μου (έβαλα όλη μου τη δύναμη τότε, πονούσα μια εβδομάδα στα χέρια!) άρχισε να κλαίει.

«Είναι εκεί. Η πύλη άνοιξε. Άσε με να πάω»

«Είστε απλά κουρασμένος, ελάτε μαζί μου πίσω στο χωριό.»

Με ακολούθησε με λυγμούς. Τον έφερα μέχρι το σπίτι του. Περνώντας από την πλατεία ήρθε μαζί μου και ο γείτονας του. Έμενε στο διπλανό σπίτι και του είπα να έχει το νου του. Όταν ηρέμησε του εξήγησα τον λόγο που είχα ξεκινήσει και πήγα να τον βρω. Του είπα πως είχε έρθει η ώρα να φύγω και πήγα να τον αποχαιρετήσω. 

«Σε ευχαριστώ που έστω και για λίγο πίστεψες την ιστορία μου.»

Το είπε με παράπονο, ήταν σίγουρος ότι με είχε πείσει. Κι εγώ ήμουν σίγουρος, μέχρι την ώρα που τον άρπαξα από το χείλος του γκρεμού. 

«Πριν φύγεις θέλω να πάρεις κάτι.»

Δεν μίλησα, εκείνος έφυγε και πήγε κάπου μέσα στο σπίτι. Περίμενα στην εξώπορτα. Μετά από λίγο βγήκε με ένα κουτί παπουτσιών.

«Εδώ μέσα είναι όλα. Πάρτα και κάνε ό,τι θέλεις με αυτά.»

Ήταν τα γράμματα της συζύγου του από το παρελθόν. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί τα έδινε σε μ'ενα.

«Μα...μα είναι όλη σας η ζωή... Δεν είναι σωστό να τα πάρω.»

«Να τα πάρεις γιατί δεν πρόκειται να πείσω κανέναν πως λέω την αλήθεια. Διάβασε τα, θέλω να τα διαβάσεις. Το υπόσχεσαι;»

Το υποσχέθηκα και τον καληνύχτισα. Γύρισα με το κουτί στα χέρια μέχρι το δωμάτιο του ξενώνα. Εκεί είχα μαζεμένα και τα υπόλοιπα πράγματά μου για την πρωινή μου αναχώρηση. Ήμουν σίγουρος πως ο ηλικιωμένος ετοίμαζε ένα διαφορετικό ταξίδι προς τον άλλον κόσμο και όχι για το 1940. Μοιράστηκα τις σκέψεις μου με τον γείτονά του και όποιον άλλον βρήκα στην πλατεία γυρίζοντας, πριν ανέβω στο δωμάτιο μου. Μου υποσχέθηκαν να τον προσέχουν.

Και φυσικά δεν το έκαναν. 

Και φυσικά δεν άργησε να το κάνει.

Και φυσικά δεν έφυγα το επόμενο πρωί.

Το παγκάκι στην άκρη του γκρεμού. (Ιστορία μικρού μήκους)Where stories live. Discover now