Dance with me.

168 19 7
                                    

-Καφε;
-Μετριο οπως παντα.
-Που σαι χαμενος τοσο καιρο;
-Αυτο ειναι μια πολυ καλη ερωτηση.Που ειμαι χαμενος τοσο καιρο;Νομιζω κυριως αναμεσα σε βιβλια.Σπιτι δουλεια και το αντιστροφο.
-Γραφεις καθολου;
-Οπως το'πες,καθολου.
Εφερε τον καφε και πηγε να βαλει λιγη μουσικη.Κατι απαλο.Ηταν σαν να ζωγραφιζε στο πατωμα ενω χορευε.Ηταν σαν να ειναι παιδι παλι.Χρονια ειχε να την δει να χορευει.Ντυμενη απλα με ενα σορτς και μια μπλουζα καποιου πρωην,τρια νουμερα μεγαλυτερη.Τα μαλλια πιασμενα σε κωτσο,αβαφτη με καταμαυρα μαλλια και πρασινα ματια.Δεν ηταν απο εδω.Οχι δεν ηταν.Ποτε του δεν την καταλαβε.Δεν εφταιγε εκεινη,εκεινος εφταιγε.Εκατσε κοντα του στον καναπε και απλωσε τα ποδια της πανω του.Αναψε ενα τσιγαρο.Ενιωθε λες και διαβαζει ενα βιβλιο.Λες και αυτο που ζουσε δεν του ανηκε.Η μουσικη κυλουσε στο ιδιο ομαλο τεμπο και εκεινη ηταν εκει.Σαν να καθοδηγουσε η ιδια την μουσικη.Τραγουδουσε και κουνιοταν δεξια αριστερα σαν παιδακι.Ποσο υπεροχος ο αυθορμητισμος σκεφτηκε.Ποσο εθιστικη η μελαγχολια.Ισως περισσοτερο και απο το τσιγαρο,ετσι και αλλιως και τα δυο σε σκοτωνουν.Και τα δυο αργα,και τα δυο επωδυνα.Ξαπλωσε πανω του.Τον αγκαλιασε.Της ειχε λειψει.Ειλικρινα και απολυτα.Ποτε δεν ξεπερασε αυτο που ειχαν.Ουτε και εκεινος και ας μην ηθελε να το παραδεχτει.Ηταν σπανιες οι κοπελες σαν εκεινη.Τον κοιταζε στα ματια.
-Ζωγραφιζεις ακομη φεγγαρακι της ειπε
-Οχι κωστη μου.Δεν ξερω τι να ζωγραφισω πλεον.
Κοκκινησε και κοιταξε αλλου.Σαν να εφταιγε εκεινος που δεν ζωγραφιζε πια.Εισαι πολυ ομορφη της ειπε.Μου ελειψες.Τα ματια τους ελαμπαν.Τον φιλησε.Και ειχε κατι πικαντικο αυτο το φιλι.Κατι απο Καιρο και Αλεξανδρεια.Ηταν πασπαλισμενο με χιλια δυο μπαχαρικα.Ενα συννεφο σκονης το ελουζε.Σαν ηλεκτρισμος που σου διαπερνα το κορμι.Που σε τρανταζει ολοκληρο.Τον δαγκωσε στα χειλη.Την φιλησε στο λαιμο.Απαλα ολα,με τον ρυθμο της μουσικης.Την αγγιξε στο στηθος και ενιωσε την καρδια της να χτυπα σαν σκυλι κλειδωμενο σε κλουβι που θελει να βγει.Που πρεπει να βγει.Κοιταχτηκαν στα ματια.Ηταν υπεροχο.Της εβγαλε την μπλουζα.Δεν φορουσε κατι.Την χαιδεψε με τα δαχτυλα του και εκεινη ετρεμε σαν τα φυλλα απο τον ανεμο.Ξεντυσαν ο ενας τον αλλον ως που εμειναν γυμνοι.Γυμνοι και πανεμορφοι.Φτιαγμενοι για να ταιριαζουν ο ενας στον αλλον.Σαν να ενωνες ενα παζλ με ολα τα σωστα κομματια.Μπηκε μεσα της αργα.Ηταν σαν να ευθυγραμμιστηκαν ολοι οι πλανητες καθε γαλαξια παντου.Σαν επιτελους ο λυκος να επαιρνε την απαντηση που ζητουσε απο το φεγγαρι και να σταματαγε το παραπονο του.Ηταν σαν ενα αυγουστιατικο δειλι σε καποια παραλια μετα απο ενα μεθυσμενο βραδυ.Ηταν υπεροχο,και ηταν δικο τους.

Alone along millions.Where stories live. Discover now