Κεφάλαιο 1ο

4.4K 289 13
                                    

Έτρεχε μέσα στο πλήθος, προσπερνώντας τους περαστικούς με σπρωξιές, θολωμένη απ’ το φόβο της απόλυσης. Έπρεπε να φτάσει έγκαιρα στη δουλειά, έπρεπε να βρίσκεται εκεί πριν καταφτάσει το αφεντικό και απαιτήσει να δει αν βρίσκονταν όλοι στα πόστα τους.

   Σήκωσε το χέρι της στη θέα ενός ταξί και για καλή της τύχη εκείνο σταμάτησε μπροστά της. Ο οδηγός κατέβασε αργά το τζάμι του παραθύρου και την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω, μασουλώντας νωχελικά μια τσίχλα μέσα στα βρώμικα δόντια του. Τα κάτασπρα, μακριά μαλλιά του ήταν πιασμένα με ένα μαύρο λαστιχάκι, που όπως παρατήρησε δεν ήθελε πολύ για να κοπεί εντελώς.

  «Που πάμε;» τη ρώτησε.

  «Στον οίκο μόδας Ριντέλ» είπε με μια δόση περηφάνειας και όρθωσε το κορμί της για να φανεί σαν μια καθώς πρέπει κυρία. Μα φυσικά, δεν δούλευε ο καθένας σε μια τόσο φημισμένη εταιρία.

  Ο οδηγός κούνησε το κεφάλι αδιάφορα και η Νοέλια ίσα που πρόσεξε ένα μειδίαμα να σχηματίζεται στα σκασμένα χείλη του. Αμέσως ένιωσε τα μάγουλα της να αναψοκοκκινίζουν από ντροπή και αισθάνθηκε απίστευτα ηλίθια. Ποια εύπορη γυναίκα θα έπαιρνε το ταξί για να πάει στη δουλειά; Και πάλι δεν είναι τόσο χάλια όσο ένα λεωφορείο, προσπάθησε να καθησυχάσει τον εαυτό της. Έχοντας χάσει πλέον αρκετή από την αυτοπεποίθησή της, άνοιξε την πόρτα και μπήκε στο αμάξι.

   Στην διαδρομή προσπαθούσε να αγνοήσει τις ματιές που της έριχνε ο οδηγός μέσα απ’ τον καθρέφτη, επικεντρώνοντας την προσοχή της στο κινητό και συγκεκριμένα στην ώρα που έλαμπε στο πάνω μέρος της οθόνης. Της είχαν απομείνει πέντε λεπτά και η ουρά που είχε αρχίσει να σχηματίζεται στο δρόμο δεν ευνοούσε την κατάσταση. Σήκωσε το βλέμμα της και τα μάτια της συνάντησαν εκείνα του οδηγού που εξακολουθούσε να την παρατηρεί μέσα απ’ τον καθρέφτη, έχοντας στο πρόσωπό του ζωγραφισμένο ένα αόριστο χαμόγελο.

   Τι στο καλό, σκέφτηκε, γιατί με κοιτάζει έτσι; Πήρε βαθιά εισπνοή και προσπάθησε να ηρεμίσει. Ήθελε να του πει αν τρέχει τίποτα, αλλά συγκρατήθηκε. Το τελευταίο πράγμα που ήθελε είναι να έχει μπλεξίματα με έναν ταξιτζή.

  Έπειτα από αρκετή ώρα, βγήκε απ’ το αυτοκίνητο και τρέχοντας κατευθύνθηκε προς την μεγάλη, γυάλινη πόρτα του οίκου μόδας, ελπίζοντας να έχει καθυστερήσει το αφεντικό και να γλιτώσει την απόλυση. Ωστόσο κάτι μέσα της, της λέγε ότι είχε μείνει ήδη άνεργη.

Ίντριγκες Και ΠάθηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα